«Η ομορφιά της Κρήτης είναι μία, όπου κι αν βρεθείς». Αυτό μας λέγανε και ξαναλέγανε πέντε Χανιώτες, το περασμένο καλοκαίρι, στα Σειτάν λιμάνια. Είναι από εκείνες τις στιγμές που συνειδητοποιείς πως όλα γίνονται για κάποιο λόγο.
Διακοπές εμείς. Και την ώρα που φεύγαμε από τα Διαβολικά Λιμάνια (αλλιώς τα Σειτάν), φαίνεται πως ο διάβολος μας τσέκαρε. Κι έμεινε τ’ αμάξι μας. Κενό. Καμιά βοήθεια, βράδιαζε κιόλας. Άρχισαν τα νεύρα, οι ανησυχίες. Βλασφημούσαμε ακατάπαυστα. Στην Κρήτη, όμως, η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία. Γιατί έχει τους ανθρώπους της, που τη βαστάνε γερά.
Από το πουθενά, μια παρέα Χανιώτες κατέβηκαν από το κοντινότερο χωριό. Μας φόρτωσαν στ’ αγροτικά, βοήθησαν να πάρει μπροστά το αμάξι και μας οδήγησαν στο μαγαζί τους. Ένα παλιό τοπικό καφενεδάκι, εκεί θα περνούσαμε το σούρουπο. Εκεί θα μας σέρβιραν μεζεδάκια και ρακί. Εκεί, θα νιώθαμε όλοι πως περάσαμε την καλύτερη στιγμή στις διακοπές μας. Τόσο αναπάντεχα.
Αυτή είναι η Κρήτη. Από τα Χανιά μέχρι τη Σητεία, τέτοιους ανθρώπους θα συναντήσεις. Φιλόξενους, ζεστούς πρώτα απ’ όλα. Μα και κουζουλούς, τρελούς. Ο Καζαντζάκης το είχε πει, εξάλλου: «Η Κρήτη δεν έχει ανάγκη από νοικοκυραίους, αλλά από κουζουλούς. Αυτοί την κάνουν αθάνατη». Και είναι αλήθεια. Τους διακρίνει αυτή η παρορμητικότητα, η αλήθεια, η χωρίς δισταγμούς ευθύτητα. Γι’ αυτό σε κερδίζουν γρήγορα. Γι’ αυτό η αγάπη που τους δίνει η υπόλοιπη Ελλάδα είναι απαράμιλλη.
Οι άνθρωποι της Κρήτης έχουν αυτήν την κατάρα να πλημμυρίζουν από συναισθήματα. Είναι συναισθηματικοί εραστές. Ο τόπος, οι συνήθειες, τα ήθη και η μουσική της Κρήτης έχουν εξασφαλίσει γενιές τώρα, πως κάθε νέος Κρητικός θα έχει αυτό το στοιχείο. Θα αισθάνεται βαθιά, θ’ ακούει τη φύση, θα προστατεύει και θα πολεμά με την ψυχή του. Και πιο πολύ απ’ όλα, θα αγαπά ξεχωριστά. Κι αυτό το τελευταίο, ίσως μετατρέπει την κατάρα σε ευχή.
Αυτή η θύελλα συναισθημάτων που κατακλύζει τους ανθρώπους της Κρήτης, φαίνεται κι αλλού, αν το καλοσκεφτείς. Βλέπεις Κρητικούς να σου μιλάνε κι ανατριχιάζεις. Να παίζουν μουσική, να λένε μαντινάδες που κρύβουν τα μυστήρια του κόσμου, κι εσύ να μένεις άφωνος. Να σε πηγαίνουν σε μέρη θεόσταλτα και να σου εξηγούν την πηγαία γαλήνη που φυτρώνει εκεί. Τους βλέπεις να χορεύουν σαν παλικάρια και να τρίζει η γη.
Μερικοί, δεν έχουν βγάλει σχολείο, δεν είναι γραμματικοί και πανεπιστήμονες. Ξεδιπλώνουν, όμως, την αλήθεια τους με τρόπο τόσο άμεσο, ευθύ. Κι είναι το συναίσθημά τους που τους κατευθύνει. Αυτό τους γεμίζει, αυτό τους οδηγεί. Και φαίνεται στα μάτια τους που λάμπουν, κάθε φορά που ζουν τη στιγμή. Κρητικός, φύση, απλότητα, συναίσθημα και ρακί είναι έννοιες αλληλοσυμπληρούμενες.
Ξέρουν πώς να σε ξεκλειδώσουν, ξέρουν πώς να σε κάνουν να αφεθείς και να νιώσεις. Το κάνουν από μικροί. Εστιάζουν στην ψυχή. Αυτή έχει τη μεγαλύτερη σημασία γι’ αυτούς. Η ψυχή, η καθαρότητα, η τιμή είναι τα αγαθά που προστατεύουν περισσότερο από κάθε τι. Διότι αναγνωρίζουν πως ο άνθρωπος μένει μισός χωρίς την αξιοπρέπειά του.
Συναισθηματικοί εραστές είπα και θυμήθηκα τοπικά γνωστές ιστορίες έρωτα που σημάδεψαν το παρελθόν αυτού του τόπου. Ιστορίες με βεντέτες, με μίσος, με συγκρούσεις οικογενειών. Σείεται ολόκληρη η Κρήτη, όταν η αγάπη του Κρητικού συναντά εμπόδια. Υπερβολή, θα πει κανείς. Ναι. Γιατί το μέτρο δε χωρά στις δυνάμεις τους. Έχουν μάθει να ζουν στα άκρα, στις υπερβολές. Εκεί, άλλωστε, ζουν και τα συναισθήματα.
Κάπου είχα διαβάσει ότι ένας σκηνοθέτης ήθελε να γυρίσει μια ταινία που θα έδειχνε τις απίστευτες ομοιότητες που έχουν διάφορα μέρη του κόσμου, με ξεκάθαρο σκοπό να τονίσει πως μοιάζουμε περισσότερο απ’ όσο νομίζουμε, πως είμαστε όλοι, τελικά, από τον ίδιο τόπο, κι ας απέχουμε μίλια. Λόγω της ιδιαίτερα «ακριβής» ιδέας του, όμως, επέλεξε να κάνει τα γυρίσματα ολόκληρου του κόσμου, σε ένα μόνο μέρος: την Κρήτη. Εκεί, πίστευε, βρίσκεται η μικρογραφία του πλανήτη, των εποχών και της φύσης.
Κι αν ο τόπος αυτός είναι πλέον γνωστό ότι είναι ένα από τα θαύματα της φύσης, αυτό που μένει να μαγέψει όποιον βρεθεί στο νησί είναι η ντομπροσύνη των κατοίκων. Αυτό αξίζει να αναζητήσει κανείς, για να νιώσει μετά σίγουρος ότι έζησε την Κρήτη. Ο τόπος αυτός χωρίς τους ανθρώπους του είναι άγονη γη. Κι αυτή η αυθεντικότητα δε χωρά σε ταινίες, μα μόνο δια ζώσης τη βλέπει κανείς. Σε χωριά, χωράφια, καφενεία, πλατείες και δρόμους, βάλε στόχο να συναντήσεις ντόπιους, να σου μιλήσουν για το τι θεωρούν αυτοί σημαντικό. Κι όταν αφεθείς κι εσύ, δες τα μάτια αυτών των ανθρώπων. Καίγονται από αισθήματα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου