Το πώς ορίζει κάνεις την αγάπη διαφέρει κατά περίπτωση. Αυτό συμβαίνει γιατί ο καθένας από εμάς έχει μάθει να αγαπά και να αγαπιέται ανάλογα με τις εμπειρίες του και τα συναισθήματα που βίωσε όταν ήταν παιδί. Έτσι λοιπόν μεγαλώνοντας έχουμε χτίσει μια εικόνα για το πώς είναι η αγάπη και σε τι βαθμό μπορούμε να τη νιώσουμε και κατ’ επέκταση να τη μεταδώσουμε στους ανθρώπους γύρω μας.
Υπάρχουν άνθρωποι που τους είναι εύκολο να εκδηλώνουν την αγάπη τους με κάθε τρόπο, σε αντίθεση με κάποιους άλλους που τους φαίνεται πολύπλοκο και δεν ξέρουν πώς να το καταφέρουν. Ασφαλώς το πράγμα δυσκολεύει ακόμη περισσότερο όταν δε γνωρίζεις ποια γλώσσα αγάπης σου ταιριάζει, ή δεν έχεις εκπαιδευτεί στο να την αναγνωρίζεις στους άλλους. Ένα τραυματικό παρελθόν ή μια παιδική ηλικία με έναν αδιάφορο φροντιστή, μπορούν συνολικά να συνθέσουν μια προσωπικότητα που δεν ξέρει να αγαπά και δεν ξέρει πώς είναι και να την αγαπούν. Μια προσωπικότητα που θα επιλέξει να δεθεί με ένα άτομο οδηγούμενο από το άγχος της απόρριψης, ή ένα άτομο που θα επιλέξει να κρατήσει αποστάσεις, για τον ίδιο ακριβώς λόγο. Ένα άτομο δύσκαμπτο στις αλλαγές, που θα παλεύει να κρατηθεί από ψήγματα ενδιαφέροντος χωρίς πολλές φορές να υπάρχει ουσιαστικό αντίκρισμα.
Και κάπου εδώ, μπορεί να γεννηθεί κι ένα επιπλέον ερώτημα, που αφορά το γιατί είναι τόσο δύσκολο να βγούμε από μια σχέση που δεν μπορεί να μας προσφέρει αγάπη. Στις περισσότερες των περιπτώσεων έγκειται στο γεγονός ότι έχουμε χαμηλή αυτοεκτίμηση κι εσφαλμένη αυτοεικόνα. Όταν εμείς οι ίδιοι δεν έχουμε μάθει να αγαπάμε τον εαυτό μας, θέτοντας όρια στους άλλους ή μη θέτοντας κανένα όριο στους άλλους, τότε καταλήγουμε σε σχέσεις που δε μας αξίζουν κι επιμένουμε να θεωρούμε ότι κάποια στιγμή θα κάνουμε τον άλλο να μας αγαπήσει. Ευελπιστούμε ότι θα αλλάξει η κατάσταση και δεν εγκαταλείπουμε τις προσπάθειες, όσο κι αν αυτό μας εξαντλεί, όσο κι αν η προσπάθεια γίνεται πάντα με λάθος κίνητρα. Αυτό σαφώς και μπορεί να ενέχει τον κίνδυνο της εκμετάλλευσης και της χειραγώγησης μακροπρόθεσμα, που είναι άλλη μια συνιστώσα μιας σχέσης όπου η αγάπη εργαλειοποιείται και μεταφράζεται λάθος.
Αυτό που μας δυσκολεύει περισσότερο είναι να κατανοήσουμε καλύτερα τι είναι αυτό που πραγματικά μας κρατά δέσμιους σε μια σχέση χωρίς ανταπόκριση. Θεωρούμε δηλαδή ότι δεν αξίζουμε την αγάπη του άλλου ή μήπως έχουμε μάθει να την αναζητάμε εμείς σε σημείο εμμονής εκεί όπου δεν είναι διαθέσιμη βλέποντάς το ως πρότζεκτ; Όπως και να έχει θα καταλήξουμε δυστυχισμένοι εάν δεν αποδεχτούμε το γεγονός ότι ήρθε η ώρα να πάμε παρακάτω και να βρούμε μια σχέση που μας προσφέρει αληθινά συναισθήματα. Ο φόβος μη μείνουμε τελικά μόνοι, μας κυριεύει και προτιμάμε να οπισθοχωρήσουμε αντί να αναζητήσουμε μια πραγματική αγκαλιά αγάπης. Έτσι, καταλήγουμε να είμαστε δέσμιοι μιας κατάστασης από την οποία εισπράττουμε απόρριψη και αρκούμαστε σε κάποια ψίχουλα.
Η αγάπη δεν είναι δύσκολη, δεν παιδεύει ούτε εκδικείται, η αγάπη είναι το πιο όμορφο συναίσθημα που μπορεί να βιώσει κανείς και υπάρχει μέσα μας. Η αγάπη ανθίζει κι εξελίσσεται όταν βρίσκει το κατάλληλο έδαφος. Μη φοβάσαι να το ψάξεις, ακόμα και αν νομίζεις ότι είναι αργά πια. Πάψε όμως να αναλώνεσαι σε μετριότητες και μη χαραμίζεις τον εαυτό σου εκεί που δεν υπάρχει ανταπόκριση. Σου αξίζει να βιώσεις μια αγάπη, χωρίς δεύτερες σκέψεις κι ενδοιασμούς. Αξίζεις μια αγάπη που θα σου φωτίζει την ψυχή και θα σε πάει πιο ψηλά. Όσο κι αν έχεις απογοητευτεί, καθοδήγησε τον εαυτό σου σε μια πιο υγιή εκδοχή σου, όπου το να αγαπάς και το να αγαπιέσαι δε θα μοιάζει άλυτος γρίφος, κρυφός πόνος, εκδικητικό μέσο. Ψάξε να βρεις την αλήθεια πίσω από αυτό που νομίζεις ότι είναι αγάπη και θα εκπλαγείς με το πόσο λάθος έκανες, επιμένοντας σε μια σχέση δίχως αμοιβαιότητα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου