Εκείνη η ερωτική επιστολή που κάποτε τόλμησες κι έστειλες. Ή εκείνη που έμεινε αποθηκευμένη σε κάποια πρόχειρα να τη σκονίζουν οι αμφιβολίες. Αυτόματες καταγραφές ή δομημένες εξομολογήσεις, είναι τα δικά σας αληθινά ερωτικά γράμματα και τα θέλουμε. Τόλμησε να τα μοιραστείς μαζί μας και με το πρόσωπο που απευθύνονται. Τα περιμένουμε στο info @ pillowfights.gr με τίτλο «Συστημένα».
Εξομολογείται η Χ προς τη Σεβ.
Κάθε βράδυ το ίδιο όνειρο. Να με ξυπνάει απότομα με αυτή την καθημερινή πλέον μελαγχολία, με αυτή την έντονη νοσταλγία να σε νιώσω πάλι κοντά μου.
Φτάνω πάλι έξω απ’ την πόρτα σου με μια ακαταλόγιστη επιθυμία να σε δω. Κι εσύ κατεβαίνεις μέσα σε αυτό το μπλε ριγέ σου πουκάμισο, που φορούσες στα γενέθλιά μου. Πλησιάζεις κι η μυρωδιά σου μου φέρνει στο μυαλό όλες τις αναμνήσεις μας. Κατεβαίνεις τόσο όμορφος, μα τόσο αδιάφορος. Πλησιάζεις τη νέα σου κοπέλα.
«Πρέπει να προχωρήσουμε επιτέλους», μου είχες πει αλλά όχι στο άσχημο αυτό όνειρό μου. Το είχες πει και το εννοούσες, τελικά.
Κατεβαίνεις, την παίρνεις και φεύγετε. Κι εγώ δεν υπάρχω ούτε στο πιο μακρινό σου βλέμμα.
Ξυπνάω. Και δεν είναι όνειρο. Δεν υπάρχω πια κι εσύ το ζήτησες. Μα κάθε φορά που μου έλεγες το τέλος και με κοιτούσες με αυτό το βλέμμα, γυρνούσες. Μετά πάλι έφευγες λέγοντας πως είναι λάθος, πως δεν έχουμε εξέλιξη εμείς. Πώς είναι λάθος; Τα συναισθήματα δεν είναι λάθος.
«Έχω νιώσει τα πιο όμορφα και τα πιο άσχημα συναισθήματα μαζί σου» , θυμάσαι; Τα πιο όμορφα, ναι! Ήσουν εκεί να μου δίνεις δύναμη όταν δεν πίστευα στον εαυτό μου και χαιρόσουν να με βλέπεις να τα καταφέρνω. Ήσουν εκεί να με προσέχεις και να με φροντίζεις σαν τη μικρή σου αδερφή! Ήσουν εκεί να με στηρίζεις πάντα όταν το είχα ανάγκη ακόμα κι αν δεν το έλεγα, ήξερες τι να κάνεις. Ένα ανοιχτό βιβλίο ήμουν στα μάτια σου που είχες μάθει τόσο καλά. Ήσουν εκεί να με κάνεις να γελάω σαν παιδί .
Ήσουν εκεί σε ό,τι καλό να το περνάς μαζί μου, σε ό,τι άσχημο να το απαλύνεις με αυτό το βλέμμα, με αυτό το χαμόγελο, με αυτή την αγκαλιά. Πού είσαι τώρα; Πού χαζεύουν εκείνα γαλάζια μάτια; Καθετί που πονούσε το έκανες να μοιάζει ανώδυνο με ένα σου βλέμμα κι αυτό το χαμόγελο. Επούλωνες κάθε πληγή με ένα χάδι. Και τώρα που πονάω, πού είσαι;
Τα πιο άσχημα, ναι! Ξέρεις ποιο είναι το πιο άσχημο; Αυτή η ελπίδα που δε λέει να πεθάνει κάθε φορά που γυρνάς έστω για λίγο κι ύστερα φεύγεις. Κι εγώ ελπίζω. Ονειρεύομαι. Μη γυρνάς. Άσε με! Άσ’ τη να σβήσει μέσα μου, να αποδεχτώ το τέλος μας, όπως έχεις κάνει κι εσύ. Αφού προχώρησες, γιατί επιστρέφεις και φεύγεις πάλι; Άσε να κλείσει ο κύκλος μας, αφού αυτό θέλεις. Άσε με να το ξεπεράσω κι εσύ να είσαι καλά με την καινούρια σου κοπέλα!
Δεν είμαι υπεράνω να λέω «ας είναι καλά μαζί της και θα είμαι κι εγώ»! Εγώ κάθε που σας σκέφτομαι λίγο-λίγο πεθαίνω μέσα μου. Κάθε που σας σκέφτομαι θέλω να τρέξω να σε βρω να σου φωνάξω να γυρίσεις, μα δεν μπορώ. Πρέπει να δείξω ωριμότητα. Να δείξω πως είμαι καλά κι εγώ.
Πώς να είμαι καλά που έχασα τη ζωή μου μέσα απ’ τα χέρια μου. Μπορώ; Πώς να είμαι καλά που αναγκάζομαι να σε κάνω ανάμνηση και να σκοτώσω ό,τι νιώθω έτσι βίαια. Μπορώ; Πώς είμαι καλά που πρέπει να σταματήσω να ονειρεύομαι για εμάς. Μπορώ; Δεν μπορώ, όσο ακόμα πονάει.
Να τον προσέχεις. Είσαι τυχερή που επέλεξε εσένα.
Μου λείπεις.