Μπομπ Μάρλεϊ. Μια από τις πιο ιδιαίτερες και εμβληματικές προσωπικότητες στο χώρο της τέχνης του 20ου αιώνα. Γεννημένος στο Κίνγκστον της Τζαμάικα το 1945, ο μικρός Ρόμπερτ έμελλε να αφήσει το σημάδι του στην παγκόσμια μουσική κληρονομιά και όχι μόνο. Τα ράστα μαλλιά του, το ιδιαίτερο ντύσιμό του, η αγάπη του για τη μαριχουάνα ήταν μερικά μόνο από τα στοιχεία του μοναδικού χαρακτήρα του. Σε όλη τη διάρκεια της ζωής του αγωνίστηκε μέσω της μουσικής του για έναν κόσμο καλύτερο. Έναν κόσμο απαλλαγμένο από το ρατσισμό, τον πόλεμο και τις ανισότητες. Μεγαλωμένος σε ένα εξαιρετικά φτωχό περιβάλλον, ο Μάρλεϊ έμαθε πόσο σημαντικό είναι να βοηθάμε το συνάνθρωπο, αλλά και ότι οφείλουμε να εκτιμάμε και να είμαστε ευγνώμονες για όσα έχουμε.
Οι μεγάλες αγάπες της ζωής του ήταν η μουσική του και το ποδόσφαιρο. Στις περιοδείες που έκανε για τις συναυλίες του, δεν έχανε ποτέ την ευκαιρία να διοργανώνει αγώνες ποδοσφαίρου. Η μπάλα και το ίδιο το παιχνίδι ήταν από τα πράγματα που αγαπούσε όσο τίποτα. Ποτέ δεν θεώρησε τα χρήματα ως προτεραιότητα και πάντοτε φρόντιζε να βοηθά με όσα κέρδιζε ανθρώπους που βρίσκονταν σε ανάγκη. Ένα από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα της θέλησής του να βοηθήσει όλους εκείνους που του συμπαραστάθηκαν στα πρώτα βήματά του, σχετίζεται με ένα από τα γνωστότερα τραγούδια του, το “No woman, no cry”. Όταν κυκλοφόρησε το τραγούδι, το 1975, ο Μάρλεϊ φρόντισε ως στιχουργός να μην κατοχυρωθεί ο ίδιος, αλλά ένας φίλος του, ο Βίνσεντ Φορντ, με μοναδικό σκοπό να τον βοηθήσει. Η πράξη του αυτή, ήταν ένα δείγμα της αναγνώρισης και του σεβασμού που έτρεφε, για τη συνεισφορά του Φορντ στη γειτονιά που και οι δύο μεγάλωσαν. Το τραγούδι έμελλε να γίνει τεράστια διεθνής επιτυχία, επέφερε αρκετά χρήματα στον κατοχυρωμένο στιχουργό του και εξακολουθεί ακόμα και σήμερα να αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά δείγματα της μουσικής του Μάρλεϊ. Ήταν ένα από τα τραγούδια που του άνοιξαν το δρόμο για μια διεθνή καριέρα και τον έχρισαν μέσα σε λίγα χρόνια προσωπικότητα παγκόσμιας εμβέλειας. Ο φτωχός τραγουδιστής απ’ τη Τζαμάικα, γρήγορα κατέκτησε τις ΗΠΑ και άρχισε τις περιοδείες ανά τον κόσμο, ώσπου αναγνωριζόταν από όλους ως ο αδιαμφισβήτητος βασιλιάς της ρέγκε σκηνής. Τι κρύβεται όμως πίσω απ’ τους πασίγνωστους στίχους του τραγουδιού που τον εκτόξευσε;
Το “No woman, no cry” σε αντίθεση με την κοινή αντίληψη που επικρατεί στη μεγαλύτερη μερίδα του κόσμου, δε σημαίνει αυτό που φαίνεται. Ο Μάρλεϊ δεν υποστηρίζει ότι όλα είναι καλά και δεν υπάρχει λόγος να κλαίμε, όταν λείπουν οι γυναίκες από τη ζωή μας. Το πραγματικό νόημα των στίχων απέχει αρκετά από αυτό. Ο στίχος, αρχικά, είχε γραφτεί με την εξής μορφή: “No woman, nuh cry”, όπου το nuh στην τοπική διάλεκτο της Τζαμάικα, χρησιμοποιούταν αντί του don’t. Σχετικά με το περιεχόμενο του στίχου και την ερμηνεία του επικρατούν δύο εκδοχές. Η πρώτη υποστηρίζει, ότι η γυναίκα στην οποία αναφέρεται, δεν είναι άλλη από τη βασίλισσα της Μεγάλης Βρετανίας Ελισάβετ και το τραγούδι είναι ένας ύμνος για την απελευθέρωση της Τζαμάικα από τη βρετανική υποταγή και εκμετάλλευση. Η δεύτερη θεωρία αναφέρει ότι ο Μάρλεϊ μέσω του τραγουδιού του επιχειρούσε να προσεγγίσει όλες εκείνες τις γυναίκες που ζούσαν σε άθλιες συνθήκες στην πατρίδα του και να τους δώσει κουράγιο να συνεχίσουν παρά τις αντιξοότητες.
Όποια και αν είναι η ερμηνεία, το βαθύτερο νόημα και το μήνυμα που προσπαθούσε να περάσει με τη μουσική του ο Μπομπ Μάρλεϊ ήταν και παραμένει ξεκάθαρο. Η τεράστια ανάγκη για έναν κόσμο βασισμένο στην ισότητα. Έναν κόσμο απαλλαγμένο από τη φτώχεια, την εκμετάλλευση και το μίσος. Πολλοί ήταν οι καλλιτέχνες ανά τον κόσμο που έμαθαν πολλά από εκείνον, τόσο μουσικά όσο και ιδεολογικά. Φράσεις και στίχοι του αποτέλεσαν και αποτελούν ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης. Δεν είναι τυχαίο, ότι ακόμα και σήμερα, αρκετά χρόνια μετά την κυκλοφορία τους, τα τραγούδια του παραμένουν επίκαιρα και ακούγονται ξανά και ξανά σε όλες τις χώρες του κόσμου.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.