Σκεφτείτε πως με τη γέννησή μας, ερχόμαστε ουσιαστικά σ’ ένα κόσμο άγνωστο για εμάς, τον οποίο πρωτίστως προσπαθούμε να ερμηνεύουμε και μέσα στον οποίο χρειάζεται να μάθουμε να επικοινωνούμε κι έπειτα να πορευθούμε. Μοναδική μας πυξίδα είναι τα σημαντικά άλλα άτομα που μάς περιβάλλουν, κυρίως οι γονείς, οι δάσκαλοι, οι συνομήλικοί μας. Άτομα τα οποία παρατηρούμε διαρκώς κι από τα οποία εισπράττουμε διάφορα ερεθίσματα-κομμάτια και τα ενώνουμε ως μια ανάγκη για τη δημιουργία μιας εικόνας του κόσμου και της εικόνας του εαυτού μας σε σχέση μ’ αυτό.
Σ’ αυτό το στάδιο, είναι που παρουσιάζεται πρόσφορο έδαφος να γεννηθούν αρνητικές σκέψεις προς τον εαυτό, οι ονομαζόμενες στη γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία ως πυρηνικές πεποιθήσεις. Και δεν είναι τυχαίο που ονομάζονται πυρηνικές, καθώς προέρχονται από τα βαθύτερα στρώματα της ανθρώπινης ύπαρξης, ως αποτέλεσμα επεξεργασίας των ερεθισμάτων που λαμβάνονταν κατά τα πρώιμα στάδια της εξέλιξης του ανθρώπου. Το εντυπωσιακό ως προς την εδραίωσή τους είναι πως είναι σε τέτοιο βαθμό ενσωματωμένες με το άτομο, που τις πλείστες των περιπτώσεων δεν το καταλαβαίνει, έτσι φέρεται να τις υιοθετεί ακούσια και στην ενήλικη ζωή του. Στην πραγματικότητα όμως, αποτελούν στρεβλώσεις αυτών που το άτομο εισέπραττε από μεμονωμένα περιστατικά από παιδί, είτε λεκτικά είτε συμπεριφοριστικά.
Παρουσιάζονται συνήθως υπό τη μορφή μιας εσωτερικής φωνής, που την ακούς να σού λέει συχνά «Δεν είσαι αρκετός. Δεν είσαι καλός. Δεν είσαι έξυπνος. Δεν αξίζεις να αγαπηθείς. Είσαι χαζός. Έπρεπε να μπορείς να ανταπεξέλθεις καλύτερα. Δεν είσαι επιτυχημένος. Αν δεν καταφέρεις αυτό σημαίνει ότι είσαι ανίκανος». Αναρίθμητα λόγια-μαστίγιο, που όλα ανεξαιρέτως έχουν κάτι κοινό μεταξύ τους. Είναι υπεργενικευμένες έννοιες, στερεοτυπικές, πολύ απόλυτες και τελείως άκαμπτες. Κι εδώ ακριβώς έγκειται κι η παγίδα, καθώς μπορούν να βρουν εφαρμογή κυριολεκτικά παντού, σε όλους τους τομείς της ζωής μας.
Θα ακούσουμε να τίς λένε και περιοριστικές διότι ακριβώς περιορίζουν το άτομο μέσα σ’ ένα συγκεκριμένο πλαίσιο ιδεών που άλλοι δημιούργησαν γι’ αυτόν, αλλά που το άτομο στην πορεία των χρόνων ενστερνίζεται, το συντηρεί και το διαιωνίζει. Μάλιστα αρνείται κατά κάποια έννοια να απαλλαχθεί, εκούσια τουλάχιστον, διότι φοβάται για το τι μπορεί να υπάρχει εν απουσία του πλαισίου αυτού, τι θα απέμενε δηλαδή αν αφαιρούσε όλα αυτά τα επίπεδα που οι άλλοι του έχουν φορέσει στη διάρκεια των χρόνων. Διακρίνεται έτσι έντονα ο φόβος μήπως αφαιρώντας τα, αφαιρέσει και κομμάτια του εαυτό του, διότι από τον καιρό που έχουν μείνει «κολλημένα» επάνω του, νιώθει πως έχουν γίνει ένα με τον εαυτό του. Είναι και ο λόγος που μια αλλαγή των πεποιθήσεων αυτών δεν μπορεί να γίνει από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά σταδιακά.
Αρκετοί ενήλικες αν ερωτηθούν, θα πουν πως αισθάνονται αποτυχημένοι, στο εργασιακό τους περιβάλλον, στις διαπροσωπικές τους σχέσεις, στην προσωπική τους ζωή. Η αόριστη αυτή σκέψη της αποτυχίας, έχει συνδεθεί με το τι θεωρούσαν επιτυχία στην παιδική τους ηλικία. Κάποιος μπορεί να αισθάνεται έτσι επειδή ως παιδί αντιμετώπιζε μαθησιακές δυσκολίες και να άκουγε διαρκώς γονείς και δασκάλους να κάνουν σύγκριση με άλλα παιδιά, λέγοντάς του πως δεν είναι αρκετά καλός και άρα θα δυσκολευτεί μετέπειτα. Το παιδί αυτό, σε κάθε δυσκολία που θα συναντά μετέπειτα στη ζωή του, θα καταλήγει να μειώνει τον εαυτό του, θεωρώντας πως δεν είναι αρκετά καλός για να αντεπεξέλθει, ώστε να δικαιώσει και την πεποίθηση που τού δημιουργήθηκε απ’ όταν ήταν μικρός.
Ενδεχομένως και να έβλεπε τους γονείς του να αντιδρούν πιο ζεστά απέναντί του και να του έλεγαν πιο άνετα το «σ’ αγαπώ» όταν τα πήγαινε καλύτερα κι έτσι λανθασμένα το παιδί να δημιούργησε την πεποίθηση πως είναι άξιο αγάπης μόνο αν καταφέρει κάτι συγκεκριμένο και «σημαντικό». Μεγαλώνοντας θα το δούμε να δυσκολεύεται να πιστέψει πως πραγματικά ο σύντροφός του το αγαπά, χωρίς να υπάρχει προφανής λόγος για τον οποίον να κάνει τη σύνδεση.
Ή ακόμη, συναντάμε και το αντίθετο. Ένα παιδί να ήταν πολύ καλό στα μαθήματα και οι απαιτήσεις να ήταν πάντα υψηλές, έτσι ώστε αν τύγχανε και δεν αρίστευε κάπου, αυτό που άκουγε να ήταν πως χρειάζεται να προσπαθήσει περισσότερο την επόμενη φορά. Ένας τέτοιος ενήλικας, πιθανώς να καταλήξει να είναι ακραία τελειομανής σε πολλά επίπεδα της ζωής του και να θεωρεί συνεχώς τον εαυτό του ανίκανο ή αποτυχημένο, επειδή προφανώς συναντά και δυσκολίες στην πορεία του, κάνει λάθη στη δουλειά, στις επιλογές, στις σχέσεις του και δεν μπορεί να είναι ο τέλειος σύντροφος, ο τέλειος γονιός, ο τέλειος φίλος.
Οι πυρηνικές πεποιθήσεις είναι κάτι που το άτομο μπορεί να δουλέψει και να ξεπεράσει, αντικαθιστώντας τες με θετικές. Χρειάζεται όμως να αφουγκραστεί το μέσα του και να δει πώς ζει τη ζωή του σήμερα, να παρατηρήσει πώς συνάδουν οι λέξεις που χρησιμοποιεί για να χαρακτηρίσει τον εαυτό του με την πραγματικότητα και να μπορεί να δει ότι υπάρχουν έντονες ασυμφωνίες μεταξύ του τι πιστεύει και πώς βλέπει τον εαυτό του με το τι δείχνουν τα αποτελέσματα στη ζωή του.
Έπειτα χρειάζεται να παρατηρήσει τις αντιδράσεις του σε ενδεχόμενες αναποδιές στη ζωή. Σε ποιο βαθμό είναι αυτές δικαιολογημένες ή αν υπάρχει υπερβολή. Και σίγουρα, χρειάζεται να μάθει να χρησιμοποιεί τις αρνητικές λέξεις με περισσότερη προσοχή και να τις συγκεκριμενοποιεί. Δηλαδή, να μην προσωποποιεί τους αρνητικούς χαρακτηρισμούς. Όλοι αυτοί, είναι χαρακτηρισμοί των πράξεων, των μεμονωμένων περιστατικών και δεν πρέπει να προβάλλονται και να γενικεύονται σαν χαρακτηριστικά του ατόμου.
Το ίδιο ισχύει και ως προς τους χαρακτηρισμούς που απευθύνονται σε παιδιά. Αν ένα παιδί για παράδειγμα, προβεί σε μια κακή πράξη ή κάνει κάτι χαζό, αυτό δεν καθιστά αυτόματα το ίδιο το παιδί κακό, άχρηστο, χαζό, αφελές κ.ο.κ.. Συνεπώς εξηγούμε στο παιδί πως η πράξη που έκανε χαρακτηρίζεται ως τέτοια, όχι όμως το ίδιο το παιδί. Διαφορετικά διακινδυνεύουμε να περάσουμε στο παιδί την πεποίθηση πως το ίδιο είναι όλα αυτά τα αρνητικά πράγματα, καθώς δεν είναι ακόμη σε θέση να τα διαχωρίσει και συνεπώς ταυτίζεται με τους χαρακτηρισμούς.
Πέρα από τα λόγια που πρόβαλλαν άλλοι επάνω του, αυτό που εμποδίζει πολύ κόσμο να δει την επιτυχία του και την αξία του, είναι και το γεγονός πως ο ορισμός που δίνεται στη λέξη επιτυχία, -μια λέξη ομπρέλα εν τέλει-, στηρίζεται συχνά επάνω στα κριτήρια που επίσης πρόβαλλαν άλλοι επάνω του και όχι στα δικά του. Συνεπώς, ενώ βάσει διαφορετικού ορισμού, είναι ήδη επιτυχημένος, αδυνατεί να το δει διότι χρησιμοποιεί λανθασμένη αναφορά για την έννοια της επιτυχίας.
Τέτοιων μορφών αρνητικές σκέψεις είναι λογικό και σύνηθες να υπάρχουν στο μυαλό ολονών μας. Σε κάθε περίπτωση, η σοβαρότητά τους εξαρτάται από το είδος των πεποιθήσεων και το βαθμό στον οποίο καταλήγουν να γίνονται δυσλειτουργικές ως προς την ποιότητα ζωής του ατόμου. Είναι σημαντικό όμως να μην επιρρίπτουμε ευθύνες στον εαυτό μας, διότι δε φταίμε απαραίτητα εμείς για την ύπαρξή τους. Η δική μας ευθύνη ξεκινά από τη στιγμή που τις αναγνωρίζουμε κι έπειτα, καθώς αναγνωρίζοντάς τες, μπορούμε να κατανοήσουμε από πού πηγάζουν και να δουλέψουμε ευκολότερα την αναδόμησή τους.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου