Όταν ήμουν μικρή και κάτι με φόβιζε ή κάτι ήθελα να αποφύγω, σκεφτόμουν με ένα μαγικό τρόπο να μπορούσα να γίνω αόρατη και να κρυφτώ. ‘Η μάλλον να χαθώ και να ταξιδέψω όπου ήθελα, χωρίς κανείς να μπορεί να με εντοπίσει και να με κάνει να διαβάσω Γεωγραφία που τόσο σιχαινόμουν. Μεγαλώνοντας ο πόθος αυτός του να εξαφανιστώ και να μπορώ να γίνω αόρατη έστω και για μία μονάχα ημέρα με συντροφεύει ακόμη, και πολύ συχνά όταν εκνευρίζομαι ή στεναχωριέμαι με φαντάζομαι σχεδόν να το εκτελώ με επιτυχία!
Πόσα πράγματα θα κάναμε πίσω από την υπέροχη κάλυψη του «κανείς δεν μπορεί να με δει». Σοβαρά τώρα, σκεφτείτε πόσα πράγματα θα κάναμε διαφορετικά, αν είχαμε την ελευθερία του δικαιώματος να πράξουμε όπως πραγματικά το θέλουμε. Να μπορείς να φας το γλυκό σου σε ένα μαγαζί έξω με τα χέρια και να πασαλειφτείς σε όλο σου το πρόσωπο και να το απολαύσεις τόσο πολύ, χωρίς καθωσπρεπισμούς. Να μπεις κρυφά στο αεροπλάνο για τον αγαπημένο σου άπιαστο προορισμό. Να τρυπώσεις στα καμαρίνια του αγαπημένου σου καλλιτέχνη. Να μπορείς να παρατηρήσεις τον κόσμο που περνά, χωρίς να μπορεί να σε δει. Να μπορείς να κοιτάξεις τον άλλον μέσα στα μάτια και να σου δείξει αυτό που πραγματικά έχει στη ψυχή του. Να σου δώσει το πιο καθαρό του βλέμμα, το πιο αγνό του χαμόγελο, την πιο στεναχωρημένη του έκφραση. Την αλήθεια του. Αυτό θα με ενδιέφερε να δω τώρα που έχω μεγαλώσει αν μια μέρα μπορούσα να φορέσω την μπέρτα του αόρατου.
Όταν τα πάντα γύρω σου λειτουργούν κάτω από τη σκοπιά ενός ρόλου που εξυπηρετεί σε κάποια συγκεκριμένη κατάληξη, δεν μπορείς να ξέρεις την αλήθεια μέσα στο μυαλό των ανθρώπων γύρω σου. «Κάνε ότι δεν τον είδες», είπα ασυναίσθητα χθες στη κολλητή μου όταν δίπλα μας πέρασε ο πρώην της. Και το έκανε. Γιατί ντράπηκε, γιατί είχε νεύρα μαζί του και είχε θιχτεί ο εγωισμός της, για χίλιους λόγους που την έκαναν τελικά να αντιδράσει διαφορετικά από ότι θα ήθελε. Στην ίδια περίπτωση, αλλά όντας αόρατη, είμαι σίγουρη πως θα καθόταν για ώρες να τον κοιτά, να παρακολουθεί τη κάθε του έκφραση, την κίνηση των χεριών του που πάντα την μάγευε, τον τρόπο που θα άναβε το τσιγάρο του.
Πόσες φορές έχω σκεφτεί να μπορούσα να μπω σπίτι κάποιου που μου αρέσει και να δω πώς περνά τον χρόνο του με όλους τους κινδύνους που κρύβει αυτό. Να δω ποιες είναι οι κρυφές του συνήθειες. Πώς λυτρώνεται από τα προβλήματά του, πώς καταπολεμά τους δαίμονές του. Λίγο σαν κατασκοπεία ακούγεται αυτό, το ξέρω, μα ουσιαστικά θα αφιέρωνα την μέρα μου ως αόρατη προσπαθώντας να μάθω καλύτερα τους ανθρώπους που με ενδιαφέρουν είτε είναι γνωστοί, είτε πολύ δικοί μου με άλλο φίλτρο πια.
Λένε πως η μεγαλύτερη αλήθεια του ανθρώπου φαίνεται την ώρα που πέφτει για ύπνο. Εκείνη τη στιγμή, θα τριγυρνούσα στα σπίτια των αγαπημένων μου ανθρώπων, θα τους αγκάλιαζα κι ας μην μπορούσαν να με νιώσουν και θα έριχνα μια ματιά στα μάτια τους λίγο πιο πέρα από τα συνηθισμένα. Ίσως αντάμωνα πάλι με κάποιους που πλέον δεν υπάρχουν στη ζωή μου, αλλά η εικόνα τους με έχει στοιχειώσει. Σε κάποιους που χρωστώ ακόμα μια κουβέντα μα φοβάμαι να την πω, θα περνούσα έτσι κρυφά να πω απλά μια καληνύχτα.
Το πέπλο που θα μας έκανε αόρατους, ταυτόχρονα θα μας έκανε λιγότερο εγωιστές και εγωκεντρικούς. Νιώθω πως θα μας έκανε πιο αληθινούς και πιο ατρόμητους μιας και θα είχαμε άγνοια κινδύνου ξέροντας πως μας προστατεύει και πως κανείς δε θα μας πιάσει στα πράσα. Ίσως λοιπόν, να πρέπει πού και πού να λειτουργούμε σαν να μη μας βλέπει κάποιος και να ζούμε αυθόρμητα, να κάνουμε στην άκρη τον εγωισμό και τυχόν φόβους που μας κρατούν πίσω από το να ζήσουμε αυτά που πραγματικά λαχταράμε. Από το να παρατηρήσουμε πραγματικά αυτούς που νοιαζόμαστε.
Έχουμε ξεχάσει να κοιτάμε ουσιαστικά τον άλλο στα μάτια και αρκούμαστε στην απάντηση «Καλά είμαι» που μας λένε άσχετα με το αν τα μάτια είναι κατεβασμένα ή συννεφιασμένα την ώρα που ξεστομίζει ο διπλανός μας τις λέξεις αυτές. Ζούμε πίσω από τον φόβο του «τι θα γίνει αν μιλήσω και πω αυτά που νιώθω», αν θα μας παρεξηγήσουν, αν θα ανταποκριθεί ο άλλος όπως θέλουμε και καταλήγουμε να μην εκφραζόμαστε με τον τρόπο που θέλουμε. Και μένουν πίσω πράγματα, καταστάσεις και λόγια ανείπωτα.
Επόμενος στόχος λοιπόν, είναι να μας ρωτήσουν σε λίγο καιρό «τι θα έκανες αν γινόσουν αόρατος για μια μέρα» και να απαντήσουμε με σιγουριά «τίποτε διαφορετικό από ό,τι κάνω τώρα»!
Επιμέλεια Κειμένου Λίνας Καλογερέα: Σοφία Καλπαζίδου