Ποιος φταίει όταν κανένας δε φταίει;
«Θα έκανα τα πάντα για να μη φτάναμε ως εδώ». Μια σκέψη που κάποιες φορές μένει απλώς να περιπλανάται στον νου κι άλλες βγαίνει ηχηρά από τα χείλη. Στα πρόθυρα του χωρισμού πολλοί την έχουν ακούσει, άλλοι την έχουν πει οι ίδιοι και κάποιοι την αντιλαμβάνονται στιγμή που την ξεστομίζουν. Τι συμβαίνει στην τελευταία περίπτωση; Όταν δηλαδή και οι δύο πάλεψαν πολύ αλλά δεν ήταν αρκετό; Ποιος ευθύνεται γι’ αυτόν τον χωρισμό;
Αμέτρητα τα ερωτήματα κι εξίσου πολλές οι πιθανές απαντήσεις. Τις περισσότερες φορές, όμως, ψάχνουμε απάντηση στο λάθος ερώτημα. Ίσως δεν είναι το ποιος φταίει αλλά το τι φταίει. Οι άνθρωποι έχουμε την τάση να επιρρίπτουμε ή αντίστοιχα να αναλαμβάνουμε ευθύνες. Ευθύνες που καμιά φορά δε χρειάζεται να καταμεριστούν. Ειδικά σ’ ένα φαινόμενο όπως ο χωρισμός, αισθανόμαστε μια αμήχανη ασφάλεια γνωρίζοντας ότι κάποιος φταίει. Δεν πρόκειται τόσο περί ζητήματος του πώς θα εξηγηθεί και πώς θα τό αφουγκραστούν οι τρίτοι, αλλά πώς θα το διαχειριστεί ο οργανισμός μας. Σε ποιο βαθμό δυσκολίας θα αντιμετωπίσει το πνεύμα αλλά και το σώμα την επίπονη κατάσταση. Μια κατάσταση που συχνά γίνεται ψυχοσωματική. Η αίσθηση του πόνου δεν περιορίζεται στην ψυχή μονάχα, αλλά επεκτείνεται στα κόκαλα, στο σκαρί.
Η ερμηνεία του συμβάντος μπορεί τις περισσότερες φορές να μεταφραστεί σε κούραση. Κούραση μετά από έναν συνεχόμενο μαραθώνιο που βρίσκεις μόνο εμπόδια και η λογική πάει ενάντια στο συναίσθημα. Όλα δείχνουν τη φωτεινή ένδειξη της εξόδου αλλά η καρδιά δε σε αφήνει να αποχωρίσεις έτσι. Δεν είναι λάθος κανενός να κουραστεί, να χαθεί στη διαδρομή και να προσπαθήσει να κρατήσει κάτι που δε φαίνεται να λειτουργεί πλέον. Δε μοιάζει σε καμία περίπτωση με προετοιμασία για κάποια εξέταση. Μετά την ατελείωτη μελέτη δεν ακολουθεί η ανταμοιβή της λύτρωσης. Είναι μια διαδικασία που δε σταματά, σίγουρα θα υπάρχουν στιγμές απόλαυσης και ξεγνοιασιάς, αλλά ο αγώνας δεν έχει γραμμή τερματισμού.
Διάφορα μπορεί να οδήγησαν σε αυτό το σημείο: Απόσταση που κράτησε πολύ παραπάνω από το αναμενόμενο, διαφορετικές επιθυμίες χωρίς καμία σύγκλιση ακόμα και κακός συγχρονισμός. Το πόρισμα όμως είναι κοινό. Η σχέση μπήκε σε μια ευθεία γραμμή που παρά την προσπάθεια να καμπυλωθεί, αυτή είτε επανερχόταν γρήγορα είτε έμενε ακέραιη. Η αίσθηση που αφήνει όλο αυτό; Γερή εξάντληση, λίγη πικρία και μια αχνή δόση ανακούφισης. Η πικρία αντιπροσωπεύει το άδοξο τέλος μετά από μια υπέρμετρη προσπάθεια σε μια σχέση με δυναμική. Η ανακούφιση δε, είναι σαν την ξεκούραση μετά από ένα αγώνισμα που βγήκες τελευταίος. Πικρή, αλλά τουλάχιστον δεν τρέχεις πια.
Μετά το πρώτο διάστημα ,γνωρίζοντας ότι έχεις πάρει τη σωστή απόφαση, καθίσταται πλέον εμφανές ότι η μεγαλύτερη πρόκληση δεν είναι να διαχειριστείς την απουσία του άλλου αλλά να αντιμετωπίσεις τον εαυτό σου. Να τον κοιτάξεις κατάματα και να αντιληφθείς ότι πρέπει να αλλάξεις ρυθμούς για να τα βγάλεις πέρα. Όπως αναφέρει και ο περίφημος Earnie Larsen: «Τίποτα δεν αλλάζει όταν τίποτα δεν αλλάζει». Αν θες να κατανοήσεις τον χωρισμό, παρομοίασέ τον με την απόφαση να διακόψεις το κάπνισμα. Τα στάδια είναι όμοια με πρωταγωνιστή τη στέρηση. Σαν το να θες, δηλαδή, να επικοινωνήσεις απελπισμένα με τον άλλον και να μην μπορείς διότι έχετε πάρει μια απόφαση με την οποία θα πρέπει να πορευθείτε για να έχει ισχύ. Όπως η επιθυμία να ακουμπήσεις έστω και ελάχιστα το τσιγάρο στα χείλη σου, που περιπλανάται όλη μέρα ακόμα και στους πιο σκοτεινούς διαδρόμους του μυαλού, έτσι και η θέληση να μιλήσεις με τον άλλον μετατρέπεται σε ανάγκη που πρέπει να καταπολεμήσεις.
Μετά το διάστημα της στέρησης όμως, έρχεται σταδιακά η αποκατάσταση κι αν τότε -με πιο καθαρό μυαλό πλέον- θες ακόμη να ακουμπήσεις κάπου την ευθύνη, τότε ταυτόχρονα μοίρασέ την ισάξια και πουθενά. Επειδή ό,τι βίωσες εσύ το βίωσε αντίστοιχα και ο άλλος κι όσο πόνεσες εσύ άλλο τόσο πόνεσε κι εκείνος.
Δε θέλω σε καμία περίπτωση να παραθέσω γραφικά σχήματα λόγου λέγοντας κενολογίες περί του να δεις τα θετικά, αλλά θα τονίσω το ουδέτερο αίσθημα που απομένει που δεν είναι άλλο πέραν της θνητότητας. Και ταυτόχρονα με αυτή, μέσα από κάτι τέτοιες κομβικές στιγμές στη ζωή συνειδητοποιούμε τη ζωντάνια του να είσαι άνθρωπος.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου