Αν γενικότερα λέμε πως απαιτείται δεξιοτεχνία στη διαχείριση ενός μουσικού οργάνου, αδιαμφισβήτητα το πιάνο θεωρείται από τις μεγαλύτερες προκλήσεις. Κι αυτό γιατί με μια και μόνο ματιά διαπιστώνουμε πως απαιτείται να χρησιμοποιούνται ταυτόχρονα και τα δύο χέρια, τα οποία πρέπει να είναι εξίσου ενεργά καθ’ όλη τη διάρκεια του κομματιού που εκτελείται. Παράλληλα τα χέρια του ατόμου που παίζει πιάνει έχουν να χειριστούν 88 πλήκτρα στο σύνολο και μάλιστα ακολουθώντας -στις πλείστες των περιπτώσεων- διαφορετική ταχύτητα, κατεύθυνση, και ρυθμό το ένα από το άλλο, ταυτόχρονα με το συντονισμό των ματιών στην παρτιτούρα και τα πλήκτρα και το συγχρονισμό των ποδιών στο πεντάλ.
Για να μπορέσουν όλα αυτά να συνυπάρξουν αρμονικά, υπάρχουν πολλά πράγματα, αόρατα σε «γυμνό κι άβγαλτο» μάτι, που χρειάζεται να κατακτηθούν μέσα από τη διαδικασία εκμάθησης πιάνου. Δεξιότητες και ικανότητες που όχι μόνο χρησιμεύουν ώστε αυτό που ακούγεται να δικαιώνει τον πιανίστα και να χαϊδεύει τα αυτιά μας συμπαρασύροντάς μας στο ταξίδι της μελωδίας, αλλά βρίσκουν χρήση κι εφαρμογή και σε άλλες πτυχές της ζωής.
Η επίδραση που έχει στον νου το να παίζει κανείς πιάνο παρομοιάζεται από νευροεπιστήμονες με ολιστική εξάσκηση σώματος. Κι αυτό διότι παίζοντας πιάνο σχεδόν όλες οι περιοχές του εγκεφάλου ενεργοποιούνται ταυτόχρονα, περιοχές που έχουν να κάνουν με την κίνηση, τον έλεγχο, την όραση, τη συγκέντρωση, τη μνήμη, το να αφουγκραζόμαστε, να εστιάζουμε. Μάλιστα σε μελέτες που πραγματοποιήθηκαν παρατηρώντας αντιδράσεις του εγκεφάλου σε πραγματικό χρόνο (δηλαδή καθώς ένα άτομο έπαιζε πιάνο) παρατηρήθηκε πως αυξάνεται ο όγκος και η δραστηριότητα του εγκεφάλου, κυρίως στην περιοχή του μετωπιαίο λοβού (το τμήμα που είναι υπεύθυνο για την εκμάθηση ξένων γλωσσών, τον αυθορμητισμό, τη λήψη αποφάσεων, την κοινωνική συμπεριφορά), κάτι που επιτρέπει σε μηνύματα να μεταφέρονται γρηγορότερα και μέσω διαφορετικών και ποικίλων διαδρομών και βοηθά στη δημιουργική κι αποτελεσματική επίλυση προβλημάτων.
Ενώ δηλαδή συνηθίζουμε να λέμε πως κυριαρχεί είτε το δεξί είτε το αριστερό ημισφαίριο, τα οποία έχουν να κάνουν με το δημιουργικό και λογικό κομμάτι αντίστοιχα, άτομα τα οποία καταπιάνονται με την εκμάθηση μουσικού οργάνου και δη πιάνου, δημιουργούν μια γέφυρα επικοινωνίας μεταξύ των δύο που τους εξοπλίζει με τη δυνατότητα ταυτόχρονης ανάλυσης καταστάσεων χρησιμοποιώντας τόσο γνωστικά όσο και συναισθηματικά κομμάτια. Είναι ακριβώς εδώ που ανάμεσα στα δύσκολα τα οποία έχει να διαχειριστεί ένα άτομο που μαθαίνει ή παίζει πιάνο είναι η ικανότητά του να «καταργεί» την εκ φύσεως κυριαρχία που τείνει πάντα να έχει το ένα από τα δύο χέρια. Δεν είναι ότι τα άτομα αυτά έχουν γεννηθεί αμφίχειρα αλλά είναι μια ικανότητα που χτίζεται με εξάσκηση με αποτέλεσμα σταδιακά το λιγότερο κυρίαρχο χέρι να αποκτά ικανότητες και δύναμη που σχεδόν ισοδυναμούν μ’ αυτές του κυρίαρχου.
Στις ικανότητες και δεξιότητες που καλείται να αναπτύξει κανείς συγκαταλέγονται φυσικά και η συγκέντρωση, η πειθαρχεία, ο ορθός προγραμματισμός και η διαχείριση χρόνου, η υπομονή κι η επιμονή. Το να μπορεί κανείς να παίζει σχεδόν άρτια ένα κομμάτι στο πιάνο δεν είναι κάτι που επιτυγχάνεται με το πάτημα ενός κουμπιού. Είναι αποτέλεσμα συστηματικής εξάσκησης και καλλιέργειας της υπομονής. Υπομονής στα λάθη που γίνονται, επιμονής στα λάθη που επαναλαμβάνονται, στις δυσκολίες αντίληψης του τι συμβαίνει, στο γιατί δεν ακούγεται κάτι όπως πρέπει, στο τι πρέπει να αναπροσαρμόσει ώστε να το πετύχει. Πείσμα και πίστη στη διαδικασία, στο αποτέλεσμα, στον ίδιο του τον εαυτό, στην αξία της προσπάθειας και αντιμετώπισης των δυσκολιών που παρουσιάζονται. Στη διαχείριση της διαπίστωσης πως κάτι που μοιάζει κι ακούγεται τόσο ευχάριστο έχει ολόκληρα γρανάζια πίσω του που απαιτούν ψυχική δύναμη και δουλειά για να κατανοηθούν. Απαιτούν θυσία και προγραμματισμό προσωπικού χρόνου και την αφιέρωση των απαιτούμενων λεπτών κι ωρών ανά ημέρα. Καθένα από αυτά τα εμπόδια και στάδια αποτελεί μια μικρογραφία όσων συναντά κανείς και στην πραγματική ζωή.
Κάτι που δεν αναγνωρίζεται εύκολα είναι πως το πιάνο συμβάλλει στη σωστή στάση σώματος, καθώς παρότι κάθεται κάποιος καθ’ όλη τη διάρκεια της εκτέλεσης, η ορθή γωνία του κορμού, τα τεντωμένα χέρια, τα εύκαμπτα τεντωμένα και γρήγορα δάκτυλα, το σε εγρήγορση πόδι, κρατούν το σώμα σε μόνιμη «ένταση» και παράλληλα αρμονία, η οποία δουλεύει διαρκώς δημιουργώντας κι οπτικά μια όμορφη θελκτική ενεργειακή φιγούρα. Μια στάση που το άτομο υιοθετεί και στην καθημερινότητά του, στον τρόπο που κάθεται, που περπατά, που κινεί τα χέρια του.
Παράλληλα, το πιάνο βελτιώνει το συντονισμό των ματιών που μαθαίνουν να διαβάζουν δύο σειρές από μουσική καθεμιά σε διαφορετικό κλειδί, των χεριών που παίζουν ανεξάρτητα των δακτύλων αφού απαιτείται χρήση και των 10 δακτύλων κάτι που σπάνια συναντάται σε άλλα μουσικά όργανα και των αυτιών σχετικά με την προσοχή που απαιτείται να δίνεται στον ήχο που παράγεται και τις νότες που ακούγονται ώστε να μπορεί το άτομο να προσαρμόζει το πάιξιμό του ανάλογα.
Μάλιστα η ακουστική αυτή ικανότητα που καλλιεργείται βοηθά το άτομο και στην απόκτηση ενσυναίσθησης στις διαπροσωπικές του σχέσεις. Όπως για να μπορέσει ένα μουσικός να παραμένει εντός ρυθμού χρειάζεται να έχει δεξιότητες προσοχής και εστίασης στις λεπτομέρειες ώστε να αντιλαμβάνεται τι γίνεται, αυτές τις δεξιότητες μπορεί να τις μεταφέρει και στην καθημερινότητά του όταν θα κληθεί να δώσει προσοχή στα λεγόμενα των ανθρώπων που έχει απέναντί του, στις κινήσεις του σώματος, των χεριών, στις εκφράσεις του προσώπου. Θα μπορεί πιο εύκολα να τα ερμηνεύσει γιατί δε θα τα προσπεράσει απλώς αλλά θα μπει στη διαδικασία να τα αποκωδικοποιήσει με τον ίδιο τρόπο που μπαίνει στη διαδικασία να αποκωδικοποιήσει και τη μουσική που παράγει.
Η εκμάθηση πιάνου βελτιώνει την καλή μνήμη ενός ανθρώπου τόσο σε θέμα δημιουργίας και αποθήκευσης αλλά και ανάκλησης αναμνήσεων και πληροφοριών. Ανάμεσα στα σημεία του εγκεφάλου που διεγείρονται καθώς παίζει κανείς πιάνο είναι κι αυτά τα οποία ευθύνονται για την αποθήκευση πληροφοριών και κυρίως προφορικών/ακουστικών, με αποτέλεσμα ένα άτομο να μπορεί να θυμάται περισσότερα πράγματα και μάλιστα πιο γρήγορα και αποδοτικά.
Κι αυτό συμβαίνει διότι φαίνεται πως το μυαλό των ατόμων αυτών αποκτά ταμπέλες και κατηγοριοποιεί με μεγαλύτερη τάξη τις πληροφορίες που δέχεται, ώστε να είναι πιο εύκολο να ανατρέξει αργότερα σ’ αυτές. Είναι λες και δημιουργείται μια καλά οργανωμένη λίστα περιεχομένων, άριστα συνδεδεμένη με κάθε πληροφορία κι ανάμνηση. Μάλιστα έρευνες έδειξαν πως παιδιά τα οποία παρακολούθησαν μαθήματα πιάνου μπορούσαν να μάθουν και να συγκρατήσουν μέχρι και 20% περισσότερες λέξεις απ’ ότι συνομήλικοί τους, κάτι που φαίνεται να διατηρείται και να εξελίσσεται και μετέπειτα στη ζωή τους, αφού τα ίδια παιδιά ως ενήλικες μπορούν να συγκρατήσουν περισσότερα από ομιλίες και διαλέξεις.
Η Δρ. Ana Pinho η οποία δραστηριοποιείται γύρω από τη γνωστική νευροεπιστήμη σε έρευνά της που διεξήγαγε σε πιανίστες τζαζ μουσικής, διαπίστωσε πως τα κομμάτια του εγκεφάλου τους, τα οποία είναι υπεύθυνα για προκαθορισμένες/προεπιλεγμένες στερεοτυπικές λειτουργίες είναι λες και απενεργοποιούνταν καθώς έπαιζαν πιάνο. Αντίθετα, τα μέρη του εγκεφάλου υπεύθυνα για την πρωτότυπη δημιουργία και τον αυτοσχεδιασμό παρουσίαζαν αυξημένη ενεργητικότητα, ευρήματα που επιβεβαιώνουν πως η εκμάθηση πιάνου ενθαρρύνει και τη δημιουργικότητα.
Δε θα μπορούσε να μη γίνει αναφορά και στο γεγονός πως το να παίζει κανείς πιάνο λειτουργεί υποστηρικτικά στη διατήρηση της καλής ψυχικής του υγείας, αφού είναι λες κι εξοπλίζεται με εφόδια για καταπολέμηση του άγχους, της κατάθλιψης, της μοναξιάς, των αρνητικών συναισθημάτων και σκέψεων. Το πιάνο βοηθάει το άτομο να ηρεμήσει, να κατευνάσει το όποιο χάος υπάρχει στο μυαλό του και να αποστασιοποιηθεί από το χάος του εξωτερικού του περιβάλλοντος με σκοπό να ανασυγκροτηθεί. Μάλιστα αξίζει να σημειωθεί πως υπάρχουν κι ενδείξεις πως βοηθά στην καλύτερη αντιμετώπιση περιπτώσεων ατόμων -και κυρίως παιδιών- που παρουσιάζουν σύνδρομο ελλειμματικής προσοχής.
Κι ενώ το πιάνο έχει τόσα πολλά να προσφέρει σ’ ένα άτομο, εντούτοις έχει αδίκως ταυτιστεί από αρκετό κόσμο με μια κλασική, τυπική αγγαρεία στην οποία υποβάλλεται κάποιος, κυρίως παιδιά σχολικής ή προσχολικής ηλικίας. Μια παρανόηση ουσιαστικά που υπάρχει, εξαιτίας της άποψης που επικρατεί πως αν δεν πρόκειται κάποιος να ακολουθήσει σχετική καριέρα γύρω από το αντικείμενο αυτό, δε βλέπει κανείς και πώς μπορεί να φανεί χρήσιμο στη ζωή ενός ατόμου. Καιρός είναι λοιπόν να σταματήσει να γίνεται υπερβολική εστίαση στο τελικό αποτέλεσμα και το κατά πόσο η στεγνή γνώση θα χρησιμέψει αυτούσια κάπου κι αντ’ αυτού να δίνεται περισσότερη προσοχή στον ολιστικό εμπλουτισμό γνωστικών, συμπεριφορικών και συναισθηματικών ικανοτήτων και δεξιοτήτων που αποκομίζει το άτομο από την εκμάθηση πιάνου.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.