Στην αρχαία ελληνική μυθολογία λέγεται πως ο Νάρκισσος σε μια περιδιάβασή του στο δάσος, βρήκε μια λίμνη, σταμάτησε και καθώς έσκυψε από πάνω της και αντίκρισε για πρώτη φορά το είδωλό του στο νερό, μαγνητίστηκε τόσο από την ίδια του την ομορφιά που ερωτεύτηκε τον εαυτό του. Από εκεί άλλωστε βγήκε και η λέξη ναρκισσισμός –δηλαδή αγάπη προς τον εαυτό–, στην οποία αναφέρθηκε πρώτη φορά ο Φρόιντ το 1910. Κατά τον Φρόιντ, ο ναρκισσισμός είναι ένα στάδιο της εξέλιξης του ανθρώπου, το οποίο θεωρείται δεδομένο, καθώς κομμάτι της διαδικασίας εξερεύνησης και κατανόησης του εαυτού μας αποτελεί και το σώμα μας. Συγκεκριμένα, υποστηρίζει πως προτού φτάσουμε σε σημείο να γοητευόμαστε από άλλους ανθρώπους, περνάμε υποσυνείδητα από το στάδιο να ερωτευθούμε εμάς και το είδωλό μας στον καθρέφτη.
Υπάρχουν άτομα τα οποία ως επί το πλείστο -ενίοτε και αποκλειστικά- τα βρίσκουν πρωτίστως με τον ίδιο τους τον εαυτό και τείνουν να προτιμούν την ευχαρίστηση χωρίς την παρουσία άλλου προσώπου. Κατά τη διάρκεια της επαφής, σκέφτονται οτιδήποτε και οποιονδήποτε προκειμένου να ολοκληρώσουν, με τη διαφορά ότι το απολαμβάνουν περισσότερο όταν κοιτάζουν και ακουμπούν το δικό τους σώμα απ΄ ότι με άλλους ανθρώπους.
Κατά πόσο αυτή η προτίμηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει τον προσανατολισμό ενός ατόμου ή εάν απλώς θεωρείται γούστο και συγκεκριμένος τρόπος ζωής, είναι αμφίβολο κι αυτό γιατί βιώνεται με διαφορετικό τρόπο και σε διαφορετικό βαθμό από κάθε άτομο. Ορισμένοι καταφεύγουν στην ικανοποίηση τους μόνο όταν δεν είναι εφικτές άλλες εναλλακτικές, άλλοι αναγνωρίζουν πως απολαμβάνουν τόσο το δικό τους σώμα όσο από άλλα, και σίγουρα υπάρχει και η κατηγορία που υποστηρίζει πως περνάνε καλά αποκλειστικά και μόνο χωρίς παρέα.
Ψυχολόγοι ειδικοί σε θέματα σχέσεων και έρωτα υποστηρίζουν πως ως ένα βαθμό όλοι απολαμβάνουμε από τον εαυτό μας κι αυτό κυρίως λόγω της ψυχολογίας που κρύβεται πίσω από κάθε επαφή με άλλους ανθρώπους. Αν το σκεφτούμε λίγο, ακόμη κι όταν γοητευόμαστε και μας φτιάχνει η θέα και η σκέψη ενός άλλου σώματος πέραν του δικού μας, για να μπορέσουμε έχουμε επαφή μ’ έναν άλλον άνθρωπο, σημαίνει πως νιώθουμε αρκετά άνετα με το δικό μας σώμα. Αυτό ουσιαστικά σημαίνει πως αρέσει πρώτα σ’ εμάς αυτό που βλέπουμε και κατ’ επέκταση αισθανόμαστε πιο ποθητοί και στα μάτια του άλλου, πιστεύουμε πως θα αρέσουμε περισσότερο στον άνθρωπο που έχουμε απέναντί μας. Συνεπώς, υποσυνείδητα ή όχι, ερωτευόμαστε το δικό μας σώμα πρώτα, προτού αφεθούμε σε κάποιον άλλο.
Τίποτα το μεμπτό δεν υπάρχει σε μια τέτοια παραδοχή. Το να θαυμάζεις το σώμα σου και να το απολαμβάνεις, σε φέρνει πιο κοντά στην ανακάλυψη του εαυτού σου, στην αποδοχή του ακριβώς όπως είναι και στην αγάπη προς αυτόν. Άλλωστε και η επαφή μεταξύ ανθρώπων προϋποθέτει άνεση και απελευθέρωση, ώστε και τα δύο άτομα να μπορούν να βελτιστοποιήσουν την απόλαυση που θα λάβουν. Πώς μπορείς να φτάσεις σ’ ένα τέτοιο σημείο αν υπάρχουν άγνωστοι στην εξίσωση και ειδικά αν αυτός ο άγνωστος είναι η άγνοια προς το σώμα σου;
Επιπλέον, αν σκεφτούμε και την επαφή μπροστά σε καθρέφτη, κάτι το οποίο αρκετός κόσμος βρίσκει πολύ προκλητικό, εμπεριέχει στοιχεία απόλαυσης του ίδιου μας του εαυτού. Μπορεί να μην είχαμε ιδιαίτερα κάνει τη σύνδεση, αλλά ίσως το επιλέγουμε για να κοιτάμε και να θαυμάζουμε το δικό μας σώμα κατά τη διάρκεια της επαφής, αφού πρακτικά το σώμα του συντρόφου μας βρίσκεται ήδη στο οπτικό μας πεδίο. Μας δίνεται η δυνατότητα να παρατηρήσουμε το σώμα μας υπό την ιδιότητα ενός τρίτου, σε στιγμές πιο προσωπικές και να το δούμε σε διαφορετικές στάσεις και μορφές, κάτι που μας εξιτάρει.
Στον αντίποδα βέβαια, η υπερβολική αγάπη και προσοχή προς τον εαυτό μας ενδέχεται να αγγίξει ή και να ξεπεράσει τα όρια της εγωμανίας και συνεπώς να φέρει τα αντίθετα αποτελέσματα, καθώς μπορεί να μας απομακρύνει από τον έρωτα μια και καλή. Ας πάρουμε για παράδειγμα τον Νάρκισσο που ο μύθος τον θέλει να μένει μαγεμένος από την αντανάκλαση του ειδώλου του στο νερό, επειδή εξιδανίκευσε τον εαυτό του σε τέτοιο βαθμό και κατέληξε να αδιαφορεί πλήρως για τον έρωτα της νύμφης Ηχούς προς αυτόν. Εν τέλει έφυγε απογοητευμένος από τον ανεκπλήρωτο έρωτά του προς τον εαυτό του.
Η υπερβολική προσήλωση προς το εγώ μας μπορεί να φέρει αντίθετα αποτελέσματα, αφού ελλοχεύει ο κίνδυνος σταδιακά να πάψουμε να αποζητούμε τον έρωτα στο πρόσωπο ενός άλλου ανθρώπου, νομίζοντας πως κανείς δεν είναι αντάξιος της δικής μας ομορφιάς και μεγαλείου. Κανείς όμως δε γίνεται ελκυστικός και ποθητός έχοντας μια ακραία εγωκεντρική και αλαζονική στάση, με μοναδικό επίκεντρο τη δική του ικανοποίηση, αδιαφορώντας πλήρως για τις ανάγκες του άλλου. Φυσικά αυτό εναπόκειται στον καθένα από εμάς, καθώς ο έρωτας, όσο και να τον κυνηγά και να τον ποθεί η πλειοψηφία, δεν είναι για όλους. Αν τα άτομα τα οποία βρίσκουν ικανοποίηση και ολοκληρώνουν με μοναδική παρέα τον εαυτό τους είναι συνειδητοποιημένα και ξέρουν τι θέλουν και τι επιδιώκουν, κανένα απολύτως θέμα δεν υπάρχει.
Το μόνο σίγουρο είναι πως οφείλουμε στον εαυτό μας να γνωρίζουμε καλύτερα απ’ όλους το δικό μας σώμα. Να μάθουμε τι είναι αυτό που μας αρέσει, τι είναι αυτό που μας κάνει να αισθανόμαστε ασφάλεια και άνεση, πώς μας αρέσει να μας ακουμπάμε εμείς και πώς οι άλλοι, τι είναι αυτό που μας ικανοποιεί ή αυτό που μας ξενερώνει. Οφείλουμε σ’ εμάς να απολαμβάνουμε κάθε στιγμή, συνεπώς οι όποιες δοκιμές μάς φέρνουν όλο και πιο κοντά στην αυτογνωσία και αυτοπραγμάτωση.