Σε μια πολύπαθη μεταπολεμική Ελλάδα τις δεκαετίες του ’50 και του ’60, μέσα σε κοινωνικές αδικίες, φτώχεια και έλλειψη μόρφωσης, την εμφάνιση τους έκαναν τα εγkλήματα τιμής. Ήταν ένα φαινόμενο που παρατηρούνταν ανά την Ελλάδα με την Κρήτη να πρωτοστατεί και να περνά στη συνείδηση των κατοίκων της να παίρνουν τον νόμο στα χέρια τους και να «καθαρίζουν» για την τιμή της οικογένειας τους. Εξού και οι βεντέτες και όλος αυτός ο τρόπος σκέψης που δυστυχώς συνεχίζεται σε μικρότερο βαθμό ακόμη και σήμερα. Η περίπτωση της 26 χρονών -τότε-Ανδρομάχης είναι μια από αυτές. Ένα έγkλημα τιμής όπως το δήλωσαν τότε στο Ηράκλειο του 1960, όταν η 26χρονη Ανδρομάχη πυροβόλησε τρεις φορές και σκότωσε τον 21χρονο Στέφανο που μετά την ερwτική συνεύρεση των δύο αρνήθηκε να την παντρευτεί όπως της είχε υποσχεθεί.
Η Ανδρομάχη άφησε το σπίτι της στο χωριό και πήγε να εργαστεί στο Ηράκλειο σε μια αποθήκη σταφίδας. Με τα λιγοστά χρήματα που έπαιρνε κατάφερνε να ζει σε ένα σπίτι εκεί και να στέλνει ότι μπορούσε στην οικογένεια της. Μετά από κάποιο διάστημα η ξαδέρφη της θέλησε να της κάνει μια γνωριμία με έναν νεαρό, η ίδια αρνήθηκε άλλα η ξαδέρφη της τη διαβεβαίωσε για την ηθική του άντρα αυτού και ότι θα ήταν μια απλή γνωριμία. Οι δυο τους συναντήθηκαν σε ένα πανηγύρι και μετά από πολύ κρασί ο Στέφανος άρχισε να δείχνει άλλες διαθέσεις πείθοντας τη νεαρή Κρητικιά να περάσουν μαζί το βράδυ τους. Αργότερα η ίδια δήλωσε ότι λόγω μέθης δεν είχε την πλήρη επίγνωση στο τι έκανε.
Την επόμενη μέρα όταν η ίδια συνήλθε και κατάλαβε τι έχει συμβεί είπε στον Στέφανο ότι της έκανε μεγάλο κακό και ότι της πήρε ότι πολυτιμότερο είχε. Ο ίδιος της υποσχέθηκε ότι θα την παντρευτεί και έτσι την έπεισε να περάσουν και άλλες νύχτες μαζί. Ένα πρωί ξαφνικά εξαφανίστηκε και αναχώρησε για την Αθήνα με την Ανδρομάχη μάταια να τον αναζητεί. Η ίδια ανακάτεψε μέχρι και την αστυνομία και επισκέπτονταν συχνά το σπίτι του Στέφανου και έλεγε στον πατέρα του να πείσει τον γιό του να γυρίσει και να την παντρευτεί. Οι προσπάθειες αυτές δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα.
Έπειτα από αρκετούς μήνες ο Στέφανος γύρισε κρυφά στο Ηράκλειο και οι δυο τους συναντήθηκαν στις 19 Μαΐου, η Ανδρομάχη του ζήτησε και πάλι να την παντρευτεί με τον ίδιο να τη βρίζει και να την απομακρύνει. Το ίδιο έγινε και την επόμενη μέρα. Στις 21 Μαΐου η Ανδρομάχη πήγε να τον συναντήσει στο καφενείο «Κάντια» στο κέντρο του Ηρακλείου το οποίο εκείνη την ώρα στις 9 το βράδυ ήταν γεμάτο κόσμο άλλα και περαστικούς. Αυτή τη φορά όμως κουβαλούσε πάνω της όπλ0. Τον πλησίασε και τον ρώτησε για μια ακόμη φορά αν θα την παντρευτεί, τότε αυτός άρχισε να της φωνάζει και τότε η Ανδρομάχη έβγαλε το π1στόλι και τον πυρ0βόλησε τρεις φορές μπροστά στα έντρομα μάτια του κόσμου γύρω τους. Στη συνέχεια παραδόθηκε στο αστυνομικό τμήμα και όπως φαίνεται είπε «Καλά έκανα και τον σκότωσα, θα αγιάσουν τα χέρια μου».
Την επόμενη μέρα στην κατάθεση της είπε ότι δεν μπορούσε να κάνει κάτι άλλο και πως αυτός ο άντρας της πήρε την τιμή της και δεν είχε τίποτα άλλο καθώς και η ίδια της η οικογένεια την είχε βάλει στο περιθώριο. Οπότε προτίμησε από το να γυρνάει ατιμασμένη και δακτυλοδεικτούμενη να μπει στη φυλακή. Ο πατέρας του Στέφανου κατέθεσε ότι τα πράγματα ήταν ακριβώς αντίθετα και πως η Ανδρομάχη πίεζε τον Στέφανο να συνευρεθούν ερwτικά. Η Ανδρομάχη καταδικάστηκε σε 20 χρόνια κάθειρξη για δολ0φονία εν ψυχρώ χωρίς κανένα ελαφρυντικό. Η ιστορία αυτή είναι μία από τις πολλές σε εγκλήματα που συγκλόνισαν και βρίσκεται στο βιβλίο «100 εγκλήματα στην Ελλάδα» του Παναγιώτη Τριτάρη. Σε μια Ελλάδα που το να παίρνεις τον νόμο στα χέρια σου αντί για παράλογο θεωρείται δίκαιο και ηρωικό, σε μια Ελλάδα που η τιμή σου και η υπόληψη σου μετράει όσο μια νύχτα ή όσο του να κουβαλάς το όνομα κάποιου. Εποχές που θέλουμε να αφήσουμε πίσω μας και εγκλήματα που μας συγκλόνισαν.
Πηγή εικόνας: CandiaDOC
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη