Εκείνη η ερωτική επιστολή που κάποτε τόλμησες κι έστειλες. Ή εκείνη που έμεινε αποθηκευμένη σε κάποια πρόχειρα να τη σκονίζουν οι αμφιβολίες. Αυτόματες καταγραφές ή δομημένες εξομολογήσεις, είναι τα δικά σας αληθινά ερωτικά γράμματα και τα θέλουμε. Τόλμησε να τα μοιραστείς μαζί μας και με το πρόσωπο που απευθύνονται. Τα περιμένουμε στο info@ pillowfights.gr με τίτλο «Συστημένα».

 

Είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου, πως στη ζωή μου θα επιδιώξω μία ήρεμη σχέση, δίχως πολλές εντάσεις και τσακωμούς, δίχως να ανησυχώ συνεχώς· αλλά πότε μπορείς να προβλέψεις στον έρωτα; Ήσουν εκείνο το εντυπωσιακό αγόρι που διαβάζουμε στις ρομαντικές ιστορίες, ο αντιήρωας του παραμυθιού, κάπνιζες, είχες κρυμμένα δύο τατουάζ στο σώμα σου, έμπλεκες σε καβγάδες και ντυνόσουν πάντοτε στα μαύρα σαν να ήξερες πως κάτι θα σταματούσε κάποια στιγμή να υπάρχει, πενθούσες για μία άγνωστη απώλεια που ακόμη δεν είχε συμβεί.

Αποφάσισα να μην εκπέσω στην παγίδα της γοητείας σου αλλά ίσως δεν ήταν δική μου απόφαση. Με διεκδίκησες με έναν διαφορετικό τρόπο (για εμένα), σχεδόν ποιητικό -ακόμα και όταν στο παραδέχτηκα αργότερα δε με πίστεψες-, απαιτητικό και ταραχώδη αλλά απέρριπτα συνεχώς εσένα και την ιδέα που πάσχιζες να μου εμφυσήσεις.

Πίστεψα πως ήμουν ακόμα ένας στόχος όπου εξαιτίας του υπέρμετρου εγωισμού σου ήθελες να επιτύχεις. Πίστεψες πως ήμουν ακόμα μία, δίχως ιδιαίτερο ενδιαφέρον και απλώς θα περνούσες λίγο από τον χρόνο σου. Πόσο λανθασμένα σκεφτήκαμε και οι δύο! Κοιταχτήκαμε θυμάμαι μια μέρα, απογοητευμένοι και κατάκοποι από το συνεχές, συναισθηματικό κυνηγητό -που λατρεύαμε αμφότεροι- με μια κατανόηση που συνοδευόταν από την παραίτηση των τειχών μας.

Μου χάρισες ένα πονηρό χαμόγελο περιμένοντας από εμένα να ανταποδώσω στο κάλεσμά σου αλλά σε γείωσα απευθείας οπότε αγανακτισμένος αποφάσισες να με εξυψώσεις στον ουρανό. Κάτι ανάμεσα στο απροσδόκητο φιλί μας, στη σύγκρουση των σωμάτων μας και στο μεθυστικό σου άρωμα με ώθησε στον γκρεμό που δεν ήξερα ότι είχα αποφασίσει να αφεθώ. Ήσουν κτητικά εγωιστικός όσον αφορούσε εμένα κι εάν κάποιος με ρωτούσε τα χαρακτηριστικά που απεχθάνομαι θα ονομάτιζα αυτά που σε εσένα φάνταζαν ιδανικά, σχεδόν ουτοπικά.

Όμως εμείς ήμασταν σαν το αλκοόλ με τα σπίρτα: εύφλεκτοι, επικίνδυνοι και καταστροφικοί ο ένας για τον άλλον, μια σπίθα μακριά απ’ το ολοκαύτωμα.

Ομηρικοί καβγάδες, καταρράκτες από κλάματα, αναπάντητα τηλέφωνα, χτυπήματα στις πόρτες τα μεσάνυχτα, αποτσίγαρα πεταμένα στο πάτωμα, ημιτελή βιβλία, άδειες σκέψεις και κενό βλέμμα. Αλλά μπροστά στη θέα του χωρισμού δείλιαζες ακόμα κι εσύ, απορρίπτοντάς την απευθείας ως ενδεχόμενο. Ενώ εγώ; Απέφευγα συνειδητά να σκεφτώ πως θα τοποθετούσαμε μία τελεία στον έρωτά μας, εμείς που ζούσαμε για τα αποσιωπητικά, τα ερωτηματικά και τα θαυμαστικά. Οπότε τα υπομείναμε όλα και τα ξεπερνούσαμε σταδιακά.

Μονάχα εκείνη τη φορά που αποφασίσαμε ως έσχατη λύση να χωρίσουμε, αντέξαμε μακριά ο ένας από τον άλλον για λιγότερο από 24 ώρες- ανήκουστο για εμάς. Ήρθε λοιπόν η στιγμή όπου έπρεπε να εμπλακούμε σε έναν τελευταίο καβγά για να καταλάβουμε την μη υγιή τροπή που είχαμε πάρει, όμως «μπορούμε να την καταπολεμήσουμε, σωστά;», με είχες ρωτήσει εκείνο το βράδυ που καθόμασταν αγκαλιά με τα συντρίμμια γύρω μας και μέσα μας να μας αποδεικνύουν περίτρανα πως όχι.

«Μονάχα μη μου πεις να φύγω», αποκρίθηκα χαμογελώντας.

Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου