Σ’ έναν κόσμο που αλλάζουν τροχιά οι πλανήτες, που μεταμφιέζονται οι εποχές λόγω των κλιματικών αλλαγών, που οι καιροί κι οι αξίες ξεθωριάζουν· κάτι πάντα μένει σταθερά, ανέγγιχτη στο χαμό που ονομάζεται αλλαγή, ο άνθρωπος.

Στην προκειμένη, δεν εννοούμε τη γονιδιακή εξέλιξη του ανθρώπου, αλλά την αλλαγή του· σαν χαρακτήρας, σαν προσωπικότητα και σαν υπόσταση στην κοινωνία γενικότερα. Πολλοί θα βρεθούν να φανατιστούν με το μότο ότι «ο άνθρωπος δεν αλλάζει». Κάποιοι άλλοι θ’ αντικρούσουν αισιόδοξα, υποστηρίζοντας πως αλλάζει αν συμβεί κάτι δυνατό στη ζωή του. Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση, με μια κλίση παραπάνω στ’ ότι δεν αλλάζει.

Ό,τι είσαι, ό,τι έγινες, είναι πια γεγονός. Ένα γεγονός που κανείς δε θα τ’ αλλάξει όσο κι αν προσπαθεί. Τα καλά και τα στραβά σου είναι εκεί, να σε ξεχωρίζουν από κάποιον άλλο. Δε θ’ αλλάξεις λοιπόν, όσο κι αν θέλει κάποιος.

Εμείς οι άνθρωποι το μόνο που ζητάμε με το που συναναστραφούμε με κάποιον, είναι να τον αλλάξουμε. Να τον προσαρμόσουμε σ’ εμάς, για να μας είναι όσο το δυνατόν πιο βολικό να ζήσουμε μαζί του. Ή για να μας γίνει πιο οικεία η ύπαρξή του στη ζωή μας. Επί της ουσίας ζητώντας μια απλή αλλαγή, επιβεβαιώνουμε ουρλιάζοντας τον ξεχειλισμένο εγωισμό μας.

Θέλουμε ν’ αλλάξουμε κάποιον για να φέρνει λίγο παραπάνω σ’ εμάς. Να ταιριάξει στα χνώτα μας, πώς το λένε; Να μεταποιήσουμε μια προσωπικότητα δηλαδή, για να κουμπώσει στα δικά μας κενά. Αν αυτή δεν είναι η έννοια του εγωισμού, τότε ποια είναι;

Κάποιες φορές ομολογουμένως, δεν πρόκειται για εγωισμό. Ζητάμε σε κάποιον ν’ αλλάξει όχι μόνο για να συμβάλλει στο τομάρι μας και τον ατομικισμό μας, αλλά για ν’ απαλλαγεί από κάτι καταστροφικό για τον ίδιο. Κάτι σαν φροντίδα προς τον άλλο θα ‘λεγε κανείς. Το νοιάξιμο που ταυτίζει το «εσύ» και το «εγώ» με λίγα λόγια. Εκεί ακριβώς που αυτές οι δύο αντωνυμίες, γίνονται συνώνυμες.

«Σταμάτα πια να φωνάζεις», «μην καπνίζεις άλλο», «πρέπει να σταματήσεις ν’ αγχώνεσαι», «πίνεις πολύ τελευταία», είναι φράσεις που ακούγονται συχνά. Εν μέρει αποσκοπούν στην αλλαγή, αλλά στην αλλαγή εκείνη που βελτιώνει τον άλλο. Αλτρουισμό θα τ’ ονομάζαμε – έτσι για να δειλιάσει λίγο κι ο εγωισμός.

Ακόμα και να νοιαστείς, να ενδιαφερθείς, ο άλλος δε θα σταματήσει ούτε να φωνάζει, ούτε ν’ αγχώνεται, ούτε να καπνίζει και να πίνει. Ίσως κάνει μια παύση όταν του το πεις. Στιγμιαία ή και προσωρινή. Ποτέ όμως η ένστασή σου δε θα μονιμοποιηθεί στην ιδιοσυγκρασία του.

Περί ιδιοσυγκρασίας πρόκειται, σωστά. Ό,τι συμπεριφορά προβάλλει κάποιος, είναι μια μικρή ενσωμάτωση στο «είναι» του και τις συνήθειές του. Συνήθειες ενοχλητικές, καταστροφικές ή μη, που όπως κι αν έχει είναι συνήθειες. Είναι «χούγια». Δε λένε να σ’ αποχωριστούν όσο κι αν χτυπάς κάτω τον κώλο σου. Όσα χαστούκια κι αν φας, όση απογοήτευση κι αν μαζέψεις.

Σίγουρα με τα χρόνια βλέπουμε διαφορές στους ανθρώπους. Όμως δεν πρόκειται γι’ αλλαγή, πρόκειται για προσαρμογή, για εξέλιξη. Η εξέλιξη δεν είναι είδος αλλαγής, μη τα μπερδεύουμε. Η εξέλιξη είναι αναγκαίο κακό. Είτε το θες είτε όχι, σμιλεύεσαι απ’ τον χρόνο, απ’ τις εμπειρίες κι αλλάζεις σχήμα, όχι υλικό.

Μπορεί όμως να βλέπουμε τον άλλο διαφορετικό ή αλλαγμένο, επειδή μπορεί εμείς να μεταποιήσαμε τη συσκευασία μας, να τροχίσαμε τις γωνίες μας. Είμαστε κυνηγοί υποτιθέμενων αλλαγών –μόνο– στους άλλους. Ποτέ σ’ εμάς. Γιατί εμείς «αυτοί είμαστε και σ’ όποιον αρέσουμε».

Πιστεύεις πως αυτό δεν μπορεί όμως να στο πει ο άλλος; Πάλι εγωισμό βάζεις μπροστά; Γιατί εσύ ψάχνεις για κάρτα αλλαγής στους άλλους ενώ ο ίδιος είσαι αμετάβλητος; Η δική σου κάρτα αλλαγής σε ποια σακούλα είναι τσαλακωμένη; Μήπως οι εγγυήσεις μας έχουν λήξει απ’ την παιδική μας ηλικία και τσάμπα περιμένουμε στο ταμείο για επιστροφή ή αντικατάσταση;

Το κακό έχει γίνει. Κανένας δε θ’ αλλάξει. Κανείς δε θα σου μοιάσει επειδή το ζητάς. Κανένας δε θα νοιαστεί για τον εαυτό του επειδή τον παροτρύνεις. Οι γωνίες αμβλύνονται, αλλά δεν ισοπεδώνονται.

Νομίζω κάτι ξεχάσαμε όμως ως ενδεχόμενο για τυχόν αλλαγή. Ν’ αγαπήσεις. Αν αγαπήσεις, τότε ναι. Αλλάζεις. Μεταμφιέζεσαι, γκρεμίζεσαι, ξαναχτίζεσαι, ανακαινίζεσαι. Όταν πάλι σ’ αγαπήσουν, εκεί να δεις πώς σ’ αλλάζουν. Σ’ αλλάζουν χωρίς να είναι αυτοσκοπός τους. Η αγάπη τους, απλούστατα, σε κάνει να παλεύεις συνεχώς να γίνεσαι καλύτερος. Δηλαδή, μόνος σου αλλάζεις και πάλι. Απλά με την υποβοήθεια αυτού του ριζοσπαστικού κινήτρου αυτήν τη φορά. Της αγάπης.

Να μην αλλάξεις για κανέναν και να μην αλλάξεις κανέναν. Ο άνθρωπος δεν αλλάζει. Δοκίμασε μόνο να τον αγαπήσεις. Η αλλαγή μετά θα μοιάζει τόσο εύκολη που θα την αρνείσαι καταφατικά, γιατί αγάπησες τη διαφορά κι όχι την ομοιότητα.

 

Επιμέλεια Κειμένου Μένιας Ντελαβέγκα: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Μένια Ντελαβέγκα