Όλοι χρωστάμε ένα τεράστιο ευχαριστώ στην μουσική, γιατί χωρίς αυτήν όλοι θα ήμασταν λίγο πιο κατσούφηδες, οι διαδρομές με τα τρένα θα μας φαίνονταν αιώνας, θα περιμέναμε αγωνιωδώς τα λεωφορεία στη στάση, στο μπάνιο θα χρειαζόμασταν το μισό χρόνο απ’ ότι τώρα και η μέρα μας και η κάρτα sim του κινητού θα ήταν λίγο πιο άδεια.
Για εκείνο το τραγούδι που το είχες λιώσει στο replay και όλη μέρα το σιγοτραγουδούσες και το φώναζες στους δρόμους. Και όταν μετά από χρόνια το ξαναθυμήθηκες, σε ‘πιασε ρίγος επειδή πέρασαν απ’ το μυαλό σου όλες εκείνες οι αναμνήσεις και τα συναισθήματα που ένιωθες όταν το πρωτάκουγες.
Για εκείνο το τραγούδι που μισούσες τόσο ακατάπαυστα και κατηγορηματικά και κατέληξε να είναι το φανατικό ringtone. Εκείνο που σιχάθηκες από το πρώτο άκουσμα ακόμη και όλοι σου οι φίλοι το τραγουδούσαν και συ τους κοιτούσες με μισό μάτι. Και μετά από ένα συνταρακτικό άκουσμα κάτι άλλαξε μέσα σου και άρχισες να το τραγουδάς ακόμη και στον ύπνο σου. Και φυσικά ήσουν έτοιμος να δεχτείς τις συνέπειες γιατί ό,τι έκραζες το λούστηκες.
Για όλα τα ρεμπέτικα που άκουσες στα κουτούκια και τα γραφικά στενοσόκαγα των νησιών και σε ‘πιασε νοσταλγία για τα παλιά.
Για εκείνο το ελαφρολαϊκό που ήχησε στα αυτιά σου και σηκώθηκες να χορέψεις τσιφτετέλι από την λαχτάρα.
Για όλα τα σκυλάδικα που ακούμε κάθε φορά στα κλαμπάκια και που πρεέπει να παραδεχτούμε ότι χωρίς αυτά κέφι δε γίνεται. Που οι περισσότεροι κάνουμε ότι δεν ξέρουμε αλλά τραγουδάμε ακόμη και την τελευταία νότα και χορεύουμε σαν ξεβιδωμένοι.
Για τα RnB κομμάτια που ακούς και τρελαίνεσαι στα κλαμπ, καταπίνεις τα ποτά το ένα μετά το άλλο και χορεύεις σαν να μην υπάρχει αύριο. Σπρώχνεις και τους διπλανούς, έτσι για το εφέ.
Για εκείνα τα ροκ κομμάτια που ακούς σταθερά από παλιά, δεν τα αλλάζεις με τίποτα, και κάθε φορά θυμάσαι πώς χτυπιόσουν την προηγούμενη.
Για όλα τα trap, trance, psychedelic που έβαλες και κατέληξες με σπασμένο κεφάλι. Που χόρευες σαν σεληνιασμένος που είχε ξυπνήσει από κώμα.
Για όλη την house που ακούσαμε παρέα με τα φιλαράκια σπίτι μας και αράξαμε στον καναπέ με μπύρες.
Για όλα τα λαϊκά που μας έχουν νταλκαδιάσει και σιγοτραγουδάμε μες την μαστούρα μας, θυμόμαστε αυτά που ζήσαμε και ή που θα γελάμε ή που θα κλαίμε. Που χορέψαμε μαζί με φίλους, που γελάσαμε, που τσουγκρίσαμε ακριβώς στο καλύτερο σημείο του τραγουδιού, που θυμηθήκαμε τι έχουμε περάσει μαζί, που αγκαλιαστήκαμε και συγκινηθήκαμε φανερά.
Για εκείνο το ρεμπέτικο που σηκώθηκες να χορέψεις ζεϊμπέκικο και όλο το μαγαζί σου χτυπούσε παλαμάκια και νταλκαδιαζόταν με τον νταλκά σου. Για το συναίσθημα που φώναζε μέσα σου, και το περιέγραφε τέλεια αυτό το τραγούδι. Για το τσιγάρο που κόντευε να σου πέσει απ’ το στόμα και τα ποτήρια που έσπαγαν στα πόδια σου. Εσύ όμως δεν έδινες σημασία γιατί δεν υπήρχε ο κόσμος γύρω σου, παρά μόνο η μουσική.
Για εκείνο το έντεχνο που σε πιάνει ανατριχίλα κάθε φορά που το ακούς από το θαυμασμό και το δέος.
Για όσα τραγούδια κατάφεραν να μας συγκινήσουν και δεν θα τα ξεχάσουμε ποτέ. Kαι όταν είμαστε χάλια πάλι αυτά θα ακούμε.
Για όσα μας θυμίζουν αγαπημένα μας πρόσωπα που δεν είναι εδώ μαζί μας, παλιούς έρωτες, χαμένες φιλίες και κάθε φορά που ακούμε ένα τέτοιο τραγούδι μας έρχεται στο νου ο ίδιος και οι στιγμές που περάσαμε μαζί. Ανεξάρτητα αν το ακούγαμε μαζί ή όχι.
Για όλη την μουσική που μας κάνει παρέα τις πιο δύσκολες και απαιτητικές μέρες του χρόνου. Που χώνεται στα αυτιά μας και ξεχνάμε τον κόσμο γύρω μας.
Που δίνει λίγο ζωή στις άχρωμες και χλιαρές μέρες μας. Ευχαριστούμε, λοιπόν.
Επιμέλεια Κειμένου Δέσποινας Διαμαντοπούλου: Κατερίνα Κεχαγιά.