Υπάρχουν ταξίδια που δεν έγιναν ποτέ, κι όμως, είναι αυτά που μας καθόρισαν περισσότερο από όσα ζήσαμε. Ταξίδια που γεννήθηκαν από την επιθυμία και πέθαναν στη δειλία.

Το τρένο που κοιτάξαμε να φεύγει χωρίς εμάς. Το αεροπλάνο που δεν κλείσαμε θέση. Η βαλίτσα που έμεινε άδεια στη γωνία του δωματίου.

Και πάνω απ’ όλα, το βλέμμα που δεν κρατήσαμε λίγο παραπάνω. Η λέξη που έμεινε σφραγισμένη πίσω από τα δόντια. Η αφή που δεν τολμήσαμε να διεκδικήσουμε.

Γιατί τα πιο μεγάλα ταξίδια δεν είναι πάντα αυτά που μας πήγαν μακριά. Είναι εκείνα που θα μας είχαν αλλάξει.

Υπάρχουν δρόμοι που δεν ακολουθήσαμε ποτέ, κι όμως, ακόμα νιώθουμε το χώμα τους στα παπούτσια μας.

Μια πλατεία στην Ιταλία, όπου κάποτε ονειρευτήκαμε να περπατήσουμε χέρι-χέρι με έναν άνθρωπο που δεν ήρθε ποτέ. Μια μικρή κάμαρα με θέα στη θάλασσα, όπου δεν ξυπνήσαμε ένα ανοιξιάτικο πρωινό. Ένα μονοπάτι μέσα σε ένα δάσος, που δεν πήραμε ποτέ γιατί ο φόβος στάθηκε εμπόδιο.

Κι όμως, αυτά τα μέρη υπάρχουν μέσα μας, ολοζώντανα, πιο αληθινά από οποιαδήποτε ανάμνηση. Γιατί ποτέ δεν απογοητεύτηκαν, δεν αλλοιώθηκαν από τη φθορά του χρόνου.

Μένουν εκεί, ανέπαφα, να μας θυμίζουν όχι μόνο τι χάσαμε, αλλά και ποιοι θα μπορούσαμε να είμαστε αν είχαμε το θάρρος να ακολουθήσουμε την καρδιά μας.

Υπάρχουν άνθρωποι που συναντήσαμε για μια στιγμή και χάσαμε για πάντα.

Ένα χαμόγελο σε έναν σταθμό τρένου. Ένα βλέμμα που διέσχισε ένα γεμάτο δωμάτιο. Ένα άγγιγμα που κράτησε δευτερόλεπτα αλλά έκαιγε για χρόνια.

Ίσως ήταν προορισμένοι να γίνουν κάτι στη ζωή μας, αλλά δε βρήκαμε το θάρρος να τους κρατήσουμε. Κι έτσι, παρέμειναν φαντάσματα του “σχεδόν”, σκιές στις γωνίες της μνήμης, παρουσίες που δεν έγιναν ποτέ ιστορίες.

Και όμως, κάποιες νύχτες, όταν η σιωπή γίνεται πιο βαριά από το σκοτάδι, αυτοί οι άνθρωποι επιστρέφουν. Ψιθυρίζουν στο αφτί μας όλα όσα δεν ειπώθηκαν, μας κοιτούν με μάτια που ρωτούν: «Κι αν;»

Υπάρχουν λέξεις που γράφτηκαν, αλλά δεν έφτασαν ποτέ στον προορισμό τους.

Ένα μήνυμα που διαγράφηκε πριν σταλεί. Ένα γράμμα που έμεινε κρυμμένο σε ένα συρτάρι. Ένα τηλεφώνημα που δεν έγινε ποτέ.

Δεν είναι οι λέξεις που ειπώθηκαν και ξέφτισαν με τον χρόνο που πονάνε περισσότερο. Είναι εκείνες που δε βρήκαν ποτέ φωνή.

Γιατί ίσως, αν λέγονταν, να άλλαζαν τα πάντα.

Τα ταξίδια που δεν έγιναν έχουν ένα παράδοξο βάρος. Δεν είναι αναμνήσεις, γιατί δεν τα ζήσαμε. Δεν είναι όνειρα, γιατί δεν τα ξεχάσαμε. Είναι κάτι άλλο, κάτι πιο ύπουλο.

Είναι μια ανοιχτή πόρτα που δεν την περάσαμε ποτέ, αλλά ξέρουμε πως είναι εκεί.

Και κάθε φορά που η ζωή μοιάζει να στενεύει γύρω μας, αυτά τα ταξίδια ψιθυρίζουν. Μας θυμίζουν ότι κάποτε υπήρξε μια εναλλακτική διαδρομή, ένας άλλος δρόμος, μια διαφορετική εκδοχή του εαυτού μας.

Μερικές φορές, αυτό είναι αρκετό για να μας στοιχειώσει. Άλλες φορές, είναι το μόνο που μας κρατά ζωντανούς.

Ίσως, τελικά, τα πιο σημαντικά ταξίδια δεν είναι αυτά που ζήσαμε, αλλά αυτά που μας έμαθαν ποιοι είμαστε μέσα από την απουσία τους.

Γιατί κάθε ταξίδι που δεν έγινε είναι μια υπενθύμιση.

Μας λέει ότι η ζωή δεν περιμένει. Ότι οι ευκαιρίες δεν είναι αιώνιες. Ότι αν θέλουμε κάτι, πρέπει να το διεκδικήσουμε.

Και πως, αν υπάρχει ακόμα και μία στιγμή, μία πιθανότητα, ένα λεπτό που μπορούμε να αλλάξουμε το “σχεδόν” σε “έζησα”, τότε οφείλουμε να το κάνουμε.

Για να μη γίνουμε κι εμείς, μια μέρα, ένα ακόμα απραγματοποίητο ταξίδι.

Συντάκτης: Σοφία Γεωργούλα
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη