Η αλήθεια είναι, ότι δεν πιστεύω στη φιλία μεταξύ των δύο φύλων. Τώρα πώς γίνεται μαζί σου να στράβωσε το μυαλό μου και να την είδα αλλιώς, ειλικρινά δεν ξέρω.
Λίγο που σε γνώρισα σε φάση που είχα ανάγκη κάποιον άντρα-φίλο να μου δίνει συμβουλές, λίγο που εκείνη την περίοδο ήμουν αλλού συναισθηματικά, κολλήσαμε.
Έγινες ο άνθρωπός μου. Αυτός που μπορούσα να μιλάω σε καθημερινή βάση για τη δουλειά, το πανεπιστήμιο, τους βλαμμένους που μπλέκω, τις ανησυχίες, τους φόβους κι ό,τι άλλο απασχολούσε το κεφάλι μου. Μαζί σου ένιωθα άνετα γιατί μπορούσα να είμαι ο «για δέσιμο», ο «δε ξέρω τι μου γίνεται» εαυτός μου, χωρίς να φοβάμαι ότι θα με παρεξηγήσεις.
Ώσπου ένα βράδυ μου πέταξες μια ωραία κροτίδα στο κεφάλι, έτσι για την αλλαγή, αποκαλύπτοντας τα διόλου φιλικά συναισθήματα που τρέφεις για μένα.
Η αλήθεια είναι, ότι δεν παίρνω χαμπάρι κάποια πράγματα και δε βλέπω τα προφανή, οπότε δικαιολογημένα με είπες θεόστραβη. Με προέτρεψες, επίσης, να ψάξω μέσα μου, τι αισθάνομαι.
Με βρήκε τόσο απροετοίμαστη αυτή η εξομολόγηση, που το μόνο που έκανα ήταν νʼ απαντάω μηχανικά, να παίζω με το ποτήρι του κρασιού και να μην πίνω γουλιά. Φεύγοντας, πλήρωσες κιόλας, για να μ’ εκνευρίσεις. Επίτηδες εννοείται, γιατί ήξερες ότι με νευριάζει αυτή η κίνηση.
Από τότε ούτε φωνή, ούτε ακρόαση. Αποφεύγουμε ο ένας τον άλλον. Από μακριά και στο «τσακ» αγαπημένοι.
Τώρα δεν έχω ποιον να μου θυμίζει ν’ αλλάζω το νερό της γυάλας με τα χρυσόψαρα και να βάζω το φαγητό στο ψυγείο. Δεν ξέρω τίνος το κουδούνι να χτυπήσω μες τη μαύρη νύχτα για να κλάψω και να κουρνιάσω στον καναπέ του. Δεν έχω κάποιον να με σκουντάει σε κάθε αποτυχία για να προχωρήσω, ούτε να με βγάζει με το στανιό έξω, όταν είμαι στα χειρότερά μου. Δεν έχω κανένα να με βρίζει για τους καμένους που πάω και πέφτω. Δεν έχω έναν άνθρωπο να του μιλήσω για τα κόμπλεξ μου κι εκείνος να με βοηθήσει να τα ξεπεράσω.
Έβαλα στο ζύγι την ισορροπία που έχασα εξαιτίας σου. Πετάς το μπαλάκι σε μένα και δεν ξέρω αν πρέπει να τ’ αφήσω να πέσει κάτω ή να στο στείλω πίσω. Για την ώρα κρατάω χαρακτήρα – άλλο που σπάω μόνη μου κάθε μέρα. Άλλο που βάζω στο χειρουργικό τραπέζι στιγμές ολόκληρες και συναισθήματα.
Θυμάμαι τότε στην μπιραρία που πήγες κι έκατσες με τη συμφοιτήτρια σου. Δε τη γνώριζα και νόμιζα πως πήγες να της την πέσεις. Είχα ενοχληθεί τότε. Όχι επειδή ζήλεψα, απλώς δε μου φαινόταν αρκετή για σένα. Είναι κακό που ο φίλος μου θέλω να βγαίνει με μια ισάξια του; Οι επιλογές σου στις γυναίκες δεν είναι κι οι καλύτερες, να το ξέρεις.
Από τότε που σε γνώρισα, μέσα στην κακογουστιά ήσουν. Τώρα που είπα κακογουστιά, θυμήθηκα την ξανθιά στα γενέθλιά σου. Ναι, εκείνη που φιλιόσουν συνέχεια μαζί της κι εγώ έφυγα, γιατί με πείραξε το στομάχι απ’ το αλκοόλ. Μπορεί να γέμιζες εκείνη φιλιά, αλλά την τούρτα εγώ στην έκανα δώρο, όχι η ξανθιά. Να τα λέμε κι αυτά. Την αντιπάθησα απʼ την πρώτη στιγμή, γιατί ήταν έτοιμη να χωθεί στην παρέα με το «έτσι θέλω». Εννοείται ότι μόνο αυτός ήταν ο λόγος. Τι νόμιζες δηλαδή; Άλλωστε εκείνον τον καιρό έβγαινα με το Δημήτρη.
Κάθομαι κι εξιστορώ παρόμοια περιστατικά στις φίλες μου κι εκείνες κάνουν λόγο γι’ αμοιβαία αισθήματα και κεκαλυμμένους έρωτες. Σε συμπαθούν, γιʼ αυτό τα λένε. Με κοσμούν μʼ όμορφα επίθετα και με παροτρύνουν ν’ ανοίξω επιτέλους τα γκαβά μου να δω το προφανές. Μου λένε ότι είμαι στη φάση της άρνησης και βάζουν στοιχήματα για το πότε επιτέλους θα παραδεχτώ ότι είμαι εγώ ερωτευμένη μαζί σου. Για την ώρα ποτέ.
Και τι να παραδεχτώ ακριβώς; Ότι μου λείπεις; Ότι σε θέλω στη ζωή μου; Τι να σου πω; Ότι σε σκέφτομαι συνέχεια; ‘Ότι έχεις απλωθεί στο μυαλό μου και δεν αφήνεις περιθώριο γι’ άλλη σκέψη; Ωραία λοιπόν! Το λέω και το παραδέχομαι.
Από κει και πέρα όμως, πώς να μας φανταστώ μαζί; Πώς να μας κάνω εικόνα ζευγαριού;
Είναι που δεν έχει τύχει να βγω ποτέ με κάποιον σαν εσένα. Είναι που τρέμω μη σε χάσω για πάντα απʼ τη ζωή μου. Είναι που φοβάμαι μη σε βάλω για τα καλά μέσα της. Λες και δεν ήσουν πριν, θα μου πεις αλλά έτσι ανισόρροπη που είμαι, κάτι φορές, δικαίωμά μου να λέω ό,τι θέλω.
Απόψε δεν ήρθα για να κουρνιάσω στον καναπέ. Κάνε μου χώρο στο κρεβάτι σου.