Η θεωρία του Κάρολου Δαρβίνου ήρθε το 1859 να κλονίσει συθέμελα τον τρόπο που η ανθρώπινη κοινωνία κατανοούσε τον άνθρωπο, αλλά και τον κόσμο γενικότερα. Δεν είναι τυχαίο γεγονός το ότι μόνο η θεωρία της Εξέλιξης των ειδών προκάλεσε τεράστιες αντιδράσεις που δεν περιορίστηκαν αποκλειστικά στο χώρο της Εκκλησίας που είχε και τα περισσότερα να χάσει από αυτή τη νέα πραγματικότητα που σιγά-σιγά θεμελιωνόταν. Ο Αδάμ, η Εύα και η ιστορία της Γένεσης ήταν αρκετά δύσκολο να συνυπάρξουν με τη δαρβινική θεωρία. Όπως κάθε μεγάλη αλλαγή, έτσι και η συγκεκριμένη δεν μπορούσε παρά να επιφέρει και μεγάλες αντιδράσεις στο σύγχρονο κόσμο. Σε κάθε περίπτωση το έργο του Βρετανού επιστήμονα άνοιξε το δρόμο για μια εποχή, για ένα ανθρώπινο ον πιο συνειδητοποιημένο σχετικά με τον τρόπο που διαχωρίζεται η πορεία του από εκείνη των άλλων ειδών του πλανήτη. Απλουστεύοντας κάπως τη σύγχρονη επιστημονική προσέγγιση, ο άνθρωπος διαφέρει από τα άλλα είδη ζώων λόγω του μυαλού του. Είναι αυτή όμως η πραγματικότητα; Σε τι βαθμό διαφέρουμε τελικά από τα υπόλοιπα ζώα;
Είναι άραγε τυχαίο ότι οι πιο βαθιές μας επιθυμίες, οι πιο σκοτεινές και ενδόμυχες, χαρακτηρίζονται ως ζωώδεις ανάγκες; Σκεφτείτε το λίγο, πάρτε το χρόνο σας. Βάλτε στο μυαλό σας αυτό που θέλετε πιο πολύ από οτιδήποτε άλλο, που φοβάστε ενδεχομένως να το παραδεχθείτε και σκεφτείτε αν και ένα ζώο θα μπορούσε να έχει κάποια παρόμοια ή την ίδια ακριβώς ανάγκη. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων η απάντηση στο ερώτημα θα είναι θετική. Μεταξύ μας, τις περισσότερες φορές η απάντηση, θα έχει σχέση με την ερωτική επαφή, το σεξ, κάτι που όχι μόνο δεν είναι κατακριτέο, αλλά αντιθέτως είναι απόλυτα φυσιολογικό. Προέρχεται, λοιπόν, από τη φύση μας όπως περιγράφει εύστοχα και η γλώσσα μας. Όταν βλέπουμε κάποιο άτομο που μας ελκύει, όλο μας το σώμα αρχίζει να συνωμοτεί για το πώς θα καταφέρει να το κάνει δικό του. Το μυαλό μας φτιάχνει σενάρια, η καρδιά μας χτυπά δυνατά, ιδρώνουμε, παράγονται μια σειρά από ορμόνες σε όλο μας το σώμα. Είναι στη φύση μας να αντιδρούμε έτσι, γιατί ακριβώς έχουμε διατηρήσει παρά το πέρασμα χιλιάδων χρόνων εξέλιξης, το βασικότερο ένστικτο ενός ζώου: την ανάγκη για διαιώνιση του είδους μέσω της αναπαραγωγής.
Φυσικά τα δεδομένα κάθε εποχής παρουσιάζουν διαφοροποιήσεις και κάθε περίοδος της ανθρώπινης ιστορίας χαρακτηρίζεται από μοναδικά στοιχεία, τα οποία τη διαφοροποιούν από τις άλλες. Οι άνθρωποι των σπηλαίων και των πρώτων κοινωνιών δεν είχαν την ανάγκη να γνωριστούν πριν την ερωτική πράξη. Ήταν κάτι που έπρατταν σχεδόν ασυνείδητα, οδηγούμενοι από τον τρόπο που ήταν προγραμματισμένοι να λειτουργούν, χωρίς οι ίδιοι να το ξέρουν. Με παρόμοιο τρόπο είναι προγραμματισμένα να συμπεριφέρονται και τα άλλα ζώα του πλανήτη μας. Έχοντας κατά νου τους πρωτόγονους ανθρώπους, ταξιδεύουμε στη σύγχρονη ανθρώπινη κοινωνία του 21ου αιώνα, που τα ζώα εξακολουθούν να λειτουργούν και να αναπαράγονται με τον ίδιο τρόπο, σε αντίθεση με τον άνθρωπο. Είναι αυτή η πρόταση όμως απόλυτα αληθής; Και ναι και όχι. Μπορούμε με σιγουριά να αναγνωρίσουμε το γεγονός ότι για το ανθρώπινο είδος η συναισθηματική σύνδεση -έστω και ελάχιστη, έστω και άγουρη ακόμα- είναι σχεδόν απαραίτητη για τη σεξουαλική επαφή. Προφανώς, υπάρχουν εξαιρέσεις στο συγκεκριμένο κανόνα, είναι γεγονός ότι πολλές ερωτικές συνευρέσεις γίνονται, πλέον, χωρίς κάποιος εκ των συντρόφων να τρέφει συναισθήματα για τον άλλο. Ας σταθούμε λίγο εδώ. Ήταν αυτό κάτι που συνέβαινε κατά τα προηγούμενα εκατό ή και χίλια χρόνια; Πιθανότατα δεν είναι φαινόμενο μόνο της εποχής μας, είναι ένα χαρακτηριστικό του ανθρώπινου πολιτισμού που συναντάται σε όλους τους αιώνες της καταγεγραμμένης ιστορίας.
Το συμπέρασμα που προκύπτει από τη συγκεκριμένη διαπίστωση, συνοψίζεται στο εξής: Ο άνθρωπος δε διαφέρει από τα ζώα όσο πιστεύουμε ή όσο θα θέλαμε να πιστέψουμε. Παρά τις δραματικές αλλαγές της κοινωνίας, του τρόπου ζωής, των επιστημονικο-τεχνολογικών επιτευγμάτων και της εξέλιξής του σαν είδος, ο άνθρωπος σε μεγάλο βαθμό παραμένει απαράλλακτος. Οι φυσικές του ανάγκες, όμοιες με εκείνες των ζώων, παραμένουν ανεπηρέαστες, σταθερές στο πέρασμα του χρόνου. Ίσως εκείνο που μας διαφοροποιεί στην πραγματικότητα από τα ζώα, να μην είναι τίποτα από όλα αυτά που μας έρχονται πρώτα στο μυαλό σαν απαντήσεις. Ίσως ο μόνος τρόπος που μπορούμε να διαχωρίσουμε το είδος μας από τα άλλα, είναι να αφήσουμε τον εαυτό μας να αισθανθεί, να αναπτύξει έντονα συναισθήματα, να ερωτευθεί και να ζήσει με πάθος τη ζωή του.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.