«Συγκινισιακή Πανούκλα», τον όρο «συγκινησιακή πανούκλα» χρησιμοποίησε και καθιέρωσε ο Αυστριακός ψυχαναλυτής, μέλος της δεύτερης γενιάς ψυχαναλυτών μετά τον Σίγκμουντ Φρόιντ και μία από τις προσωπικότητες που επηρέασαν καθοριστικά την ιστορία της ψυχιατρικής, Βίλχελμ Ράιχ (1897 – 1957). Ο όρος θα μπορούσε κάλλιστα να σημαίνει κάτι αρνητικό ή υποτιμητικό, εξάλλου οποιαδήποτε φράση έχει μέσα τη λέξη «πανούκλα» μόνο αρνητικές διαστάσεις μπορεί να δώσει. Ωστόσο, στον χώρο της ιατρικής τα πάντα εξετάζονται υπό διαφορετική σκοπιά.
Αρχικά, η συγκινησιακή πανούκλα δεν είναι μια ασθένεια ατομική και προσωπική. Βασικά, μπορεί να είναι και τέτοια, περισσότερο όμως είναι ένας όρος που χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια μαζική συμπεριφορά. Θα μπορούσε να είναι κι όρος της κοινωνιολογίας, ο οποίος θα διδάσκεται στην ενότητα των φαινομένων κοινωνικής παθογένειας ή καλύτερα στην ενότητα της διερεύνησης των αιτιών της κοινωνικής παθογένειας. Τι άλλο δεν είναι στην προκειμένη περίπτωση; Δεν είναι μια τελικού σταδίου ασθένεια ή μια συνειδητή κατάσταση δυσλειτουργίας και κακοήθειας.
Αφού, λοιπόν, απορρίψαμε όσα δεν είναι η συγκινησιακή πανούκλα, πάμε να δούμε τι είναι τελικά. Πρόκειται για μια χρόνια βιοπάθεια του οργανισμού της κοινωνίας, τα μέλη της οποίας επίμονα κι επανειλημμένα σκoτώνouν τη ζωή. Όχι τη ζωή με τη βιολογική έννοια του όρου, αλλά τη ζωή σε όλες τις υπόλοιπες προεκτάσεις, δηλαδή της δημιουργίας, της απόλαυσης, της ελευθερίας. Από αυτή την «ασθένεια» όλοι λίγο πολύ έχουμε προσβληθεί – γιατί όπως είπαμε έχει μαζικό χαρακτήρα και μεταδίδεται και πολύ γρήγορα – ωστόσο υπάρχουν άτομα που πρωτίστως δρουν ως «συγκινησιακή πανούκλα» κι απώτερος σκοπός της ζωής τους είναι ο περιορισμός κάθε λειτουργίας που στον άνθρωπο δημιουργεί την ελάχιστη απόλαυση.
Τα αίτια αυτής της συμπεριφοράς δεν είναι πάντα αρνητικά. Η συγκινησιακή πανούκλα δε μεταδίδεται επειδή κάποιος είναι εκ φύσεως κακός και θέλει να στερήσει από τον άλλον ή κι από τον ίδιο του τον εαυτό τα θετικά συναισθήματα. Το βασικό κι ενδόμυχο αίτιο είναι πως ο άνθρωπος τείνει να νιώσει άγχος όταν βιώνει μια εξαιρετικά μεγάλη ηδονή ή μια περίοδο μεγάλης ελευθερίας. Αυτή η λαχτάρα – στο μυαλό του – ενέχει τον κίνδυνο της εξάρτησης και της διαρκούς αναζήτησης ίδιων καταστάσεων που θα εμποδίσουν την ανάπτυξη κι εξέλιξη των άλλων πτυχών της ζωής του. Τι κάνει, λοιπόν, μηχανικά ο ανθρώπινος εγκέφαλος για να το αποφύγει αυτό; Εμποδίζει τη λαχτάρα.
Τα άτομα που πρωτίστως λειτουργούν ως συγκινησιακή πανούκλα έχουν απολλές πνευματικές δεξιότητες κι αρέσκονται να βρίσκονται σε θέσεις εξουσίας, μας λέει ο Ράιχ. Γιατί; Γιατί από εκεί μπορούν να επιβάλουν πρότυπα και κανόνες ζωής και πολλές φορές αντιμετωπίζονται κι ως σωτήρες της ανθρωπότητας. Κι αυτό διότι με τους περιορισμούς που επιβάλλουν – οι οποίοι πάντα το μυαλό τους εκλογικεύονται, «σώζουν» την κοινωνία από «ακραίες, ανεξέλεγκτες» συμπεριφορές και την επαναφέρουν συχνά στον δρόμο της «ισορροπίας».
Εύκολα καταλαβαίνει κανείς πως εφόσον η ευχαρίστηση κι η ελευθερία είναι φύσει ανθρώπινες ανάγκες και καταστάσεις, η συγκινησιακή πανούκλα είναι σοβαρή ασθένεια. Ο Ράιχ, λοιπόν, μας λέει ότι ο νοσών από αυτού τους είδους την κακοήθεια είναι σαν ένας οργανισμός του οποίου ο φυσικός τρόπος εμποδίζεται συνεχώς από τη γέννησή του. Η αυτενέργεια, η ανάγκη για αυτορρύθμιση στη ζωή, έννοιες που χαρακτηρίζουν τον άνθρωπο μόνο και μόνο επειδή είναι άνθρωπος έχουν καταπιεστεί αφάνταστα από τη στιγμή της γέννησης του ατόμου στο όνομα του κοινού καλού.
Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα εφαρμογών της συγκινησιακής πανούκλας ο Ράιχ αναφέρει τον υποχρεωτικό αποχωρισμό του νεογνού από τη μητέρα του και την τοποθέτησή του σε ψυχρά δωμάτια αμέσως μετά τη γέννησή του, στα μαιευτήρια των περασμένων δεκαετιών. Η πρακτική αυτή, παρότι επιχειρείται να εκλογικευτεί, έχει στην πραγματικότητα – σύμφωνα με τον Ράιχ – «ως μόνο, ασυνείδητο σκοπό να επιφέρει καίριο πλήγμα στη συγκινησιακή ζωντάνια του νεογνού, το οποίο αντιδρά στην αφόρητη για αυτό κατάσταση αρχικά με άγχος, ύστερα με κραυγές και τέλος με συστολή του αυτόνομου νευρικού συστήματος». Ως δεύτερο παράδειγμα αναφέρεται η πρακτική της πeριτoμής κι ο Ράιχ λέει τα εξής: «Αυτή η σφaγή του νεογέννητου, που το διαπεραστικό και σπαραχτικό του κλάμα αντηχεί σ’ όλα τα μαιευτήρια του κόσμου, δεν έχει καμιά σχέση με την υγιεινή. Είναι το πρώτο ασυνείδητο αλλά δραστικό μέτρο των θωρακισμένων οργανισμών, γιατρών, διευθυντών και γονιών, ενάντια στον ζωντανό οργανισμό που απείραχτος κι αστρέβλωτος παρουσιάζεται μπροστά τους. Ας το σκεφτούμε πάλι: χιλιάδες γιατροί και νοσοκόμες ακούνε τις κραυγές των παιδιών κι όμως δεν καταλαβαίνουν τίποτα, κωφεύουν. Αν προσθέσουμε σ’ αυτό και τα μασκοφορεμένα πρόσωπα, θα κατανοήσουμε καλύτερα τη μετατόπιση του κέντρου βάρους από το ουσιώδες στο επουσιώδες που χρησιμοποιείται στη μάχη κατά του νεογέννητου παιδιού.»
Όπως ήταν αναμενόμενο ο Ράιχ διώχτηκε γι’ αυτές τις απόψεις, οι οποίες αναπτύσσονται στο βιβλίο του «Συγκινησιακή πανούκλα της ανθρωπότητας» που αποτελείται από δύο τόμους, με τίτλους «Η δoλoφ@νiα του Χριστού» κι «Άνθρωποι σε μπελάδες». Ο ίδιος ο ψυχαναλυτής είδε πίσω από αυτόν τον πόλeμo που υπέστη, κίνητρα υποχθόνια ανάλογα με αυτά που υπήρχαν στη δίωξη ανθρώπων σε παλαιότερες εποχές που υποστήριζαν ότι η Γη είναι στρογγυλή κι όχι επίπεδη.
Ίσως ακόμα και σήμερα παρά την πρόοδο που έχει καταφέρει ένας άνθρωπος που προκρίνει τη φυσική λειτουργία της ζωής ως απαραίτητο στοιχείο της εξελικτικής διαδικασίας, δε θα μπορούσε να γίνει πλήρως αποδεκτός. Το παρακάτω απόσπασμα από το έργο του Ράιχ είναι ενδεικτικό του ρήγματος που προσπάθησε να καταφέρει στην ανθρώπινη κοινωνία και στην αναμενόμενη κατακραυγή που θα υφίστατο ακόμα και σήμερα.
«Δε σʼ αγαπούν ανθρωπάκο, σε περιφρονούν, επειδή περιφρονείς τον εαυτό του. Σε ξέρουν απ’ έξω κι ανακατωτά. Γνωρίζουν τις χειρότερες αδυναμίες σου, όπως θα έπρεπε να τις γνωρίζεις εσύ. Σε θυσίασαν σε ένα σύμβολο κι εσύ τους έδωσες τη δύναμη να σʼ εξουσιάζουν.»
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Κουτσουρά