Πολλοί άνθρωποι θα το έχουν βιώσει.  Αν όχι πολλοί, οι περισσότεροι θα ξέρουν πώς είναι να σε πνίγουν οι σκέψεις και να γίνονται θηλιά στο λαιμό. Μία κατάσταση και ένα σφίξιμο να σου στερεί τον αέρα της ελευθερίας σου. Βρίσκεσαι μέσα σε ένα φαύλο κύκλο και δεν μπορείς να ξεφύγεις. Ίσως να μη θέλεις, αλλά ίσως και να πιστεύεις πως αυτή ήταν η κατάληξή σου. Ποιος ορίζει όμως εν τέλει το «δεν μπορώ» και το «δε θέλω»;

Ίσως η κατάσταση να είναι ανυπόφορη και το βάρος μεγάλο. Τι σου συμβαίνει όμως; Νιώθεις πως όλοι είναι εναντίον σου; Δεν μπορείς να δεχτείς αυτό που συμβαίνει ή μήπως είναι ιδέα σου;  Τα δάκρυα ξεκινούν και εσύ προσπαθείς να πείσεις τον εαυτό σου πως αυτό που αντικρίζεις δε συμβαίνει στην πραγματικότητα.

Στο άκουσμα της λέξης «πως έχει φύγει πια» εσύ γελάς νευρικά και λες «σταματήστε να μου κάνετε πλάκα». Δεν μπορείς να δεχτείς την κατάσταση και να διαχειριστείς τη λύπη σου. Για την ακρίβεια στέκεσαι και τους ακούς να μιλάνε χωρίς όντως να ακούς. Αρνείσαι να τους ακούσεις. Προσπαθείς να επαναλαμβάνεις μέσα σου πως σου λένε ψέματα. Τα συναισθήματα σου τώρα είναι ένα μπλεγμένο κουβάρι και εσύ προσπαθείς να βρεις την αρχή του νήματος. Αυτό θέλεις να δείξεις, αλλά στην πραγματικότητα δε θέλεις.

Σε βολεύει να πείσεις τον εαυτό σου πως αυτό το άτομο δεν έφυγε. Θα φτιάξεις εσύ ένα σπίτι στο δάσος του μυαλού σου και θα το συναντάς εκεί. Αρνείσαι να ακούσεις τους άλλους.  Θέλεις να το σκέπτεσαι όποτε θέλεις  εσύ, να το βλέπεις και να του μιλάς όπως πρώτα. Να ζήσεις μέσα στην ίδια σου την πλάνη. Η άρνηση της απώλειας βαράει κόκκινο και εσύ συνεχίζεις να το βλέπεις να αναβοσβήνει πράσινο.

Αγχώνεσαι μήπως κάποιος καταλάβεις την κρυψώνα σου και χαλάσει η όμορφη αυτή παραίσθηση. Συνεχίζεις να προσπαθείς να του δείξεις πως είσαι εκεί και τον φροντίζεις, περνάς περισσότερο χρόνο μαζί του. Όμως, εκείνος δεν είναι χαρούμενος ακόμη και τώρα. Και ξαφνικά όλα μαυρίζουν. Και η καρδιά σου έχει την πρώτη θέση στο ακροατήριο.

Νιώθεις πόνο και το άγχος σε έχει κάνει να τρέμεις. Να το σταματήσεις με το ποτό, το τσιγάρο ή μήπως με χάπια; Δε θέλεις να χάσεις αυτή την ανάμνηση που χαμογελάτε μαζί. Αλλά πρέπει! Μια φωνή σου φωνάζει πως πρέπει να φύγεις μακριά, επειδή έχει τελειώσει. Να αποχαιρετήσεις την ψευδαίσθηση της ύπαρξής του και να κρατήσεις τις αναμνήσεις σας.

Βρίσκεσαι σε κατάσταση άρνησης ίσως και ψυχολογικής παράλυσης. Είναι δύσκολη η κατάσταση αυτή και ναι, πονάει πολύ. Όμως, αυτή είναι η πραγματικότητα και πρέπει να πορευτείς μαζί της. Να μαζέψεις ένα ένα τούβλο και να χτίσεις το σπίτι των αναμνήσεων σου. Πριν ξεκινήσεις όμως, πρέπει να πεις δυνατά στον εαυτό σου πως  «δεν υπάρχει πια». Έχει ταξιδέψει μέχρι τον ουρανό και πλέον τα πράγματα είναι διαφορετικά. Να αποδεχτείς την κατάσταση που τόσο καιρό αγνοείς και να πάρεις μια βαθιά ανάσα.

Ήρθε η ώρα να αποβάλλεις το στρες , τη θλίψη, το άγχος που σε διακατέχει. Να κλάψεις δυνατά, ώστε ο πόνος να βγει από μέσα σου. Πόσο βάρος πια να κουβαλήσει αυτή η καρδιά. Όσο το κρατούσες μέσα σου, οι κρίσεις πήγαιναν και έρχονταν συχνά και σε τάραζαν. Βρισκόσουν στα πρόθυρα κατάρρευσης. Το τρέμουλο και το σφίξιμο έχουν αρχίσει και υποχωρούν. Μέρα με τη μέρα, νιώθεις καλύτερα και η κατάσταση που ζεις θεωρείται υποφερτή. Είναι μεν δύσκολη, αλλά όχι όπως πριν.

Τα καταφέρνεις και αυτό έχει σημασία. Τώρα μπορείς να πεις πως η κατάθλιψη δε σε έκλεισε μέσα στο δωμάτιο. Είσαι έτοιμος να μαζέψεις τα τούβλα από τα συντρίμμια της ψυχής σου και να χτίσεις το δικό σου σπίτι. Για να έχεις γερά θεμέλια δεν πρέπει να ξανά γυρίσεις  στην άρνηση της πραγματικότητας. Πρέπει να βρεις τα τούβλα του «σεβασμού», της «αυτοεκτίμησης », της «πίστης» και της «ελπίδας».

Να μη φοβηθείς! Και βέβαια μπορείς να χτίσεις νέες αναμνήσεις όσο δύσκολο και να σου φαίνεται. Θέλει χρόνο και τρόπο. Το εύκολο είναι τα να παρατήσεις και να γεμίσουν τα χέρια σου μόνο μουτζούρες. Και εσένα δεν σου πάει το μαύρο!

Συντάκτης: Γεωργία Δημητρακάκου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.