Μην κλάψεις. Μην παραπονεθείς. Μην τρέξεις σε φίλους, δήθεν πληγωμένος. Μη ζητήσεις κανένα είδος παρηγοριάς. Όχι, για να αποδείξεις την ισχύ σου. Άλλωστε, το να παραδέχεσαι τον πόνο και την ανάγκη για βοήθεια απάλυνσης αυτού, αποτελούν τα ισχυρότερα τεκμήρια δύναμης. Μα γιατί αυτή τη φορά, δεν την αξίζεις. Ξέρεις, δεν υπάρχει τίποτα πιο εξοργιστικό από την οικειοθελή θυματοποίηση. Είναι εκείνη, κατά την οποία, ο πρωταγωνιστής εμπνεόμενος από την αρχαία τραγωδία, βρίσκεται αβοήθητος στο έλεος και τις βουλές μιας ανώτερης δύναμης. Ο ίδιος την ονομάζει μοίρα. Εσύ όμως, να την ονομάζεις σκέψη. Σκέψη κι επιλογές. Με τη γνώση να μεσολαβεί στο κενό μεταξύ των δύο εννοιών. Ο άνθρωπος ξέρει. Γνωρίζει τις αιτίες, τις απαντήσεις και τις λύσεις στις διάφορες καταστάσεις της ζωής του. Μας αρέσει, όμως, να εθελοτυφλούμε. Απολαμβάνουμε να βιώνουμε έντονα και βασιλικά το δράμα μας. Μόνιμοι αναζητητές της προσοχής, λοιπόν.
Τα συμπτώματα όμως είναι εκεί. Θαρρείς και χορεύουν μπροστά σου, για να σ’ ενοχλήσουν και να σε προκαλέσουν λίγο περισσότερο που τα αγνόησες. Συμπτώματα; Μάλιστα συμπτώματα, μιας και μόνο ως αρρώστια θα μπορούσε να παρομοιαστεί ο παθολογικός έρωτας. Ασθένεια κι εξάρτηση μαζί. Κάτι σαν μικρόβιο, που κατατρώει τα σωθικά σου κι άσπρη σκόνη, που έρχεται για να μουδιάσει προσωρινά τον πόνο.
Όλοι βαδίζουμε ξυπόλυτοι στον έρωτα. Μοναδική μας γνώση, τα συναισθήματα. Το πότε νιώθουμε όμορφα, οικεία, ελεύθερα. Το πότε αρνητικά, αφόρητα, πιεστικά. Κι ίσως τα ίδια αυτά συναισθήματα, να διαμορφώνουν τελικά, τον ορισμό ενός παθολογικού έρωτα. Ενός έρωτα μεταλλαγμένου. Ενός έρωτα απαλλαγμένου από έρωτα. Πραγματικά, είναι δύσκολο να φανταστείς, πώς γίνεται να σε πληγώνουν κι εσύ να υπομένεις. Να πέφτεις. Και κάθε φορά να σηκώνεσαι και να ξαναπροσπαθείς. Να σπας και να επιμένεις ότι δεν πονάς, ενώ αιμορραγείς. Να ρίχνεις τον εαυτό σου, να τον έχεις εχθρό αντί για φίλο πλέον, να συμβιβάζεσαι με κάτι μικρότερο της αξίας σου και να λες χαλάλι. Τι χαλάλι;
Τι χαλαλίζεις, αν το σκεφτείς; Ξοδεύεις εσένα ολόκληρο. Δε σου αξίζει κι όμως το κάνεις. Κάπου εκεί λοιπόν, έγκειται και η παθολογία της κατάστασης. Στην ανοχή, μέχρι τελικής (ψυχολογικής) πτώσης. Στην ανοχή, έντονων εξάρσεων ζήλιας, μέσω της κατασκευής φανταστικών σεναρίων, σε ένα αυτοδημιούργητο σύμπαν, όπου παντού γύρω υπάρχουν ανταγωνιστές και υποψήφιοι μνηστήρες. Εντάξει, τον πρώτο καιρό, το χαρακτηρίζεις ως κολακευτικό. Αρέσκεσαι, άλλωστε, να αποτελείς το αντικείμενο του πόθου του συντρόφου σου. Ικανοποιείται και ο εγωισμός σου, αντιλαμβάνεσαι ότι ακόμα «μετράς». Σωστά; Δε σε προβλημάτισε όμως, η έλλειψη εμπιστοσύνης σε εσένα, αλλά και στον εαυτό του το ίδιο; Μα όταν εμπιστοσύνη, ίσον θεμέλιο, η απουσία αυτής στην εξίσωση, συνεπάγεται με σιγουριά τη διάλυση της οικοδομής.
«Μικρό» το σφάλμα όμως και θέλησες να το παλέψεις. Θέλησες να προσπαθήσεις, γι’ αυτόν τον άνθρωπο. Ίσως κάπου να έφταιξες κι εσύ πάλι. Έδωσες αφορμή, που δεν αντιλήφθηκες. Είδες τι καλά που σε χειρίστηκε ο αγαπημένος σου; Και δεν το έκανε μόνο στην περίπτωση της ζήλιας. Έχει το ταλέντο από «θύμα» να σε βγάζει «θύτη» και στο τέλος να ζητάς «συγγνώμη», που έφταιξε. Ειρωνεία! Μάλλον όχι. Δεν πρόκειται για ειρωνεία, αλλά για μια πολύ έξυπνη τακτική, αφού μιας και φταις για τις περισσότερες εκρήξεις θυμού του συντρόφου σου, αισθάνεσαι κι ευγνώμων, που είσαι ακόμα μαζί του.
Αδιαμφισβήτητα, είναι ωραίο το συναίσθημα της αμοιβαιότητας. Η αλληλεξάρτηση όμως, ουδεμία σχέση έχει με την αλληλεπίδραση. Αντίθετα, τη σκοτώνει. Η προσκόλληση σε κουράζει. Μετά από λίγο η ανάγκη σου για τον άλλο, μετατρέπεται σε συνήθεια. Και η συνήθεια είναι συνώνυμη της τοξικότητας, μιας και δυσκολεύεσαι να τη σπάσεις από φόβο μην πέσεις στο χειρότερο. Αποκλείοντας βέβαια ταυτόχρονα από τη ζωή σου το καλύτερο.
Να αναζητάς αυτό που σου αξίζει. Να το διεκδικείς. Να παλεύεις μέρα-νύχτα, για να το αποκτήσεις. Και στους ανθρώπους, μην ψάχνεις το τέλειο. Δε θα το βρεις και θα εγκλωβίζεσαι στις καταστάσεις. Να θες τα λίγα, τα απλά. Να θες την επικοινωνία. Την ουσιαστική, την αληθινή. Όχι, εκείνη των social media. Να θες, να είσαι χαρούμενος. Να θες, να γελάς. Να θες, να αγαπάς. Και να στο επιτρέπεις.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου