Τα ταξίδια μας κάνουν καλύτερους ανθρώπους, μας γεμίζουν εμπειρίες, αυτοπεποίθηση και βοηθούν με τον τρόπο τους να ανοίξουν οι ορίζοντες μας. Δεν έχει σημασία αν είναι μακρινά ή κοντινά, αν ταξιδεύεις με αυτοκίνητο, αεροπλάνο, πλοίο, τρένο ή λεωφορείο. Σημασία δεν έχει τέλος πάντων ο προορισμός όπως λέει η γνωστή κλισεδιά, αλλά το ταξίδι, η διαδρομή.
Φυσικά οι περισσότεροι άνθρωποι είτε επειδή είναι βιαστικοί ή πολυάσχολοι είτε επειδή αποζητούν την ευκολία τους, επιλέγουν τις γρήγορες λύσεις του αεροπλάνου ή και του αυτοκινήτου -και δεν τους κατηγορώ. Υπάρχουν όμως και οι πιο ρομαντικοί, που αν και έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν έναν από τους προαναφερθέντες τρόπους, αυτοί επιλέγουν να κάνουν τη διαδρομή με λεωφορείο ή τρένο, γιατί το βλέπουν σαν μια ευκαιρία να ταξιδέψουν με τον παλιό καλό τρόπο και να «προχωρήσουν» με πιο αργούς ρυθμούς. Κατανοούν πως αυτή η στιγμή που γέρνεις το κεφάλι στο τζάμι και βλέπεις να εναλλάσσονται τα τοπία μπροστά στα μάτια σου κάνοντας το μυαλό σου και τις σκέψεις σου να ταξιδεύουν από τη μια στιγμή σε μια άλλη είναι τόσο όμορφη. Απολαμβάνουν κάθε λεπτό τον ήχο που κάνει το τρίξιμο από τις ράγες του τρένου ή την κακόγουστη μουσική που παίζει στο λεωφορείο και χαίρονται βλέποντας τις εικόνες να αλλάζουν με ταχύτητα, όσο οι σκέψεις τους ακολουθούν τον ίδιο ρυθμό. Κι οι σκέψεις τους συνήθως ξεκινάνε από μια φευγαλέα εικόνα που είδαν και τους θύμισε κάτι ή κάποιον από το παρελθόν.
Με γερμένο το κεφάλι στο τζάμι του μεταφορικού μέσου, μεταφέρονται κι εκείνοι σ’ όμορφες εποχές που ήταν ευτυχισμένοι, ερωτευμένοι ή απλά ήρεμοι και ικανοποιημένοι μ’ όλα όσα είχαν εκείνη τη δεδομένη στιγμή στη ζωή τους ή βυθίζονται στο ναδίρ των συναισθημάτων τους και σε άσχημες καταστάσεις που έζησαν, αλλά δεν ξέχασαν. Αναγνωρίζουν πως ακριβώς εκεί, δίπλα στο τζάμι ενός τρένου ή λεωφορείου μπορούν να ζήσουν τις παρελθούσες ένδοξες ή και επίπονες στιγμές τους. Εκεί ζυγίζουν τα θετικά και τ’ αρνητικά της κάθε μικρής τους επιτυχίας ή αποτυχίας. Σκέφτονται τον τρόπο που θα λειτουργούσαν σήμερα, τι θα έκαναν διαφορετικά. Αναλύουν όλα τα ενδεχόμενα διεξοδικά, με ηρεμία και χωρίς την πίεση του χρόνου, αφού άλλωστε έχουν μια ολόκληρη διαδρομή να διανύσουν και η σκέψη τους είναι ακόμα μεγαλύτερη.
Όλο αυτό λειτουργεί λυτρωτικά κι αναζωογονητικά αφού είναι για εκείνους η στιγμή που κάνουν απολογισμό χωρίς καν να το έχουν επιδιώξει. Και παρ’ όλο που βιώνουν ξανά σ’ εκείνα τα παράθυρα κάποιες αναμνήσεις που ήθελαν να ξεχάσουν, βρίσκουν μια ομορφιά σ’ όλο αυτό. Αυτές τους τριβελίζουν το μυαλό και όσο πεισματικά εκείνοι και αν τις απωθούν, αυτές δε λένε να τους κάνουν τη χάρη μέχρι τελικά να αποδεχτούν εξ ολοκλήρου κάποιο συναίσθημα που τόσο καιρό απομακρύνουν.
Ξεκολλάν το κεφάλι τους από το τζάμι, που μοιάζει με κάποια πόρτα χρονομηχανής, σε μια προσπάθειά τους να σταματήσουν τις σκέψεις τους και την αχαλίνωτη φαντασία τους. Για μια στιγμή το καταφέρνουν και ικανοποιημένοι με τον εαυτό τους, ξεχνιούνται και γέρνουν πάλι το κεφάλι τους στην πόρτα του παρελθόντος ή του μέλλοντος. Τότε και πάλι σαν ωστικό κύμα τους χτυπάνε ανελέητα οι αναμνήσεις, τα όνειρα, οι έρωτες κι όλα όσα αξίζει κανείς να φαντάζεται. Και ο φαύλος κύκλος συνεχίζεται, ενώ μοιάζει με μια απέλπιδα προσπάθεια αναβίωσης του παρελθόντος. Οι άνθρωποι γίνονται πάλι έφηβοι, φοιτητές ίσως και παιδιά. Θυμούνται έρωτες, φιλίες, καθηγητές, ανθρώπους που πέρασαν από τη ζωή τους κι άφησαν το στίγμα τους. Γιατί ας μην ξεχνάμε πως όλοι κάτι αφήνουν φεύγοντας κι αυτό το συνειδητοποιεί κανείς πολύ εύκολα μέσα από τη δαιδαλώδη διαδρομή που ακολουθεί όση ώρα ταξιδεύεις. Αφού κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, οι άνθρωποι άλλους τους σκέφτονται και μια γλύκα πλημμυρίζει την καρδιά τους και άλλοι απλά τους προκαλούν τόσο πόνο, ακόμα και τώρα που νόμιζαν πως τους είχαν ξεχάσει, πως δεν είχαν τη δύναμη πλέον να τους επηρεάσουν.
Μέσα σε μια διαδρομή λίγης ή περισσότερης ώρας, δεν έχει σημασία, αυτοί οι άνθρωποι βιώνουν και αισθάνονται ξανά, ίσως ακόμα και να ερωτεύονται από την αρχή ή να αποφασίζουν να αναζητήσουν εκείνον το φίλο που τους στάθηκε στα δύσκολα, μα η ζωή τους απομάκρυνε.
Και στο τέλος της διαδρομής αυτοί οι άνθρωποι πάντα συνειδητοποιούν ότι δεν επιλέγουν το τρένο ή το λεωφορείο για να τους μεταφέρει κάπου σωματικά, αλλά ψυχικά και συναισθηματικά.
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου