Εκείνη η ερωτική επιστολή που κάποτε τόλμησες κι έστειλες. Ή εκείνη που έμεινε αποθηκευμένη σε κάποια πρόχειρα να τη σκονίζουν οι αμφιβολίες. Αυτόματες καταγραφές ή δομημένες εξομολογήσεις, είναι τα δικά σας αληθινά ερωτικά γράμματα και τα θέλουμε. Τόλμησε να τα μοιραστείς μαζί μας και με το πρόσωπο που απευθύνονται. Τα περιμένουμε στο info @ pillowfights.gr με τίτλο «Συστημένα».
Εξομολογείται ο Γιώργος Πάνου.
Και πάλι κάθομαι μόνος στο δωμάτιο και γραφώ για σένα. Και πάλι θα σβήσω ό,τι γράψω. Και πάλι δε θα μάθεις τίποτα. Έτσι κι αλλιώς πλέον δεν έχει σημασία. Έφυγα, είμαι μακριά σου. Αυτό δεν ήθελες; Διάολε, ποτέ δεν έμαθα τι ήθελες, δε με άφησες να μάθω. Το ξέρεις ότι προσπάθησα πολλές φορές. Μόνο για σένα ερχόμουν, να δω το χαμόγελό σου από κοντά και να σου πω αυτό που ένιωθα. Ένιωθα είπα; Γράψε λάθος. Νιώθω, εννοούσα. Κάθε φορά που ερχόμουν ήλπιζα ότι θα είναι αυτή η φορά που θα μάθεις.
Το βράδυ που δεν άντεξα αυτό το κρυφτό συναισθημάτων ήταν το βράδυ που ήρθα κάτω απ’ το σπίτι σου. Ήρθα με σκοπό να σου μιλήσω, με σκοπό να τα βγάλω από μέσα μου. Αυτός ο σκοπός ξεχάστηκε με μιας μετά από εκείνη την αγκαλιά. Ξέρεις, για μένα οι αγκαλιές σου είναι ξεχωριστές, όπως κι εσύ για μένα. Βέβαια τέτοια ώρα τέτοια λόγια. Αντί να στα ‘λεγα τότε κάθομαι και τα γράφω τώρα, 2200 χιλιόμετρα μακριά σου.
Εκείνο το βράδυ δε μίλησα για ακόμη μία φορά. Ήρθα κάτω απ’ το σπίτι σου για πέντε λεπτά, όπως σου υποσχέθηκα μιας και δεν ήθελα να σπαταλήσω τον χρόνο σου. Άλλωστε σε περίμεναν κι οι φίλοι σου. Εκείνη η σιωπή μου αποδεδείχθηκε το μεγαλύτερό μου λάθος. Μπορεί και το μεγαλύτερό μου σωστό. Δεν μπορώ να κατασταλάξω τι είναι για μένα. Πάντως για σένα θα ήταν μπέρδεμα μιας και την επόμενη μέρα σε είδα να φιλάς άλλον… Γιατί, σκέφτηκα, να το κάνει αυτό; Μήπως το κάνει για να ζηλέψω; Μήπως έπρεπε χθες να της μιλήσω; Μήπως τελικά καλύτερα που δεν έριξα τον εγωισμό μου; Ποιος ξέρει, έλεγα γεμάτος θυμό κι απογοήτευση.
Ακόμα σου είμαι θυμωμένος γιατί πότε δε με άφησες να σου μιλήσω. Το ξέρω ότι κατάλαβες τι ήθελα να σου πω, αλλά φοβόσουν να το ακούσεις. Έτσι δε μου είχες πει; «Φοβάμαι μη δε σε πιστέψω και γίνουν χειρότερα». Το ήξερα ότι ήταν λάθος να σου μιλήσω, εξάλλου κι εγώ φοβόμουν, αλλά δεν το άντεχα άλλο.
Εσύ φοβόσουν μία κι εγώ εκατό, μα και πάλι εγώ εκεί να επιμένω. Δεν μπορούσα να συγκρατήσω τον έρωτά μου. Διάολε, είχα όλη την αγάπη του κόσμου να σου δώσω κι εσύ φοβήθηκες. Θα έμενα πίσω για σένα χωρίς δεύτερη σκέψη. Θα γυρνούσα τον κόσμο ανάποδα για σένα. Όλα τα «θα» του κόσμου μόνο για σένα.
Μια μέρα πήρε το μάτι μου σε κάποιον τοίχο «Ζηλεύω αυτούς που σε βλέπουν κάθε μέρα». Είδα εσένα μέσα από αυτό. Ναι, ζηλεύω αυτούς που σε βλέπουν κάθε μέρα. Ζηλεύω τους γείτονες σου που σε βλέπουν κάθε πρωί, ζηλεύω τους συναδέλφους σου στη δουλειά, ζηλεύω τους πελάτες σου, ζηλεύω τον κάθε τυχαίο που παίρνει από διπλά σου, ζηλεύω τον περιπτερά που σου δίνει τα τσιγάρα. «Κόψ’ το», σου ‘λεγα, «σε καταστρέφει», αλλά εσύ τίποτα, συνέχιζες να καπνίζεις και να χαμογελάς.
Το ομορφότερο χαμόγελο έχεις. Ούτε αυτό δε με άφησες να σου πω. Τόσο πολύ φοβόσουν, τελικά; Τόσο κακό φοβήθηκες ότι θα σου κάνω;
Μου λείπεις. Δεν μπορώ να προχωρήσω. Δε θέλω να προχωρήσω. Δε μου βγαίνει με καμία τίποτα το ερωτικό. Δε θέλω να βρω μια που να σου μοιάζει. Δε θέλω να βρω μια με το όνομά σου. Θέλω εσένα κι οτιδήποτε εμπεριέχει το «εσένα».
Μεγάλα λόγια, μικρή μου, για κάτι που δε θα μάθεις ποτέ. Για κάτι που φοβάσαι να μάθεις. Να προσέχεις τον εαυτό σου. Αντίο, με ένα φιλί στο μέτωπο -όπως την τελευταία φορά.