Εκείνη η ερωτική επιστολή που κάποτε τόλμησες κι έστειλες. Ή εκείνη που έμεινε αποθηκευμένη σε κάποια πρόχειρα να τη σκονίζουν οι αμφιβολίες. Αυτόματες καταγραφές ή δομημένες εξομολογήσεις, είναι τα δικά σας αληθινά ερωτικά γράμματα και τα θέλουμε. Τόλμησε να τα μοιραστείς μαζί μας και με το πρόσωπο που απευθύνονται. Τα περιμένουμε στο info @ pillowfights.gr με τίτλο «Συστημένα».
Εξομολογείται η Ε.
Ήταν άλλος ένας φευγάτος, καλοκαιρινός έρωτας θα ‘λεγε κάποιος. Άλλη μια ιστορία που πήγε να αρχίσει, μα την τελείωσε η απόσταση πριν προλάβει καλά-καλά να πάρει ανάσα. Οι μέρες κι οι νύχτες μας μαζί, λίγες. Τόσο, που κανείς δεν μπορεί να καταλάβει πώς δέθηκα τόσο μαζί σου μέσα από δυο αγγίγματα, τρείς-τέσσερις λέξεις και στιγμές που δε σβήνουν απ’ τη μνήμη μου, όσο κι αν προσπάθησα.
Δεν είναι που δεν είχα άλλη ευκαιρία για γνωριμίες και σχέσεις. Είναι που δε θέλησα κάτι άλλο πέρα από αυτό που γνώρισα μαζί σου. Και ναι, αυτά τα λέω εγώ, που ποτέ δεν μπορούσα να δεθώ με άνθρωπο, που κάποιος έκανε ένα βήμα να με πλησιάσει κι εγώ έτρεχα να φύγω όσο πιο μακριά γινόταν.
Εσύ ήσουν αλλιώς. Όχι δεν ήταν έρωτας απ’ την πρώτη ματιά. Όταν σε γνώρισα ούτε που πέρασε απ’ το μυαλό μου κάτι τέτοιο. Ήταν, όμως, όλα όσα ακολούθησαν∙ οι ματιές, τα όχι και τόσο τυχαία τελικά αγγίγματά μας, το γέλιο σου, οι στιγμές που δεν μπορούν να περιγραφούν μέσα σε γράμματα. Είναι πράγματα που τα ξέρουμε μόνο εμείς οι δυο και δεν μπορώ ούτε να τα γράψω ούτε να τα πω φωναχτά γιατί κάτι θα αφήσω πίσω.
Μόνο να τα νιώθω μπορώ, να στέλνω τη σκέψη μου στις βραδιές μας, σε όλα όσα έγιναν, σε όσα δεν έγιναν και σε όσα ήθελα τόσο πολύ να γίνουν. Πόσο θα ‘θελα ακόμα μια βραδιά πριν φύγω. Να προλάβαινα να σε νιώσω λίγο ακόμα.
Δεν πίστευα ποτέ ότι θα έβρισκα κάποιον που θα με έκανε να βγω απ’ τον τόσο μικρό και καθώς πρέπει κόσμο μου. Εσύ ήσουν το διαφορετικό, ήσουν αυτός που μου έδειξε τι άλλο υπάρχει εκεί έξω, όσο μας το επέτρεψε ο χρόνος. Κι είναι και που αυτό δεν τελείωσε με το που έφυγα. Δε με ξέχασες γιατί πια δεν μπορούσες να με έχεις. Περιμέναμε κι οι δυο το επόμενο «μαζί». Αυτό που θα αναπλήρωνε το κενό που έφερε μαζί του το φθινόπωρο, αφήνοντάς μας απροστάτευτους μπροστά στα όσα μοιραστήκαμε εκείνα τα καλοκαιρινά βράδια.
Κι όσο κι αν θέλω να σου κρυφτώ, η αλήθεια δεν αλλάζει. Λιώνω στη σκέψη του τι θα κάνεις τώρα, με ποιους είσαι, πόσο πίνεις, αν με σκέφτεσαι καθόλου. Τρομάζω να σκεφτώ πως η απάντηση είναι «όχι». Ξέρω πως το νιώσαμε κι οι δύο κι ήταν μάλιστα δυνατό. Αλλά ξέρω επίσης πως δύο άνθρωποι αλλιώς βιώνουν τις στιγμές, αλλιώς τις σκέφτονται κι έχουν τον δικό τους τρόπο να ξεχνούν.
Όσο κι αν ήθελα να κλείσω τα μάτια, πέρασαν κιόλας μήνες, άλλαξαν κι οι εποχές. Ακούω να λένε πως ήρθε η άνοιξη, μα η αλήθεια είναι πως δεν τη βλέπω κάπου. Σε θέλω εδώ. Μόνο εδώ. Ας είσαι αλλού, αλλά να ‘σαι εδώ. Μη με ξεχνάς. Να προσέχεις. Να ζεις, όπως εσύ κι εγώ μόνο ξέρουμε. Εις το επανιδείν.