Υπάρχουν πολλές φράσεις που χρησιμοποιείς καθημερινά για να δώσεις βαρύτητα σ’ αυτό που λες. Μια από αυτές είναι και το «όλα ή τίποτα». Στα δυο άκρα ταλαντεύεται αυτή η έκφραση· κάποιες φορές τη λες ελαφριά την καρδία και κάποιες άλλες την εννοείς με όλο σου το είναι. Θες να δώσεις την πρέπουσα σημασία στον λόγο σου κι εννοείται πως πάντα μπαίνει στο τέλος της πρότασής σου, ενώ ενίοτε τη χρησιμοποιείς σαν μοχλό πίεσης. Πόσο έτοιμος όμως είσαι πραγματικά γι’ αυτό το «όλα ή τίποτα»; Μπορείς να το υποστηρίξεις ή απλώς το λες για να σε πάρουν στα σοβαρά οι συνομιλητές σου;
Δεν είναι πάντα εύκολο να το πάρεις απόφαση αλλά ούτε να το υιοθετήσεις και να το κάνεις ένα με σένα. Αυτό συμβαίνει γιατί όταν εμπλέκονται τα συναισθήματα, κάποια πράγματα πάνε περίπατο. Επιπλέον, είναι μια πολύ καλή έκφραση για όλους εκείνους που θέλουν να ξεκαθαρίσουν μια κατάσταση- συγκεκριμένα όταν λειτουργεί ως μοχλός πίεσης. Είσαι «υποχρεωμένος» όμως, πριν το ξεστομίσεις να είσαι σίγουρος για το τι ακριβώς θες, είτε από τον άνθρωπο που απευθύνεσαι, είτε από την ίδια την κατάσταση που επιθυμείς να διαλευκάνεις. Θα σε βοηθήσει να καταλάβεις ποιον έχεις απέναντί σου κι αν όντως είναι διατεθειμένος ν’ αναλάβει την ευθύνη του «όλα ή τίποτα».
Δυστυχώς, δεν το αντέχουν όλοι. Κάποιοι προτιμούν τη μέση, όμως εσύ, γιατί να συμβιβάζεσαι; Για ποιον λόγο να πατάς τα θέλω σου και παράλληλα και τον ίδιο σου τον εαυτό; Άφησε τα πράγματα να κυλήσουν όπως είναι κι αν δεις ότι αυτό που δημιουργείται δεν είναι αυτό που θέλεις, βάλε τα όριά σου και τις επιθυμίες σου μπροστά και διεκδίκησέ τα. Αν δε σου βγει, τότε συνέχισε κανονικά τον δρόμο σου. Πες στον εαυτό σου πως, απλώς, έκανες μια μικρή παράκαμψη ή μια στάση πριν τον τελικό προορισμό σου.
Για να είμαστε πιο σωστοί κι ακριβείς, το τίποτα είναι πιο δύσκολο από το όλα σε αυτές τις περιπτώσεις. Ακόμα και στο άκουσμά του νιώθεις ένα κενό λες και κάτι λείπει, λες και τα είχες όλα και μέσα σε μια στιγμή η αγκαλιά σου άδειασε. Οι περισσότεροι από εμάς -ας το παραδεχτούμε- το τίποτα φοβόμαστε. Συμβιβαζόμαστε και στο λίγο, είναι κάτι παραπάνω από το τίποτα. Είναι έστω κάτι.
Εκεί την πατάμε λοιπόν, όταν δεχόμαστε τα ψίχουλα γιατί φοβόμαστε πως δεν αξίζουμε κάτι παραπάνω. Πιστεύουμε πως δεν είμαστε ικανοί γι’ αυτό το κάτι παραπάνω. Η απέναντι πλευρά βολεύεται με αυτό, είτε είναι σύντροφός είτε ο οποιοσδήποτε, γιατί σε όλες τις ανθρώπινες σχέσεις μπορεί να συμβεί αυτή η ανισότητα. Το ζήτημα όμως είναι τι κάνεις εσύ. Πώς διαχειρίζεσαι την πιθανότητα να χάσεις τα πάντα, για να μην έχεις απλώς ένα κομμάτι της νίκης. Είναι απαραίτητο όμως να το έχεις προσδιορίσει καλά μέσα σου και να έχεις τη σιγουριά και την αυτοπεποίθηση πως αυτό θες κι οι εκπτώσεις δε χωράνε πουθενά. Οραματίσου το και θα βρεις τη δύναμη να μπορέσεις να το ψάξεις σε ανθρώπους που θα μπορέσουν να στο δώσουν.
Το μόνο συστατικό που χρειάζεσαι είναι η πίστη στον εαυτό σου και η συνταγή θα πετύχει. Δε χρειάζεται σε όλες τις καταστάσεις να είμαστε των άκρων αλλά αυτά που δεν κολλάνε με την ιδιοσυγκρασία μας και με την ψυχή μας, καλό είναι να τα αποκόβουμε από μέσα μας παρά να επιτρέπουμε να μας βασανίζουν. Μόνο έτσι θα έρθουν όλα αυτά που μας ταιριάζουν. Στο κάτω- κάτω, δεν τις χρειάζεσαι τις μετριότητες, γιατί ποτέ καμιά τους δε θα μπορέσει να σε κάνει να ευτυχήσεις. Μην κάθεσαι να πεινάς για λίγη αγάπη. Ψάξ’ την εκεί που σου την προσφέρουν με το φτυάρι. Μόνοι τους.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου