Το pillowfights γιορτάζει τα δύο χρόνια λειτουργίας του και τoυς επερχόμενους μαξιλαροπόλεμους στις 2 Απρίλη σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Λονδίνο, με ένα εορταστικό reunion!
Παλιοί κι αγαπημένοι pillowfighters από την 1η ως την 15η Μαρτίου, επιστρέφουν στον τόπο του εγκλήματος και μας χαρίζουν ένα ακόμη άρθρο.

Καλώς μας ξανάρθατε και καλώς σας ξαναδεχτήκαμε!

 

Γράφει η Νατάσα Χατζηαντωνίου.

 

Πόσες αλήθειες τολμάμε να παραδεχθούμε ακόμα και στον ίδιο μας τον εαυτό; Πόσες επιθυμίες μας ουρλιάζουν μέσα μας κι εμείς τις αγνοούμε παραδειγματικά, κάνοντάς τους νόημα με το δάχτυλο να πάψουν να κάνουν φασαρία;

Ό,τι μας καίει δεν πρόκειται ποτέ να ησυχάσει. Ακόμα κι αν λαγοκοιμηθεί στον καναπέ, κάποια στιγμή θα ξυπνήσει. Κι η φωτιά που κάποτε σιγόκαιγε μέσα μας θα γίνει πυρκαγιά ολόκληρη, θα εξαπλωθεί εν ριπή οφθαλμού και θα κάψει με μανία τα πάντα στο πέρασμά της.Κι εμείς θα μείνουμε να κοιτάμε αποσβολωμένοι και να κάνουμε απολογισμό του μεγέθους της καταστροφής.

Έχει αναρωτηθεί κανείς μας τελικά, γιατί αυτές οι σιωπές; Μήπως είναι η σιγουριά μας κι όσα δε γουστάρουμε να ρισκάρουμε; Μήπως είναι και ο φόβος πως όσο περνάει ο καιρός τόσο νομίζουμε πώς χάνουμε έδαφος; Μήπως πιστεύουμε πως κάτι δε μας αξίζει;

Κι αν απλώς παύεις να μιλάς επειδή υπάρχουν πράγματα που δεν πρέπει να ειπωθούν, αναλογίσου για μια στιγμή ποιος έχει το δικαίωμα να ξέρει και ποιος είναι εκείνος που κρίνει τι δεν πρέπει να λεχθεί. Διότι, όπως λέει κι ο φίλτατος Jean Paul Sartre σ’ ελεύθερη μετάφραση, κάθε μας λέξη επιφέρει ένα σωρό συνέπειες. Το ίδιο όμως και κάθε μας σιωπή.

Οι σιωπές, όπως και οι λέξεις, μπορούν να σκοτώσουν ακριβώς με τον ίδιο τρόπο.
Αυτό που κάνει ίσως όλη τη διαφορά είναι ο χρόνος και το σωστό timing, εάν φυσικά υφίσταται κάτι τέτοιο. Η σωστή στιγμή, όμως, είναι ένας αστικός μύθος.

Αναρωτιόμαστε για το αν είναι η κατάλληλη στιγμή ή αν αυτό που θέλουμε να πούμε είναι λάθος ή όχι. Μα δε θα υπάρξει σχεδόν ποτέ η κατάλληλη στιγμή. Κι έπειτα πώς μπορεί να είναι λάθος κάτι που αισθάνεσαι, αφού κάνει την καρδούλα σου να χτυπάει γρηγορότερα;

Τι περιμένεις; Γιατί δε λες αυτά που θες να πεις; Τι φοβάσαι θα ‘θελα να ‘ξερα! Η γνώση μπορεί να είναι δύναμη. Την αφήνουμε στα χέρια εκείνου που φρονούμε πως θα ‘ναι ασφαλής και θα τη φροντίσει όπως της αναλογεί. Περιμένουμε μ’ αγωνία να δούμε με ποιο τρόπο, τελικά, αυτός που εμπιστευτήκαμε χρησιμοποίησε τη δύναμη αυτή. Πώς της συμπεριφέρθηκε;

Όπως κι αν της φερθεί, όμως, το ζητούμενο είναι ότι εμείς απελευθερωθήκαμε από κάτι που μας κρατούσε δεμένους στη γη. Κάπως έτσι παύουμε να είμαστε δέσμιοι και προχωράμε μπροστά.

Καμιά φορά αναρωτιέμαι κι εγώ τι ‘ναι αυτό που φοβάμαι περισσότερο. Όσα αφήνω να φανούν προς τα έξω ή εκείνα που κρύβω; Κι όλα όσα κρατάω κρυμμένα, τελικά θα με δικαιώσουν μια μέρα που τα προστάτεψα με κάθε τίμημα ή θα με καταστρέψουν ανεπανόρθωτα;

Υπάρχουν φορές που νομίζουμε πως μεταφέρουμε επιτυχώς ένα μήνυμα προς τους ανθρώπους που αλληλεπιδρούμε, με μη λεκτική μορφή. Πιστεύουμε πως όσα λένε τα σώματά μας ή αφήνουν να εννοηθούν τα μάτια μας γίνονται αντιληπτά και κατανοητά. Έχουμε την εντύπωση πως κάποιος σ’ αυτό το ατέλειωτο σύμπαν θ’ ακούσει τη σκέψη μας και θα δράσει ανάλογα.

Οι πράξεις μπορεί να δείχνουν πολλά αλλά ό,τι αποκωδικοποιείται με λέξεις έχει περισσότερες πιθανότητες να ερμηνευθεί ορθά από όποιον έχουμε απέναντί μας.
Όταν δε δείχνουμε τις πραγματικές μας προθέσεις, όταν δε μιλάμε και δεν παλεύουμε γι’ όσα επιθυμούμε, τότε θα μένουμε πάντοτε μισά κι ανεκπλήρωτα θαύματα.

Καμιά φορά, κυρίως από άμυνα, ό,τι πιστεύουμε πως δεν αντέχουμε να το ακούσουμε ή να το διαχειριστούμε, δεν το ρωτάμε. Ακόμα κι αν το ζητήσουμε, εν τέλει δε θα κάτσουμε ποτέ ν’ ακούσουμε την απάντηση. Κάποιες φορές από ένστικτο κι άλλες από φόβο.

Αυτό, λοιπόν, είναι η μεγαλύτερη εκδίκηση και η καλύτερη τιμωρία που μπορούμε να επιβάλλουμε στον εαυτό μας. Ισοπεδώνουμε ένα-ένα τ’ όνειρά μας και δε διεκδικούμε αυτά που πραγματικά θέλουμε. Μένουμε στα «αν» και στα «ίσως», προκαταβάλουμε την αρχή και το τέλος, λες κι εμείς τα ξέρουμε ήδη όλα. Χάνουμε την ουσία.

Κι η ουσία δεν κρύβεται στην απάντηση που τελικά θα πάρεις, όποια κι αν είναι αυτή, μα στο γεγονός ότι πίστεψες στον εαυτό σου και διεκδίκησες αυτά που ονειρεύτηκες. Όσα κάνουν την καρδιά σου να χτυπάει λίγο πιο δυνατά. Εκείνα που σαν τ’ αναλογιστείς, φωτίζουν ολάκερο το πρόσωπό σου.

Η επιθυμία είναι ο αέρας στα πανιά της πίστης και το ταξίδι προς τα θέλω μας αποτελεί την καλύτερη αφορμή για να φύγουμε από κάθε σίγουρο λιμάνι. Εκεί που ισοπεδώνονται τα όνειρα, λοιπόν, εσύ τι προτίθεσαι να πράξεις;

 

Επιμέλεια κειμένου Νατάσας Χατζηαντωνίου: Ελευθερία Παπασάββα

 

Διαβάστε εδώ όλα τα άρθρα της Νατάσας στην προσωπική της στήλη στο pillowfights.