Εκείνη η ερωτική επιστολή που κάποτε τόλμησες κι έστειλες. Ή εκείνη που έμεινε αποθηκευμένη σε κάποια πρόχειρα να τη σκονίζουν οι αμφιβολίες. Αυτόματες καταγραφές ή δομημένες εξομολογήσεις, είναι τα δικά σας αληθινά ερωτικά γράμματα και τα θέλουμε. Τόλμησε να τα μοιραστείς μαζί μας και με το πρόσωπο που απευθύνονται. Τα περιμένουμε στο info@ pillowfights.gr με τίτλο «Συστημένα».
Εξομολογείται η Θ.Κ.
Εκείνο το τραγούδι που λέει «μέσα στο ημίφως, ως συνήθως» το ξέρεις; Ε, κάπως έτσι. Στο ημίφως… Σε εκείνο το «ημί» που ποτέ δεν ολοκληρώθηκε.
Λένε πως το να γράφεις όσα νιώθεις είναι ψυχοθεραπεία. Αλαφραίνει η ψυχή σου, έτσι λένε. Και δηλαδή, πιστεύεις ότι αν γράψω για σένα, έτσι ξαφνικά θα σε ξεχάσω; Θα σταματήσω να σε σκέφτομαι; Φίλε, ξέρεις τι είναι απωθημένο; Το έχεις νιώσει ποτέ; Αν όχι, τότε είσαι τυχερός. Αν ναι, σε καταλαβαίνω, ξέρω τι περνάς. Το έχω συνηθίσει πια.
Σε γνώρισα εντελώς τυχαία, ένα Σάββατο που νόμιζα πως θα ‘ναι όπως όλα τα άλλα. Δεν ήταν όμως! Ήρθα τυχαία στο μαγαζί που τραγουδούσες, με προσέγγισες με ενθουσιασμό, μου άρεσε, έφυγα. Ήρθα ξανά, ένα μήνα αργότερα, αισθανόμουν την ανάγκη να υπάρξουμε έστω και για τρεις ώρες στον ίδιο χώρο. Σε είδα, κανονίσαμε μια βόλτα που ποτέ δεν πήγαμε.
Προσπάθησα να έχουμε μια επαφή μέσω μηνυμάτων, έστω αυτό. Έστω κάπως να μαθαίνω νέα σου, να ξέρω πως με σκέφτεσαι έστω και λίγο. Πολλά «έστω» μαζεύτηκαν, πολλοί κι οι συμβιβασμοί. Μέχρι που μιλήσαμε για όλα κι ούτε το καταλάβαμε. Δεν ήξερα αν έχεις κάτι στη ζωή σου, δε με ένοιαζε. Με ένοιαζε που μιλούσαμε για Φρόιντ και σκουπίδια των ριάλιτι. Με νοιάζει που γουστάραμε Χαλκιδική και Πανούση, που ήταν τα ωράριά μας κοινά, που σου άρεσαν κι εσένα τα πατατάκια γαρίδα κι ας ήμασταν οι μόνοι δυο στον κόσμο. Είχες τον τρόπο σου, μοναδικός και ερωτεύσιμος. Σε κάτι, όμως, κολλούσες.
Ο καιρός πέρασε και δε σε ξαναείδα, άλλαξες πόλη. Προχώρησα παρακάτω, αλλά εσύ εκεί, παρέμεινες σε μια γωνιά στο μυαλό μου. Τα μάτια σου, το χαμόγελό σου, τα λόγια σου, το τραγούδι που μου αφιέρωσες στο μαγαζί εκείνο το Σάββατο. Αποφάσισα κάποια στιγμή να σου εξομολογηθώ όσα ένιωθα για σένα, νομίζοντας πως έτσι θα κατάφερνα να ξεχάσω. Πως θα κατάφερνα να σε διώξω απ’ τις σκέψεις μου, να σε αδειάσω από μέσα μου. Δεν κυλούν πάντα έτσι τα πράγματα. Κάτι τόσο δυνατό δεν μπορείς να το τιθασεύσεις ξεστομίζοντας εκατό λέξεις. Δεν είναι διαγώνισμα έκθεσης, αν και θα το προτιμούσα.
Και φτάνουμε στο σήμερα. Δύο χρόνια μετά, με ένα ραντεβού που ποτέ δεν κανονίσαμε. Εγώ να σε έχω στο μυαλό μου κι εσύ να κάνεις τη ζωή σου. Και ξέρεις τι; Δεν είχα ποτέ την απαίτηση να μου πεις πως κι εσύ νιώθεις το ίδιο. Δεν είχα καν την απαίτηση να συνεχίσουμε να μιλάμε. Απάντηση ήθελα, που ίσως και να τη δικαιούμουν.
Προσπάθησα, αλήθεια, να σταματήσω να αποζητάω την επικοινωνία μας. Και προσπαθώ ακόμη. Το παλεύω μέσα μου. Δεν ξεμπερδεύεις με ό,τι ποτέ δεν έγινε, λένε. Δίκιο έχουν. Είμαι ακόμα εδώ. Γι’ αυτό το «αν» που θα μπορούσε να γίνει «τώρα». Γι’ αυτό που θα μπορούσαμε να έχουμε. Προσπάθησέ το ή απλά σταμάτα το. Δώσε μια κατάληξη! Κάν’ το. Το έχω ανάγκη. Για να είμαι ήρεμη. Για να μη ζω μέσα στην αμφιβολία και στα «ίσως κάποια μέρα».
Αυτά από μένα. Ώρα 04:47, ξημερώματα Πέμπτης 16/09. Σε σκέφτομαι. Πάλι. Όπως και τόσα άλλα βράδια. Πρέπει να κοιμηθώ, ώστε να ξυπνήσω και να προσποιηθώ ότι είναι απλώς μια Παρασκευή. Αστείο, δε νομίζεις;