Εκείνη η ερωτική επιστολή που κάποτε τόλμησες κι έστειλες. Ή εκείνη που έμεινε αποθηκευμένη σε κάποια πρόχειρα να τη σκονίζουν οι αμφιβολίες. Αυτόματες καταγραφές ή δομημένες εξομολογήσεις, είναι τα δικά σας αληθινά ερωτικά γράμματα και τα θέλουμε. Τόλμησε να τα μοιραστείς μαζί μας και με το πρόσωπο που απευθύνονται. Τα περιμένουμε στο info@ pillowfights.gr με τίτλο «Συστημένα».

 

Γράφει η Ραφαηλία.

Λένε πως όταν το τέλος πλησιάζει, το νιώθεις, το καταλαβαίνεις, γίνεται ξεκάθαρο από τον τρόπο που σου φέρεται ο άλλος, το πώς σου μιλάει, αν σε αγγίζει, αν σου ανοίγεται. Για μένα τα πράγματα δεν ήταν έτσι, αφού δεν κατάλαβα ποτέ πως θα έφευγες. Δε μου πέρασε καθόλου από το μυαλό πως το τέλος μας πλησιάζει και πρέπει να προετοιμαστώ.

Είχα μάθει βλέπεις στο ξεκάθαρο μαζί σου. Αν ήθελες να μου πεις κάτι, το έλεγες αμέσως, χωρίς περιστροφές, χωρίς πολλά-πολλά, παραμένοντας πάντα γλυκός μαζί μου. Έτσι και τότε, δεν κατάλαβα καμία αλλαγή στη συμπεριφορά σου, δεν είδα κάποια διαφορά στη φωνή σου ή στο βλέμμα σου. Με άγγιζες όσο πάντα και με φίλαγες αξίζουν πολύ.

Η μόνη διαφορά που παρατήρησα ίσως πάνω σου, είναι μια κάποια αδιαθεσία και μια όρεξη για παραπάνω τσιγάρα. Νόμιζα πως σε απασχολεί κάτι στη δουλειά και θέλεις τον χρόνο σου ή περνάς κάποια φάση που δεν είσαι έτοιμος να μοιραστείς. Προσπάθησα να σου δώσω τον χρόνο σου και να σε αγκαλιάσω με τον τρόπο μου, δεν καταλάβαινα πως μέσα σου όλο αυτό αργοσβήνει -μαλλον τόσα ήξερα κι εγώ. Έτσι άρχισα να σου μιλάω περισσότερο με την ελπίδα να κάνεις κι εσύ το ίδιο. Δεν καταλαβαινα πως το τελευταίο πράγμα που ήθελες ήταν να μ’ ακούς και να μπερδεύεται όλο και περισσότερο.

 

 

Εν τέλει ξεκίνησα κι εγώ να κάνω περισσότερα τσιγάρα, να πίνω περισσότερους καφέδες και να προσπαθώ το βράδυ πριν κοιμηθούμε να σου δείξω όλη την τρυφερότητα που κρατούσα για σένα όλη τη μέρα που μ’ απέφευγες. Κι όσο ανόητο από μέρους μου κι αν είναι, ακόμη δεν είχα καταλάβει πού πηγαίνει το πράγμα. Ακόμη πιστεύα πως αν ήταν κάτι σοβαρό θα μου το έλεγες, πως εσύ δεν κρατάς τίποτα κρυφό κι είσαι ανοιχτό βιβλίο για μένα. Ακόμη κοιμόμουν εν ολίγοις όσο εσύ σκεφτόσουν πως θα μου πεις την απόφασή σου.

Ώσπου μια μέρα, με αποπνικτική ζέστη θυμάμαι και τα παράθυρα ανοιχτά, μου είπες την απόφασή σου. Καθαρά και ξάστερα μα κάπως πνιχτά. Δε θα πω πως έχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου, όχι γιατί είναι υπερβολή, αλλά γιατί μια χαρά την ένιωθα προσωπικά τη γη. Οξυγόνο δεν ένιωθα να υπάρχει στην ατμόσφαιρα, ήταν σαν να κλείνει το δωμάτιο γύρω μου και να σε βγάζει έξω από την πόρτα ενώ κλειδώνει εμένα μέσα. Δε θυμάμαι όσα είπαμε, μόνο το αντίο μας θυμάμαι. Ένα μικρό φιλί και μερικές συνεννοήσεις για το σπίτι και τα έπιπλα.

Την επόμενη μέρα όμως τη θυμάμαι πολύ καθαρά. Θυμάμαι τα τηλέφωνα που πήρα σε φίλες για να κλάψω και θυμάμαι που κοιτούσα τα τσιγάρα σου στο τασάκι και δεν είχα τη δύναμη να τα πετάξω. Το απόγευμα έπιασε ψιλόβροχο και κάπως σαν να μπήκε ένα αεράκι από το παράθυρο, αυτό ήταν. Τα πέταξα μαζί με το τασάκι στον κάδο και μετά κάθισα ξανά στον καναπέ, πιο ήρεμη μέσα μου, όχι επειδή είχα τελειώσει με τον πόνο, αλλά επειδή ήξερα πως όλα θα πάνε καλύτερα στο εξής.

Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου