Γενέτειρα της Αφροδίτης, Τσιρίγο. Εσύ ίσως το ξέρεις ως Κύθηρα. Ναι ναι, «τα Κύθηρα ποτέ δε θα τα βρούμε», αυτά τα Κύθηρα. Το νησί που βρίσκεις στον χάρτη αν κοιτάξεις ακριβώς κάτω από την Πελοπόννησο και πάνω από την Κρήτη, εκεί που Ιόνιο, Αιγαίο και Κρητικό πέλαγος συναντιούνται για ν’ αγκαλιάσουν κυριολεκτικά αυτόν τον βράχο. Ένα νησί με μπερδεμένη ταυτότητα, αφού ενώ ανήκει γεωγραφικά στα Επτάνησα, υπάγεται διοικητικά στον Πειραιά κι αποτελεί φυσική συνέχεια της Πελοποννήσου. Σχετικά μικρό σε έκταση -το 15ο μεγαλύτερο νησί σε σειρά-, και κυρίως ορεινό, μετρώντας αρκετές κορυφές, μικρότερες και μεγαλύτερες, με θέα τα πελάγη, που τις χωρίζουν φαράγγια, ρεματιές, παραλίες, σπήλαια και κάστρα. Ο πραγματικός ορισμός του συνδυασμού «βουνό και θάλασσα». Μια άγρια ομορφιά και μια νοοτροπία που έχει εμπνεύσει ποιητές, ζωγράφους και συνθέτες. Κατοικημένα από λίγους ανθρώπους, απλούς, ήσυχους και όμορφους μ’ έναν δικό τους τρόπο από άλλη εποχή, τον Τσιριγώτικο.
Δεν μπορείς να πας Κύθηρα και να μην αφιερώσεις χρόνο κι ιδρώτα για να περπατήσεις τα μονοπάτια, φανερά και κρυμμένα, που οδηγούν σε τοπία θησαυρούς. Τοπία που ούτε ο άνεμος δεν πιάνει, μόνο ο ήλιος που τα φωτίζει ακόμα περισσότερο. Οι καταρράκτες της Φόνισσας με τα παγωμένα νερά που λάμπουν και βλάστηση που χορεύει τριγύρω τους- θέαμα πραγματικά βγαλμένο από πίνακα ζωγραφικής, η ενσάρκωση κάθε ρομαντικής φαντασίας. Ρυάκια που οδηγούν σε πηγές με νερό να δροσιστείς όσο κάνεις μια στάση να ακούσεις καλύτερα τη μουσική από το ελαφρύ θρόισμα των φύλλων και τους ήχους από τα τζιτζίκια που μέχρι πριν σε ενοχλούσαν, ενώ τώρα θυμίζουν νανούρισμα. Και μετά, ανεβαίνοντας, δε γίνεται να μη σταματάς κάθε λίγο μόνο και μόνο για να ξανακοιτάξεις πίσω, να θυμηθείς την ομορφιά που βίωσες, να την ευχαριστήσεις για τη φιλοξενία.
Τα διαμάντια των Κυθήρων φυσικά, δεν κρύβονται μόνο μέσα σε λαγκάδια και γκρεμούς. Είναι οι κρυστάλλινες παραλίες που βρίσκεις σε κάθε ματιά που ρίχνεις, από το πιο βόρειο έως το πιο νότιο κομμάτι του νησιού. Παραλίες με άμμο ή βότσαλο, γαλάζιες ή πράσινες, οργανωμένες ή έρημες. Σχεδόν ψεύτικες. Θάλασσες κι ακτές που κρύβουν ιστορίες για γοργόνες και ναύτες, πειρατές και κατάρες, θεούς και ημίθεους. Ιστορίες που προστατεύονται από τους ντόπιους που έχουν την αποστολή να τις κρατάνε ζωντανές για τις επόμενες γενιές.
Και μετά από όλα αυτά τι ζητάς; Ένα πιάτο έτοιμο φαΐ. Κάτι που πρέπει να ξέρεις είναι πως δεν υπάρχει το «έτοιμο φαΐ» όπως το νομίζεις. Παντού είναι το φαΐ της γιαγιάς, το φαΐ της θείας, της μάνας. Αυτό ζητάς. Τη γεύση των Κυθήρων. Από τα λαχανικά της σαλάτας, μέχρι και το λάδι που φημίζεται. Φυσικά, η γεύση των Κυθήρων, είναι αδιαμφισβήτητα τα λαδοπαξίμαδα. Το σήμα κατατεθέν, το αρτοσκεύασμα που παράγεται σε φούρνους παραδοσιακούς, που πιο πολύ θυμίζουν μουσεία, από ανθρώπους με μεράκι και πάθος για τον τόπο τους. Γι’ αυτό έχουν άλλη γεύση. Γιατί βάζουν το νησί το ίδιο σε κάθε φουρνιά. Αν με ρωτάς ποια είναι η ευτυχία μου, θα σου απαντούσα με σιγουριά ένα πρωινό στο μπαλκόνι με έναν ζεστό ελληνικό καφέ κι ένα κυθηριώτικο παξιμάδι να βουτάω κάπου τέλη του Μάη. Αυτό σου εύχομαι.
Κύθηρα όμως, Τσιρίγο, δεν είναι ούτε όσα βλέπεις, ούτε όσα ακούς, ούτε όσα γεύεσαι. Είναι όσα νιώθεις. Είναι η καρδιά του νησιού που πρέπει να ακούσεις να χτυπάει για να καταλάβεις πού βρίσκεσαι. Είναι οι άνθρωποί του, που το πονάνε σαν παιδί τους. Είναι τα χαμόγελά τους όταν θα σε κοιτάξουν για να σου πουν καλημέρα κι ας μην σε ξέρουν. Είναι η κλασική ερώτηση κάθε θείας και θείου του «Τίνος είσαι ‘σύ;» που κάνει το χωριό, χωριό. Είναι τα παρατσούκλια κάθε οικογένειας που έχουν αντικαταστήσει τα επώνυμα, που βγήκαν τυχαία, ανάμεσα σε καπνούς από τσιγάρα, τσουγκρίσματα και παλαμάκια ενός απογεύματος που μέχρι πριν λίγο έμοιαζε αδιάφορο. Είναι οι χοροί σε κάθε πανηγύρι, το κράτημα χεριών μεταξύ αγνώστων. Είναι το ποτό που θα ξεκινήσεις να πίνεις Σάββατο βράδυ στο Καψάλι με θέα το φωτισμένο κάστρο, και θα καταλήξεις σερί Κυριακή πρωί στον Ποταμό να πίνεις καφέ, μπροστά στο παζάρι. Να μην κουράζεσαι, μόνο να μεγαλώνεις, να ψηλώνεις.
Στα Κύθηρα λοιπόν, δεν πας ακριβώς για να κάνεις διακοπές, ούτε να ξεσκάσεις. Στα Κύθηρα πας για να ερωτευτεί η ψυχή σου κάθε ήχο, όψη και μυρωδιά. Κάθε γεύση του νησιού. Πας για να εμπνευστείς. Για να ζήσεις ξανά. Εγώ έτσι το βλέπω. Τα Κύθηρα, το Τσιρίγο, δεν είναι ένα νησί σαν όλα τα άλλα. Είναι το καταφύγιο του πιο ανήσυχου πνεύματος, ένα μεγαλείο που όλοι πρέπει να προσφέρουν στους εαυτούς τους. Ανεξαρτήτου εποχής, μα ειδικά τώρα, την άνοιξη, σου χρωστάς ένα τέτοιο δώρο. Και στο λέω, γιατί αυτό που διαβάζεις τώρα, στο γράφω από το βαπόρι που μόλις σήκωσε τις άγκυρές του. Ένα Βενετικό γνωμικό λέει: “Un mondo fa un mondo, e Cerigo un altro mondo” – Όλος ο κόσμος είναι ένας κόσμος και το Τσιρίγο είναι ένας άλλος. Κι όποτε το διαβάζω, τότε νιώθω πιο Τσιριγώτισσα από ποτέ.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου