Ένα «debate» που υπάρχει για χρόνια μεταξύ ψυχολόγων είναι κατά πόσο η προσωπικότητα ενός ανθρώπου παραμένει σταθερή σ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του και παρουσιάζεται ίδια σε διάφορες καταστάσεις και σχέσεις του ή μεταβάλλεται αναλόγως των περιστάσεων και αλλάζει με την πάροδο του χρόνου. Είναι κάτι σαν την λαϊκή απλουστευμένη ρητορική ερώτηση που ακούμε ή θέτουμε κι εμείς οι ίδιοι συχνά για το εάν μπορεί τελικά να αλλάξει ένας άνθρωπος ή όχι. Όσοι βέβαια καταπιάνονται με τέτοια θέματα θα γνωρίζουν ήδη πως -όπως πολλά άλλα θέματα σχετικά με την ανθρώπινη ψυχολογία και συμπεριφορά- έτσι κι σ’ αυτό χρειάζεται ανάλυση, προτού προβεί κανείς σε απόλυτα συμπεράσματα.
Ανά τα χρόνια, υπήρξαν ψυχολόγοι που υποστήριζαν πως η προσωπικότητα είναι κάτι το έμφυτο κι αμετάβλητο, το οποίο επηρεάζεται αποκλειστικά από γενετικούς παράγοντες. Άλλοι πάλι διαφωνούσαν με την τοποθέτηση αυτή, και συγκεκριμένα, ο Αμερικανός φιλόσοφος και ψυχολόγος William James, ήταν ο πρώτος που υποστήριξε πως η προσωπικότητα μπορεί να αλλάξει, αλλά μόνο μέχρι τα πρώτα χρόνια της ενήλικης ζωής μας. Μάλιστα στο βιβλίο του «The principles of Psychology» αναφέρει χαρακτηριστικά πως στους περισσότερους ανθρώπους η προσωπικότητα έχει οριστικοποιηθεί μέχρι την ηλικία των 30, παρομοιάζοντάς την με ένα κομμάτι γύψου το οποίο έχει σκληρύνει και δεν πρόκειται να μαλακώσει ποτέ ξανά.
Αυτή του η άποψη ήταν που έδωσε και το έναυσμα για διάφορες έρευνες που πραγματοποιούνται τα τελευταία χρόνια ώστε να διαπιστωθεί κατά πόσο η προσωπικότητα μεταβάλλεται, πώς μεταβάλλεται, υπό ποιες συνθήκες, σε ποιο βαθμό είναι δυνατό να αλλάξει και μέχρι πότε αυτό είναι εφικτό. Έκτοτε αρκετοί είναι οι ψυχολόγοι που ασπάστηκαν την άποψη του James και την πήγαν ένα βήμα πιο πέρα ψάχνοντας απαντήσεις στα πιο πάνω ερωτήματα.
Η Rodica Damian του Πανεπιστημίου του Χιούστον και ο Brent Roberts του Πανεπιστημίου του Ιλινόις της Αμερικής διεξήγαγαν μια έρευνα κατά την οποία μελέτησαν τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας συγκεκριμένων ατόμων, 50 χρόνια πριν και σήμερα, και κατέγραψαν τις αλλαγές που παρατηρήθηκαν. Τα ευρήματά τους κατέδειξαν πως ορισμένες αλλαγές ήταν αρκετά μεγάλες -κυρίως στα κομμάτια της προσωπικότητα2 που αφορούσαν τη συγκαταβατικότητα (τάση για συμπόνια, συνεργασία, προσιτότητα, γενναιοδωρία) και τη συνειδητότητα (τάση για οργάνωση, αποδοτικότητα, δέσμευση) και μάλιστα οι αλλαγές αυτές ήταν προς το καλύτερο. Αξιοσημείωτο είναι πως οι αλλαγές αυτές παρατηρήθηκαν ακόμη και σε άτομα ηλικίας 80 και άνω, κάτι που εγείρει ερωτηματικά για περαιτέρω ψάξιμο γύρω από την αρχική άποψη του James πως η αλλαγή και διαμόρφωση σταματά στην ηλικία των 30.
Βέβαια ο Roberts τονίζει πως κάτι τέτοιο δε σήμαινε πως οι άνθρωποι αυτοί παρουσίαζαν διαφορές σε κύρια χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς τους όλα αυτά τα χρόνια, αφού η γενική γραμμή που παρατηρήθηκε είναι πως ο τύπος της προσωπικότητας ενός ατόμου φαίνεται να παραμένει σταθερός, απλώς όχι τόσο άκαμπτος όσο πιστεύουμε. Δηλαδή ένα άτομο που παρουσιαζόταν αρκετά εξωστρεφές και κοινωνικό στα νιάτα του, έχει πολύ μεγάλες πιθανότητες να παραμείνει έτσι και στα 60-70 του -ίσως σε πιο μικρό βαθμό-, δεν είναι όμως ότι θα παρατηρηθεί μια εκ διαμέτρου αντίθετη αλλαγή. Οπόταν, έχοντας αυτό ως γνώμονα, ίσως ο James να μην ήταν και τόσο λάθος τελικά, απλώς να διατύπωσε τη θέση του με περισσότερη ακαμψία απ’ ότι ίσως έπρεπε.
Καθένα λοιπόν από τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας ενός ατόμου είναι μια μεταβαλλόμενη διάσταση με δύο άκρα (όπως είπε χαρακτηριστικά και ο ψυχολόγος Christopher Soto) και καθένας από εμάς τείνει να κλείνει προς ένα από αυτά. Αυτή η κλίση είναι που ορίζει και τον τύπο της προσωπικότητάς μας. Ανά τα χρόνια μπορεί ένα άτομο να κινείται κατά μήκος του άξονα αυτού, όχι όμως να ξεμακραίνει από τον κύριο τύπο του. Ή ακόμη κι αν γίνεται κάτι τέτοιο σε συγκεκριμένες περιόδους και καταστάσεις της ζωής του, πάλι δεν έχουν το χαρακτηριστικό της μονιμότητας. Έτσι αν δίναμε στον άξονα αυτό αριθμούς και βγάζαμε στο τέλος της μέρας έναν μέσο όρο των μετακινήσεων που καταγράφηκαν από τη συμπεριφορά ενός ατόμου, ο μέσος όρος θα ήταν κατά κανόνα κοντά στο ένα από τα δύο άκρα που όριζαν και τον γενικό τύπο της προσωπικότητάς του. Κι αυτό έχει λογική αν αναλογιστούμε τα λόγια του ψυχολόγου Frank Sulloway, ο οποίος αναφέρει πως κανένα από τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας ενός ατόμου δεν μπορεί να εξυπηρετήσει το άτομο καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του και σε όλες τις στιγμές, συνεπώς οι όποιες μετακινήσεις στον άξονα αυτό είναι φυσιολογικές.
Τι είναι όμως αυτό που προκαλεί τις μεταβολές; Σ’ αυτό παίζουν ρόλο τα ερεθίσματα που δέχεται ένας άνθρωπος υπό διαφορετικές συνθήκες, τους κοινωνικούς ρόλους που υιοθετεί στη ζωή του και τα άτομα που συναναστρέφεται σε κάθε φάση. Αν κάποιος για παράδειγμα εργάζεται ως παιδαγωγός σε βρεφοκομικό σταθμό και λειτουργεί υπό την ομπρέλα του κοινωνικού αυτού ρόλου, είναι περισσότερες οι πιθανότητες να παρουσιάζεται ως άτομο ευχάριστο, υπομονετικό, με φαντασία, πολύ δυνατές διαπροσωπικές και επικοινωνιακές ικανότητες και πειθώ. Χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως το άτομο αυτό παρουσιάζει με απόλυτο τρόπο αυτά τα χαρακτηριστικά σε όλες τις σχέσεις του. Αν βρεθεί για παράδειγμα με κάποιον άλλο, ο οποίος δεν είναι ομιλητικός, είναι απρόσιτος, εκπέμπει μια αυστηρότητα και μια ακαμψία, δε θα είναι διόλου παράξενο να προσαρμοστεί σ’ αυτά τα δεδομένα και να υιοθετήσει προσωρινά αυτά τα χαρακτηριστικά, προσαρμόζοντας καθ’ αυτό τον τρόπο την προσωπικότητά του.
Κατά τον ίδιο τρόπο, ένας άνθρωπος που ως επί το πλείστον είναι κακοδιάθετος, ειρωνικός απέναντί στους άλλους και μια μέρα παρουσιαστεί πιο χαρούμενος, χαμογελαστός, αρχίσει τα κομπλιμέντα, πει μια καλή κουβέντα τέλος πάντων, δεν είναι ούτε ότι άλλαξε από τη μια στιγμή στην άλλη ούτε κι ότι προσποιείται. Κατά πάσα πιθανότητα απλώς μεσολάβησε κάτι στη ζωή του τη φάση εκείνη που πυροδότησε ερεθίσματα χαράς κι ευχαρίστησης κι έτσι κι αντίδρασή του επηρεάστηκε. Δε σημαίνει όμως πως αυτό το κάτι έχει επηρεάσει σε τέτοιο βαθμό την προσωπικότητά του ώστε αυτή να αλλάξει 360 μοίρες και δη μόνιμα.
Συνδυαστικά και με τις αλλαγές που παρατήρησαν ο Roberts και η Damian βλέπουμε πως ενώ μεταβολές στην προσωπικότητα μπορούν να παρατηρηθούν για να καταλήξουν να είναι μόνιμες γίνονται σταδιακά και σε βάθος χρόνου και μάλιστα δεκαετιών, έχοντας κι ένα χαρακτηριστικό επαναληπτικότητας, αφού οι ξαφνικές και μόνιμες αλλαγές μέσα σε ώρες, μέρες ή κι εβδομάδες είναι αρκετά σπάνιες. Κι ενώ όλα αυτά έγιναν γνωστά μέσα από τις έρευνες των τελευταίων 50-60 χρόνων, ειδήμονες από την κοινότητα ψυχολόγων τονίζουν πως δεν έχουν ακόμη κατανοήσει απόλυτα όλα τα χαρακτηριστικά που διέπουν μια προσωπικότητα, αλλά ούτε και πλήρως όλους τους λόγους και τους τρόπους με τους οποίους προκαλούνται οι αλλαγές. Γι’ αυτό και μέχρι τώρα χρησιμοποιούν τον όρο-ομπρέλα «personality maturity» ο οποίος απλώς δείχνει μια τάση ωρίμανσης της ανθρώπινης προσωπικότητας, χωρίς όμως να καταλήγουν απόλυτα και συγκεκριμένα συμπεράσματα αφού θεωρούν πως ακόμη έχουν πολλά να ανακαλύψουν γύρω από αυτήν.
Τέλος, γύρω από των τομέα των σχέσεων μεταξύ συντρόφων, η Damian υποστηρίζει επίσης πως όλα αυτά που προκύπτουν από την έρευνά της, μπορούν να βοηθήσουν τον άνθρωπο μακροχρόνια. Δηλαδή αντί κανείς να αναμένει από τον σύντροφό του να παραμείνει ο ίδιος, κάτι που και από εξελικτικής άποψης είναι αδιανόητο, αφού θα σήμαινε πως δε βελτιωνόμαστε, καλύτερο είναι να αξιολογήσει συνειδητά αυτά που παραμένουν σταθερά στην προσωπικότητα του συντρόφου του και να δώσει προσοχή σ’ αυτά τα οποία μεταβάλλονται, ώστε να μπορεί να αγκαλιάσει και να αποδεχτεί τις όποιες μόνιμες μεταβολές. Διαφορετικά διατρέχει τον κίνδυνο αυτές να τον αιφνιδιάσουν κάποια στιγμή και να φτάσει στο σημείο να πει πως δεν αναγνωρίζει τον άνθρωπο που έχει δίπλα του επειδή έχει αλλάξει. Από τη στιγμή που κάτι τέτοιο δε γίνεται από τη μια στιγμή στην άλλη, για να φτάσει κανείς στο σημείο να πει κάτι τέτοιο πάει να πει πως δεν έδινε την απαιτούμενη προσοχή για μεγάλο χρονικό διάστημα και δεν αντιλήφθηκε τη σταδιακή μεταβολή σε ορισμένες συμπεριφορές.
Καταληκτικά, μέχρις στιγμής εξάγεται το συμπέρασμα πως η προσωπικότητά μας είναι μια μίξη σταθερών και μεταβλητών χαρακτηριστικών. Οι άνθρωποι είναι δυνατό να συμπεριφέρονται διαφορετικά και να προσαρμόζονται αναλόγως καταστάσεων, διάθεσης, σκέψεων και συναισθημάτων, με αποτέλεσμα να μπορούν και σε βάθος δεκαετιών να παρατηρηθούν μόνιμες αλλαγές και μάλιστα θετικές, δεν παύει όμως να υπάρχει μια θεμελιώδης συνέπεια στον τρόπο που συμπεριφέρονται. Ένας σταθερός κορμός στον οποίο κινούνται οι συμπεριφορές αυτές, μια παλέτα δηλαδή χρωμάτων που παρ’ όλη την ποικιλότητά της σε εντάσεις και συνδυασμό χρωμάτων, δεν παύει να εκπέμπει μια σταθερή συγκεκριμένη αύρα. Αυτήν που στο τέλος της ημέρας αποτελεί και το πορτρέτο μας και καθορίζει ποιοι είμαστε.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.