Εκείνη η ερωτική επιστολή που κάποτε τόλμησες κι έστειλες. Ή εκείνη που έμεινε αποθηκευμένη σε κάποια πρόχειρα να τη σκονίζουν οι αμφιβολίες. Αυτόματες καταγραφές ή δομημένες εξομολογήσεις, είναι τα δικά σας αληθινά ερωτικά γράμματα και τα θέλουμε. Τόλμησε να τα μοιραστείς μαζί μας και με το πρόσωπο που απευθύνονται. Τα περιμένουμε στο info@ pillowfights.gr με τίτλο «Συστημένα».

 

Καθόμουν στο μετρό με τα ακουστικά μου, ακούγοντας την αγαπημένη μου playlist (εκείνη που συνέταξα μετά τον πρώτο χωρισμό μας) και περιλάμβανε όλα εκείνα τα τραγούδια που χαρακτήριζες ως καταθλιπτικά και δεν είχες άδικο. Στον επόμενο στίχο σε θυμήθηκα αμυδρά.

Όλα με εσένα μου φάνηκαν τόσο αστραπιαία, έμοιαζες με κεραυνό που μονάχα η λάμψη του σε φοβίζει, αλλά σε εμένα έδωσες πνοή, σαν να πυροδότησες κάτι μέσα μου και να αντιλήφθηκα τι σημαίνει να ζεις. Μετά από αυτό μου τη στέρησες, είχες γίνει η μόνη μου αλήθεια, η σταθερή μου βάση και έπειτα μεταμορφώθηκες σε ένα όμορφο ψέμα που δε θα μπορούσα όμως να μην το έχω ακούσει. Η μορφή σου πλέον ήταν πιο ξεκάθαρη στο μυαλό μου, εκείνη την ημέρα είχες μία μελαγχολία στα μάτια σου, ο κόσμος μου είχε σκοτεινιάσει, με κοιτούσες με ένα μόνιμο μειδίαμα στα χείλη γεμάτο σιγουριά, μπορούσες να προβλέψεις ήδη την επερχόμενη καταστροφή. «Πόσο λες να κρατήσει;» με ρώτησες σαν να περίμενες μία συγκεκριμένη απάντηση γι’ αυτό το απροσδιόριστο μεταξύ μας και σου απάντησα μεγαλεπήβολα.

Ήσουν από εκείνους τους ανθρώπους που συναντά κάποιος μία φορά στη ζωή του και τους θυμάται για πάντα, παρ’ όλο που εσύ ο ίδιος αδυνατούσες, αρνιόσουν πεισματικά να αντιληφθείς το βάρος αυτής της λέξης. Ούτε πίστευα στην αιωνιότητα, ούτε πιστεύω αλλά για το «όσο αντέξουμε» ήταν ένα δικό μου «πάντοτε». Μπορώ να ομολογήσω πως αυτή η αοριστία μας ήταν πολύ, σχεδόν υπερβολικό φορτίο, τόσο που ένιωσες ότι φθείρεσαι. «Δεν είμαι εγώ αυτός που ζητάς», συμπλήρωσες με τα μάτια σου κι εάν σε είχα πιστέψει ίσως θα ήμουν μία άλλη τώρα. Αλλά ποιος παραδέχεται ότι κάνει λάθος στον έρωτα;

Οπότε προσπάθησα να σε πείσω, να σε ηρεμήσω, να σου (απο)δείξω μία άλλη πλευρά του έρωτα, όμως ήσουν ανένδοτος. Σε άφησα να φύγεις, σκέφτηκα πως σε βρήκα και σε έχασα· αλλά αυτή ήταν μόνο η πρώτη φορά.

Έπεσα και σιγά σιγά σηκωνόμουν, μέχρι που ήρθες πίσω, με πήρες στην αγκαλιά σου και με έφερες πίσω στη ζωή. «Μία τελευταία φορά…» μου υποσχέθηκες και συμφώνησα μέσα μου να είναι η τελειωτική, μετά από εκείνη να μην υπάρξει άλλη, να προσπαθήσουμε για λίγο ακόμη κι όπου μας βγάλει αυτή τη φορά. Πόσο λάθος κάναμε τότε; Βρίσκομαι λοιπόν, ένα απλό απόγευμα Τρίτης μέσα στο μετρό για να σε ξανασυναντήσω, έχω χάσει το μέτρημα για τις «τελευταίες προσπάθειες» μας, σαν να μην έχουν πλέον σημασία. «Προσπαθούμε και όπου μας βγει, σωστά;» σε ρώτησα όταν σε αντίκρισα. Μου χαμογέλασες απαντώντας μου πως «μία βρίσκουμε ο ένα τον άλλον και μία τον χάνουμε αλλά εάν δεν τον βρούμε σίγουρα θα χαθούμε» κι αναρωτιέμαι: πόσες φορές ακόμη θα χαθώ για (να με) βρω (σε) εμάς;