Λένε πως στους αλλιώτικους, στους μη κλασσικούς, στους λίγο πιο δύσκολους αρέσουν τα παιδέματα.
Τους ιντριγκάρουν οι μη ξεκάθαρες, οι μη δεδομένες καταστάσεις και τρέφονται απ’ το παιχνίδι του φλερτ. Έντονες ματιές με νόημα, γελάκια, διακριτικά αγγίγματα στο άκουσμα ενός αστείου και σημειωματάκια με καρδούλες. Στα σχόλια των συνεργατών και φίλων βέβαια, όπως «παίζεται τίποτα με σας;» δεν υπάρχει απάντηση γιατί όλα τα παραπάνω έχουν ένα κοινό παρονομαστή· την αβεβαιότητα.
Το παιχνίδι του κυνηγιού είναι το απόλυτο μέσο για να καρφωθεί κάποιος στο μυαλό εκείνου που διεγείρεται πρώτα εγκεφαλικά ή ιδανικότερα, και το λέω ούσα σ’ αυτή την κατηγορία, εκείνου που παθιάζεται με το άπιαστο, που τον συνεπαίρνει οτιδήποτε μη δεδομένο.
Ορισμένοι λοιπόν έχουν τον άλλο στο ψηστήρι κοινώς, τον «σιγοβράζουν», τον «σιγοκαίνε» κι αν ο αποδέκτης είναι τέτοιος τύπος κρατάνε αμείωτο το ενδιαφέρον του μέχρι να προχωρήσουν στο επόμενο βήμα. Ψηστήρι alert!
Βασική προϋπόθεση είναι να υπάρξει επόμενο βήμα. Όταν κάτι, πόσο μάλλον κάποιος, «σιγοψήνεται» αιώνια, μαυρίζει μαυρίζει και ξαναμαυρίζει μέχρι που καίγεται.
Το επόμενο βήμα είναι το να μιλήσουμε, ν’ ανοίξουμε τα χαρτιά μας δείχνοντας πως το τόσο πείραγμα και τα αβέρτα μηνύματα αποσκοπούν κάπου. Έλα όμως που κάποιοι είναι «μαλωμένοι» με το παρακάτω. Έτσι οι ματιές, τα γελάκια, τα σημειωματάκια, τα κατά λάθος σπρωξίματα συνεχίζονται επ’ αόριστον.
Στο μεταξύ ο αποδέκτης έχει μπει εντελώς στο κλίμα και αρχίζει να τρελαίνεται. «Έχει περάσει ένα τρίμηνο στο παιχνίδι, μήπως κάνω κάτι λάθος, μήπως λαμβάνω λάθος μηνύματα ή μήπως είναι όλα στη φαντασία μου;» σκέφτεται με το μπερδεμένο του μυαλό. Αναλύει συνέχεια το μεταξύ τους πείραγμα, κάνει σενάρια για το μετά, προσμένει κι ελπίζει για κάποια εξέλιξη.
Σε καταλαβαίνω αγαπητέ μου αναγνώστη, αλλά προφανώς έπεσες στην κατηγορία εκείνων που αρκούνται στο αιώνιο κυνηγητό. Ικανοποιούνται με όλη την ιεροτελεστία του πριν μιας σχέσης και δε τη βρίσκουν με όλο το πακέτο. Είναι σα να τρώνε για ορεκτικό όλα τα κρακεράκια με κασέρι κι όταν έρχεται η μπριζόλα είναι ήδη χορτασμένοι. Δεν υπάρχει κυρίως γεύμα γι’ αυτούς. Ξεχνάνε βέβαια πως όλη η γλύκα της προθέρμανσης έγκειται στο ότι κάποτε θα μπεις στο ψητό για ν’ απολαύσεις τους καρπούς της προετοιμασίας σου.
Κι αν εμείς τους μιλήσουμε; Αν εμείς τους πούμε πως παρ’ότι λατρεύουμε το κλίμα μυστηρίου, παρ’ότι εθιζόμαστε στην αμφιβολία, βαρεθήκαμε τόσο «κύριε ελέησον» κι ας μην είμαστε παπάδες, τότε τι;
Τότε θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι πως θα βρούνε τρόπο να ξεγλιστρήσουν.
Όταν ένας άνθρωπος δε θέλει να προχωρήσει παρακάτω, απλώς δε θα το κάνει. Κι εδώ έρχεται και η αιτία της αναβολής. Κανείς δεν αρκείται στο ορεκτικό αν δεν λαχταράει το κυρίως, οπότε μάλλον δε γουστάρει αρκετά για να πάει παρακάτω. Όχι δεν λάβαμε λάθος μηνύματα, ούτε είμαστε φαντασιόπληκτοι.
Ο άλλος όμως δεν καταστρώνει κανένα υποχθόνια πολύπλοκο σχέδιο, αυτό που βλέπεις, αυτό είναι.
Θέλει να διατηρεί μια αγωνία, ένα παιχνίδι αλλά δεν έχει σκοπό για κάτι περαιτέρω. Υπάρχει deadline στο ψηστήρι κι όταν έχει ξεπεραστεί κατά πολύ, τότε δε μας αναζωπυρώνει το ενδιαφέρον αλλά καταφέρνει να μας ξενερώσει. Μετά από τόσο καιρό σε εκνευριστικά χαμηλή φωτιά, «καήκαμε» πριν καν ψηθούμε που λέγαμε και πριν. Διότι «πόσο ακόμα να σ’ αγαπώ δίχως σώμα» που λέει κι η Αρβανιτάκη; Πόσο να περιμένουμε αυτή την ξεκάθαρη πρόταση για μια βόλτα; Ωραίο που λέει «εγώ εσένα θέλω, δε μπορώ να κοιτάξω άλλη» αλλά κάπου χαθήκαμε στη διαφορά μεταξύ αστείου και σοβαρού.
Έτσι ή που συνεχίζουμε το παιχνίδι και το αποδεχόμαστε ως έχει ή πολύ απλά αν δε μας καλύπτει όλο αυτό, αποχωρούμε, ψάχνοντας κάτι ολοκληρωμένο.
Από την αναμονή λοιπόν, πέρνα πρώτος στην ακύρωση.