Έχεις πει κι εσύ τη φράση «άντε να περάσει αυτή η ώρα ή αυτός ο χειμώνας»; Άρα σίγουρα θα έχεις πει να περάσει κι αυτός ο χρόνος, αυτά τα χρόνια, να πάρεις πτυχίο, να βρεις δουλειά, να κάνεις οικογένεια να πάρεις σύνταξη. Και τι θα γίνει όταν όλα αυτά περάσουν; Θα κοιτάξεις πίσω σου και τι θα δεις;
Θα δεις εσένα ευτυχισμένο να απολαμβάνεις το πέρασμα του χρόνου ή εσένα να τρέχεις να προλάβεις την κάθε υποχρέωση που σε καλεί η κοινωνία να τελειώσεις και να φέρεις εις πέρας; Φαντάσου λοιπόν τον εαυτό σου σε 50 χρόνια. Πώς σου φαίνεσαι;
Και τι κάναμε στον ελεύθερο χρόνο μας αντί να επενδύουμε σε εμάς; Επιλέξαμε να αγναντεύουμε το ταβάνι και την τηλεόραση κλεισμένοι στον εαυτό μας, ξεχνώντας πως η πραγματική ευτυχία κρύβεται σε όλα αυτά τα μικρά πράγματα που εμείς τα θεωρήσαμε ασήμαντα.
Εξυψώσαμε την καριέρα, τα χρήματα, τα σπίτια και υπονομεύσαμε όλα αυτά που μπορούν να μας κάνουν βαθιά ευτυχισμένους, που μπορούν να κατακλύσουν τις αισθήσεις μας. Την αγάπη, τη φιλία, την οικογένεια, την επαφή με τη φύση και τον εαυτό μας. Όλα αυτά μας φάνηκαν ασήμαντα μπροστά στον ταχέως εξελισσόμενο τρόπο ζωής. Σημασία είχε μόνο να δουλεύουμε περισσότερο, να βγάζουμε περισσότερο χρήμα για να ζήσουμε, γιατί το χρήμα κινεί τον κόσμο. Το χρήμα, τα λεφτά. Μ’ αυτό μετρούσαμε τους ανθρώπους, με την τσέπη. Όσο μεγαλύτερη η τσέπη, τόσο καλύτερος ο άνθρωπος.
Οι φίλοι μας ήταν απλά υποχείρια και μια βιτρίνα που προβάλαμε στον κόσμο. Δεν τους νοιαστήκαμε ποτέ πραγματικά. Πάντα μέσα μας κρύβαμε ζήλια και φθόνο για εκείνους. Υπομονή καμιά δεν είχαμε για τα λάθη τους. Λες κι εμείς ήμασταν άψογοι και μπορούσαμε να κάνουμε υποδείξεις καλής συμπεριφοράς.
Τους γονείς μας τους παρατήσαμε στο έλεος του χρόνου. Τώρα πια ήμασταν οικονομικά ανεξάρτητοι και δεν τους είχαμε ανάγκη. Είπαμε πως εκτιμήσαμε όσα έκαναν για εμάς μα ποτέ δεν τους ευχαριστήσαμε. Το θεωρήσαμε δεδομένο. Τίποτα όμως δεν είναι δεδομένο σε καμία περίπτωση της ζωής μας.
Μεγαλώσαμε τα παιδιά μας με τα πιο εγωιστικά πρότυπα. Να κοιτάνε μόνο τον εαυτό τους, πως θα κάνουν την δουλειά τους. Τους διδάξαμε πως δεν υπάρχει φιλία, αγάπη κι εμπιστοσύνη. Άλλωστε, ήμασταν οι καταλληλότεροι για να το πούμε αφού εμείς είχαμε υιοθετήσει αυτά τα μονοπάτια, αυτές τις αξίες. Καλλιεργήσαμε μέσα τους το μίσος και την ανταγωνιστικότητα. Μεγαλώσαμε παιδιά μηχανές κι όχι παιδιά ανθρώπους.
Εμείς; Εμείς γίναμε μια μηχανή του συστήματος. Ένα όργανο παραγωγής χρημάτων και υλικών ανέσεων. Τρελαθήκαμε, νοσήσαμε ψυχικά και το μυαλό μας χάθηκε στο χάος της καθημερινότητας. Τα χάπια για τη ψυχική μας υγεία στο κομοδίνο πλάι μας στοιβάζονταν σωρός. Ο ύπνος ό,τι χειρότερο καθώς δεν μπορούσε να μας πάρει γλυκά και όμορφα αλλά μόνο καταναγκαστικά.
Τα διάβασες όλα αυτά λοιπόν, τα φαντάστηκες, τα ένιωσες. Αν όλα αυτά λοιπόν σου προκάλεσαν έστω κι έναν μικρό κόμπο στο στομάχι ή σε λύπησαν για το πώς μπορούμε να καταλήξουμε εμείς και το μέλλον μας, ξέρεις τι πρέπει να κάνεις μόλις κλείσεις αυτήν την καρτέλα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου