Είσαι στο μπαλκόνι πρωί-πρωί κι ετοιμάζεσαι για εκδρομή με την παρέα σου. Έχεις προετοιμάσει τα πάντα. Πετσέτες, μαγιό, αντηλιακά, φαγητό, το λάδι που πήρες για να μαυρίσεις ακόμη περισσότερο αυτό το καλοκαίρι -κι ας σου θυμίζει περισσότερο πετρέλαιο παρά λάδι μαυρίσματος. Είναι, λοιπόν, όλα στην εντέλεια κι εσύ απολαμβάνεις τον παγωμένο φραπέ σου. Η κολλητή καταφθάνει με το αμάξι -ξέρεις, εκείνη που τα καλοκαίρια κάνει τον ταξιτζή και σας πηγαίνει όπου θέλετε. Η μουσική στο τέρμα κι εσείς να ακούτε ό,τι πιο trash στην ελληνική δισκογραφία φωνάζοντας με όλη σας τη δύναμη τους στίχους σαν να τραγουδάτε κάτι με απίστευτο νόημα.
Κάπου εκεί, όμως, εσύ καταλαβαίνεις ότι κάτι δεν πάει καλά. Το κεφάλι σου πονάει, η μύτη σου τρέχει κι ένας θεός ξέρει τι μπορεί να συμβαίνει. Το αγνοείς φυσικά εντελώς, γιατί θες να περάσεις τέλεια. Μπαίνεις-βγαίνεις στο νερό κι όλα φαίνεται να βελτιώνονται, τελικά δε σε πονούσε και τόσο το κεφάλι σου. «Τέλεια, το γλύτωσα», λες από μέσα σου κι απολαμβάνεις λίγες ακόμα βουτιές και μερικές παγωμένες μπίρες απ’ το ψυγειάκι σας.
Ο ήλιος άρχισε να πέφτει κι έφερε μαζί του και την ώρα να γυρίσετε πίσω. Με το που φτάνεις σπίτι πετάς πετσέτες και μαγιό και τρέχεις να απολαύσεις το παγωμένο μπάνιο σου. Ξεπλένεις την αλμύρα από πάνω σου και κλασικά έχεις κοκκινίσει σαν τον κάβουρα. Βάζεις εκεί μπόλικη κρέμα και πέφτεις για ύπνο.
Έρχεται, όμως, το επόμενο πρωί και το σώμα σου τραγουδάει «40 βαθμοί λιώνει το κορμί», μη χαίρεσαι, η λύση είναι μία: θες αντιπυρετικό. Εκεί που όλοι σου οι φίλοι ψήνονται στην παραλία οικειοθελώς κάτω απ’ τον καυτό ήλιο, εσύ ψήνεσαι μέσα στους καυτούς τέσσερις τοίχους, χωρίς κλιματιστικό. Και σαν να μη φτάνει αυτό, τη μια στιγμή έχεις κρυάδες και τυλίγεσαι με την κουβέρτα που σου έχει φτιάξει η γιαγιά, ιδανική για την Αλάσκα και την άλλη ιδρώνεις σαν να έτρεχες τρεις ώρες κάτω απ’ τον ήλιο.
Ένα μπάνιο νομίζεις θα σε σώσει. Μπαίνεις λίγο να βραχείς μπας και νιώσεις καλύτερα, μπας και πέσει ο πυρετός, μπας κι επιβιώσεις. Αλλά όχι, τα πράγματα δεν είναι όπως τα θέλεις. Θα δροσιστείς για πέντε λεπτά, όσο θα είσαι μέσα στην μπανιέρα και μετά με το που στεγνώσει το νερό πάνω σου θα σκας πιο πολύ από πριν και προφανώς θα βρίζεις και θα φωνάζεις για τη μαύρη τύχη σου, που είναι παράδοση πια, κάθε καλοκαίρι να αρρωσταίνεις.
Κάθε τέτοια εποχή, θα χάσεις τουλάχιστον δυο προγραμματισμένες εκδρομές, συναυλίες, άπειρα μπάνια και νύχτες αγκαλιά με μπίρες και κοκτέιλ, γιατί εσύ θα είσαι αγκαλιά με τα παυσίπονα και τα αντιπυρετικά. Θα τρως καυτές σούπες μέσα στο κατακαλόκαιρο ενώ οι υπόλοιποι θα καταβροχθίζουν λαίμαργα δροσιστικά παγωτά. Όλο το χειμώνα, με κρύα, βροχές, καταποντισμούς και χιόνια, δε θα αρπάξεις ούτε ένα μικρό κρύωμα, αλλά με το που πιάσει ο καύσωνας και κανονίσετε δυο πράγματα με την παρέα, θα σου βγει απ’ τη μύτη κι εν τέλει εκείνες τις μέρες που θα είσαι άρρωστος δε θα απολαύσεις τίποτα, παρά μόνο θα βράζεις κυριολεκτικά και μεταφορικά στο ζουμί σου και στον πυρετό, φυσικά.
Όμως με το που θα γίνεις καλά, δε θα το καθυστερήσεις στιγμή, θα πάρεις ξανά αέρα και θα βγεις στο κυνήγι για νέες περιπέτειες. Οι παραλίες θα βαρεθούνε να σε βλέπουν να παλεύεις να αναπληρώσεις το χαμένο χρόνο εξαιτίας της καλοκαιρινής αρρώστιας. Ο τίτλος του αστακού θα σου ανήκει δικαιωματικά.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη