Μπήκαμε αισίως στο πρώτο μισό της νέας χρονιάς -ευτυχισμένο το 2023 καλά μου παιδιά- και πέρα από τις ευχές και τα χρόνια πολλά, τα σχέδια για αλλαγές ήδη δίνουν και παίρνουν. Το εποχιακό φαινόμενο εν ονόματι Νew Year’s Resolutions. Γελάω. Σίγουρα βρεθήκατε -δεν μπορεί- σ’ αυτές τις συζητήσεις εκεί κοντά στο βράδυ της Πρωτοχρονιάς, στην παρέα για τα τελευταία ψώνια του έτους ή ακόμα και στο οικογενειακό τραπέζι, σωστά; Πάντα κάποιος ανοίγει την αυλαία -λες και δίνουμε παράσταση κάθε χρονιά- συνήθως με την φράση: “Εγώ αποφάσισα πως από το νέο έτος θα…”
And here we go again. Η συνέχεια πολυποίκιλη και τουλάχιστον -θα έλεγα- ευφάνταστη. Πιο συχνό φαινόμενο το “θα αρχίσω δίαιτα και γυμνάστηριο”, δίνει μια κάποια αίσθηση ενός συγκεκριμένου στόχου. Με αρκετές διαφοροποιήσεις ακολουθεί το “θ’ αλλάξω δουλειά/μαλλιά/στιλ”· εδώ δίνεται η δυνατότητα να κάνεις διευκρινιστικές ερωτήσεις. Σπάνιο ως ανύπαρκτο το “αλλάζω πορεία πλεύσης, αλλάζω ζωή” κι άλλες προτάσεις αντίστοιχου ύφους. Εδώ ανοίγεις μάτια διάπλατα και δεν ξέρεις τι θα σου ξημερώσει, περιμένεις το χάος, ρίχνεις κι ένα σταυροκόπημα άμα πιστεύεις, κι ελπίζεις για το καλύτερο.
Τι μας πιάνει κάθε αλλαγή του έτους και ξεκινάμε τα “θα”; Λες κι είμαστε πολιτικοί εν μέσω προεκλογικής εκστρατείας και τρέχουμε να μαζέψουμε ψήφους για την καλύτερη πρόταση. Είναι κάποιος προγραμματισμός στον ανθρώπινο εγκέφαλο που μας λέει πως “έχει πρώτη ο μήνας/χρόνος, ξεκίνα μια αλλαγή!”; Είναι η ανάγκη μας να τακτοποιήσουμε τη ζωή μας, όπως μας πιπιλάνε τα μυαλά από παιδιά; “Δες η κόρη του Κώστα του περιπτερά, πέρασε ιατρική, θα βολευτεί, εσύ να δω τι θα κάνεις με τη ζωή σου” ή ζούμε τελικά τόσο βαρετές ζωές πια που ο νέος χρόνος μας θυμίζει τον εγωκεντρισμό μας γιατί “περνάνε και τα χρόνια σαν νεράκι” και θέλουμε να βάλουμε λίγη ίντριγκα; Το μεγαλύτερο ερώτημα όμως είναι, γιατί 9 στις 10 φορές δεν κάνουμε ποτέ αυτά που λέμε κι αυτά τα “πλάνα” είναι λόγια του αέρα, να ‘χαμε να λέγαμε, να περνάει η ώρα; Ποια λεπτή γραμμή είναι αυτή που χωρίζει την πρόθεση από την πράξη;
6 γραμματάκια. Θέληση. Δεν υπήρξε ποτέ άνθρωπος σε ολάκερο τον κόσμο που να θέλει κάτι πολύ με την καρδιά του όλη και να μην το κάνει εν τέλει. Θα γυρίσει τον κόσμο ανάποδα, θα ψάξει κάθε πιθανή δυνατότητα, θα μιλήσει με όλους όσους μπορούν να τον βοηθήσουν, θα το πάει από εδώ, θα το πάει από εκεί αλλά θα το κάνει. Μπορεί όχι σε μια μέρα, ούτε σε μια νύχτα αλλά δε θα κάνει πίσω. Και λάθη θα κάνει και θ’ αποτύχει και θα απογοητευτεί και φυσικά φτου κι από την αρχή. Αυτό το “φτου κι από την αρχή” είναι το πιο δύσκολο βήμα. Να πας πάλι στην αφετηρία αφού έχεις λουστεί την αποτυχία σου. Αφού όλοι σε κοίταξαν κι είπαν: “Δεν πήγε πολύ καλά μωρέ.” Αν η αλλαγή όμως που θες να κάνεις είναι η πραγματική σου επιθυμία κι όχι κάποια ψευδαίσθηση που ακολουθείς τυφλά, ελπίζοντας να είναι τουλάχιστον το νέο έτος λίγο καλύτερο. Το κάνεις.
Σηκώνεις το τηλέφωνο και κλείνεις ραντεβού στο κομμωτήριο να κάνεις το μαλλί σου ροζ με λεοπάρ ανταύγειες γιατί τρίχες είναι, δεν έγινε και κάτι, υπάρχει κόσμος που θέλει μαλλί και δεν έχει, χτυπάς εκείνη τν σιχαμένη γυάλινη πόρτα που γράφει CEO και λες Ευχαριστώ πολύ, δε θα πάρω άλλο, είμαι πολύ καλός για να δουλεύω για εσάς, με κουράσατε” κι άσ’ τους να ψάχνονται, δίνεις τη μηνιαία σου συνδρομή σ’ εκείνο το χόμπι που από παιδί ήλπιζες ότι θα κάνεις επάγγελμα όταν μεγαλώσεις αλλά μετά σε χτύπησε η ενήλικη ζωή κατακούτελα και δεν τα κατάφερες (ακόμη!), φεύγεις για εκείνη τη μακρινή χώρα που μόνο να τη φανταστείς τόλμησες γιατί για να ψάξεις κατά που πέφτει, ούτε λόγος.
Εκείνο που θέλω να πω -για να μη μακρηγορώ- είναι ότι κανένας αποφασισμένος άνθρωπος ποτέ δε χρειάστηκε πραγματικά αυτή την τυπικά καθορισμένη χρονική αρχή για να κάνει αυτό που θέλει. Απλώς βγαίνει εκεί έξω και το κάνει. Αν σε βολεύει για τον προγραμματισμό σου, να το καταλάβω. Μην περιμένεις όμως τον νέο χρόνο για να αλλάξεις την πορεία πλεύσης σου, τις συνήθειές σου, τη ζωή σου, δίνοντας ακόμα μια παράσταση στην οποία δεν παίρνεις ποτέ το βραβείο Ά πρωταγωνιστικού ρόλου και συνεχίζεις να είσαι ένας απλός κομπάρσος. Ξεκίνα τώρα, χτες, αν μπορείς και πέρυσι.
Απλώς ξεκίνα. Και μετά σκάσε και κολύμπα. Υπάρχει στεριά κι ας μην τη βλέπεις, στο υπόσχομαι. Σκέψου ότι σώθηκε μέχρι και ο Τομ Χάνκς στο “Ναυαγό”, δε θα σωθείς εσύ;
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου