Ένα θέμα που καίει πολλά σπίτια όχι στην κυριολεξία, αλλά μεταφορικά -που εν τέλει φτάνει και στο ολοκαύτωμα πολλές φορές- είναι το «κολλητιλίκι» με το κινητό, το λάπτοπ κι όλα αυτά τα δαιμόνια κατασκευάσματα δήθεν επικοινωνίας.

Αποδεχόμαστε τα πλαίσια της ιδιωτικότητας γι’ αυτό εξάλλου και κρατάμε ισορροπίες διακριτικότητας. Δεν επεμβαίνουμε, δεν ανακρίνουμε, ούτε παραξενευόμαστε στις ιδιωτικές στιγμές του καθενός με το κινητό του ή τον υπολογιστή. Μέχρι ενός σημείου όμως, γιατί μετά η ιδιωτικότητα γίνεται πάθηση που ονομάζεται «ψύχωση».

Ψύχωση βεβαίως, μην αμφιβάλλεις, λίγες φορές έχεις δει άνθρωπο που σηκώνεται να πάει προς «νερού» του και να βουτάει το κινητό απ’ το τραπεζάκι για να του κάνει παρέα στην τουαλέτα; Σίγουρα έχεις συναναστραφεί με τέτοια άτομα τα οποία είναι λες και βάζουν στοίχημα κάθε φορά να σου σπάσουν τα νεύρα, τις αρτηρίες κι ό,τι ακόμα μεταφέρει αίμα, απ’ αυτό που σου ανεβαίνει στο κεφάλι. Και δικαίως συμβαίνει στην τελική.

Όχι γιατί δε σέβεσαι ή δεν κατανοείς τις παραξενιές ή τις συνήθειες του άλλου, γι’ αυτό εξάλλου κι ανέχεσαι την κατάσταση αυτή και συνεχίζεις να κρατάς τη διακριτικότητα που τόσο σε κλοτσάει στο καλάμι.

Είναι όμως κάποια άτομα, ρε παιδί μου, που είναι λες και θέλουν να σε προκαλέσουν. Μπορεί να είναι απλά συνηθισμένοι να έχουν αυτά τα μέσα ως φυσική προέκταση των άκρων τους, μπορεί επίσης να έχουν στ’ αλήθεια να κρύψουν κάτι. Αυτό δεν μπορούμε να το μάθουμε ποτέ γιατί η διακριτικότητά μας είπαμε πως είναι βασικό χαρακτηριστικό μας.

Αν παρ’ όλα αυτά κάποια μέρα χάσεις τον έλεγχο κι εκραγείς ή γίνεις αυτό που δεν ήσουν ποτέ -ένα αδιάκριτο μάτι- δικαιολογείσαι. Κι απ’ την κοινή γνώμη, αλλά κυρίως απ’ τον εαυτό σου. Καταλαβαίνεις πως είσαι άνθρωπος και ξεπέρασες τα όριά σου, οπότε σε υποστηρίζεις στην έκρηξή σου.

«Τι είδους έκρηξη μπορεί να δικαιολογηθεί», θ’ αναρωτηθείς. Μπορεί να είναι μια απλή ερώτηση τύπου «γιατί σε κάθε σου βήμα παίρνεις την έγκριση της τηλεφωνικής σου εταιρείας;», ίσως να είναι μια ερώτηση ειρωνική «θα κατουρήσεις εσύ ή το κινητό πρώτα;» ή ακόμα και μια παρατήρηση «εσύ αν δεν κατουράς με ραδιενέργεια, δε νιώθεις καλά». Όλα έχουν την προκλητικότητα των λέξεων που κάνει τον άλλο ν’ αντιδράσει.

«Και τι σε νοιάζει εσένα, κοίτα τη δουλειά σου». Νιώθοντας μετά άσχημα μ’ αυτό που σου εξάντλησε την υπομονή. Τέτοιες αντιδράσεις, συνήθως δείχνουν την ένοχη φύση του ραδιενεργούντος. Εννοούμε εδώ, πως έμμεσα παραδέχεται ότι σε κάθε του ανάσα παίρνει την έγκριση του κινητού του, κάτι που δείχνει είτε ανασφάλεια είτε στ’ αλήθεια κάτι που προσπαθεί να καλύψει.

Είπαμε να τα δεχτείς όλα αυτά. Κι εσύ εξάλλου, δε σηκώνεις πολλά-πολλά με τέτοιου τύπου ανακρίσεις. Κι είπαμε, η ιδιωτικότητα είναι απαράβατο χωράφι στη ζωή όλων των ανθρώπων. Αρκεί να μη φτάνει το επίπεδο του τσιμπήματος στο μηρό (πονάει πολύ εκεί).

Πάει για νερό, τσουπ το κινητό στην τσέπη. Πάει να πάρει χαρτί απ’ την κουζίνα να φυσήξει τη μύτη, τσεκάρει να δει αν είναι στην τσέπη το κινητό ή ακόμα χειρότερα βουτάει το λάπτοπ και πηγαίνει. Ακόμα κι αν αυτό σημαίνει πως τη μύτη θα τη φυσήξει μ’ ένα χέρι. Το θέμα δεν είναι το αν εν τέλει φύσηξε τη μύτη ή αν ήπιε νερό, το θέμα είναι πως δεν άφησε για τριάντα δευτερόλεπτα το κινητό στο τραπέζι. Ψύχωση, εμμονή, συνήθεια ή «κάτι τρέχει, ξύπνα επιτέλους;».

Αυτό δύσκολα το μαθαίνεις, διότι αν ρωτήσεις είσαι εκείνος ο αδιάκριτος άνθρωπος που στερεί δικαιώματα κι ελευθερίες, ακολουθεί τσακωμός, προσωπικές ενοχές για το μήπως το παράκανες και προφανώς το πηλίκο παραμένει μηδέν, διότι το κινητό είναι ακόμα στην τσέπη και το τάμπλετ παραμάσχαλα.

Όταν το κάνεις εσύ, θεωρείται υπερβολή, ενώ αν το κάνει ο άλλος είναι «φυσιολογικό και κοίτα τη δουλειά σου». Λογική μηδέν εδώ, σαν το πηλίκο. Μην κάτσεις να προσπαθήσεις μάταια να σκεφτείς αν θ’ αλλάξει κάτι. Η τρύπα στο νερό μόνο θα σου φανεί κάτι σαν πιθανή αλλαγή.

Δεν μπορεί να δηλωθεί με βεβαιότητα ότι πρόκειται περί ψύχωσης ή δικής μας καχυποψίας. Το σίγουρο της υπόθεσης είναι ότι έχει να κάνει με μια λάθος αντίληψη. Είτε της κοροϊδίας, είτε της υπερεκτίμησης της ηλεκτρονικής ζωής. Αναπόφευκτα η ιδιωτικότητα που σεβόμαστε και που διατηρούμε επίσης, όταν ξεφεύγει τόσο πολύ, αγγίζει τη μυστικοπάθεια. Στην πραγματικότητα όχι την αγγίζει μόνο, έχουν πάει και για καφέ. Με τα κινητά στο χέρι και τα λάπτοπ στις τσάντες τους, κρεμασμένες απ’ τον ώμο, εννοείται.

Αν δεις κάποιος να καταχράται το δικαίωμα της ιδιωτικότητάς του, πάρε αυτό το άλλοθι πίσω και καν’ το κίνητρο για ν’ απομακρυνθείς. Όχι γιατί είστε διαφορετικοί και δεν επιτρέπεις συμβιβασμούς, αλλά γιατί είτε μιλάμε για κρυψίνοες ανθρώπους ή για ασθενείς. Όπου φύγει, φύγει γρήγορα.

 

Συντάκτης: Μένια Ντελαβέγκα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη