Η γλώσσα «κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει». Σοφός αποδεικνύεται, για ακόμη μια φορά, ο λαός, που περιγράφει, άκρως σουρεαλιστικά, μια υπόθεση κακεντρεχούς ειλικρίνειας. Είναι γνωστό, πως η αλήθεια που λέγεται με μοναδικό στόχο να πληγώσει κάποιον, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ωφέλιμη κι ευπρόσδεκτη.
Ακόμη κι αν αποδεχτούμε το ρητό, σύμφωνα με το οποίο «η αλήθεια πονάει», γίνεται αντιληπτό πως σημασία δεν έχει τόσο τι λέμε, αλλά κυρίως ο τρόπος που το λέμε. Κι η χειρότερη αλήθεια, αν πλαισιωθεί απʼ τις κατάλληλες λέξεις κι ειπωθεί με σωστό τρόπο, στο σωστό τόνο, δε θα επιφέρει τα ίδια αποτελέσματα στον ψυχισμό του ατόμου.
Όλα αυτά, όμως, δεν έχουν καμία σημασία κατά τη διάρκεια ενός καβγά. Μια ερωτική σχέση ανάμεσα σε δύο άτομα βασίζεται, κυρίως, στα λόγια. Στις γλυκές κουβέντες που ανταλλάζουν καθημερινά και στις κρυφές υποχωρήσεις που καθένας τους κάνει, χωρίς να χρειάζεται πάντα να καυχιέται γιʼ αυτό.
Συμβιβασμοί που γίνονται ενστικτωδώς, κι ενοχλητικές συμπεριφορές που παραγράφονται μπροστά σʼ εκείνα που έχεις μάθει νʼ αγαπάς στον άλλον, ξαφνικά, κάνουν την εμφάνισή τους.
Ο καβγάς ξεκινά από μια ανούσια αφορμή. Η αιτία έχει πάντα πιο βαθιά τις ρίζες της. Κι όσο προχωράει η διαδικασία και φουντώνουν τα συναισθήματα, τόσο αλλάζει κι ο τρόπος που μιλάμε. Πιο δυνατά και πιο κοφτά. Με θυμό κι ένα βλέμμα γεμάτο κακία.
Ο καβγάς είναι μάχη κι αφού ο μοναδικός μας στόχος είναι να βγούμε νικητές, πρέπει να χτυπήσουμε τον αντίπαλο ακριβώς στο σημείο που πονάει. Σκανάρουμε το θύμα μας, όση ώρα μιλάει, και ξέρουμε, ακριβώς, πότε πρέπει να πετάξουμε το δηλητήριο. Οι λέξεις τοξικές εκτοξεύονται και τρυπάνε τη σάρκα του αντιπάλου. Και δεν έχει πια τόση σημασία ο τρόπος που τις είπαμε, όσο ότι καταφέραμε να τις πούμε.
Όσα λόγια ειπώθηκαν μέσα σʼ έναν καβγά, έκρυβαν πάντα μια δόση αλήθειας. Κι αυτή ακριβώς η αλήθεια που εμπεριέχουν, είναι που βλάπτει αυτόν που θα την ακούσει. Στην προσπάθεια επίθεσης κατά τη διάρκεια ενός τσακωμού, το μυαλό επαναφέρει όσα έχουμε καταφέρει να καλύψουμε. Όσα μας ενόχλησαν και δεν το δείξαμε. Μιλάμε, ακόμη, και για πράγματα που μπορεί να μας πείραζαν στην αρχή και πλέον δεν έχουν καμία σημασία.
Πάντα οι λέξεις έχουν μια δόση υπερβολής. Πρέπει, άλλωστε, να υποστηρίζουν επαρκώς το προσωπικό μας δράμα. Όσο πιο καίρια τα χτυπήματα, τόσο μεγαλύτερο το δικό μας ελαφρυντικό. Πετάμε την μία κακία μετά την άλλη. Επιλέγουμε λέξεις που, υπό κανονικές συνθήκες, δε θα ξεστομίζαμε ποτέ. Όσο πιο άσχημα ακούγονται σʼ εμάς αυτά που λέμε, τόση περισσότερη ζημιά ξέρουμε πως θα προξενήσουν.
Ακόμη κι αν μετανιώσουμε για όσα είπαμε ,στο τέλος, πάντα θα νιώθουμε μια ανακούφιση. Γιατί είχαμε κρατήσει μέσα μας κάτι που μας ενοχλούσε εδώ και καιρό κι αποφασίσαμε να το ξεφορτωθούμε, με το να το χρησιμοποιήσουμε, ως όπλο καταστροφής, την ώρα της διαμάχης. Δεν είναι τόσο οι βωμολοχίες, όσο οι αλήθειες που λέγονται χωρίς κανένα περιτύλιγμα.
Η απογυμνωμένη αλήθεια έχει έναν μοναδικό τρόπο να ξεσκίζει τα μύχια της ψυχής. Συμπεριφορές που μας πείραξαν και τις προσπεράσαμε, έρχονται στην επιφάνεια, για να κάνουν τη γλώσσα διχαλωτή και να στάξουν φαρμάκι. Γιατί οι μεγαλύτερες αλήθειες έχουν ειπωθεί στην πλάκα κι ασυναίσθητα πάνω σε κάποιο καβγά.