Άφησέ με να ‘ρθω μαζί σου.
Άφησέ με να ‘ρθω μαζί σου. Να περπατήσω στο πλάι σου, στους ίδιους δρόμους που βαδίζεις κι εσύ, μέρα και νύχτα. Να μας αγγίξει ο ίδιος αέρας και να μας ζεστάνει ο ίδιος ήλιος. Να γίνω συνοδοιπόρος σου και σύντροφός σου στις δυσκολίες που θα συναντήσεις. Δε θα είναι λίγες, το ξέρω, αλλά δε με τρομάζει ο δρόμος, αρκεί να είσαι δίπλα μου εσύ. Όσες συννεφιές κι αν έρθουν, το ουράνιο τόξο πάντα ξεπροβάλει πάνω στο μαύρο ουρανό κι ο ήλιος θα φανεί ανάμεσα στις σταγόνες της βροχής.
Άφησέ με να τρέξω με τη δική σου ταχύτητα και να περπατήσω πιο αργά όποτε κουράζεσαι και σου κόβεται η αναπνοή. Κι όταν σε πονέσουν τα πόδια σου και τα βάρη σε ρίξουν κάτω, άσε με να σε σηκώσω στις πλάτες μου και να συνεχίσουμε έτσι τη διαδρομή που μας απομένει μέχρι να ανακτήσεις τις δυνάμεις σου και να σταθείς ξανά στα πόδια σου. Αργά η γρήγορα θα τρέξουμε και πάλι, δυνατοί κι ακμαίοι, αλλά πάντα δίπλα δίπλα.
Θέλω να περπατήσω μαζί σου μέσα από δύσβατα μονοπάτια, λάσπες, πέτρες κι αγκάθια, αλλά και να τρέξω πλάι σου επάνω σε μεγάλες ασφάλτους ή δίπλα σε ρυάκια, μέσα από καταπράσινα δάση και δρόμους στρωμένους με ροδοπέταλα. Δεν είναι τα πάντα στη ζωή ρόδινα και χαρούμενα, αλλά ούτε κι μαύρα και στενάχωρα. Ό,τι όμως κι αν συναντήσουμε, μαζί θα το αντιμετωπίσουμε. Τις χαρές και τις λύπες, τα καλά και τα άσχημα, τα όμορφα και τα σκοτεινά.
Κι αν πιάσει κρύο, βροχή ή χιόνι, μη φοβάσαι, μαζί θα το περάσουμε κι αυτό. Δύο σώματα ζεσταίνονται καλύτερα από ένα μονάχο του. Δίπλα δίπλα θα σταθούμε. Άφησέ με να κρατάω τα χέρια σου ζεστά μέσα στα δικά μου και με την ανάσα μου να σου ζεσταίνω το πρόσωπο. Να ανοίξω την αγκαλιά μου να σε προστατέψω από τις στάλες της βροχής και τις νιφάδες του χιονιού. Να σε κρατήσω στεγνό και ασφαλή, όσο πιο κοντά μου γίνεται.
Πάρε με μαζί σου σε όποιο σημείο του χάρτη κι αν ταξιδέψεις. Στο μαγευτικό Βορρά για να θαυμάσουμε το Βόρειο Σέλας, στην άγρια Δύση, καβάλα σε ένα άλογο να κυνηγάμε ταύρους, την μακρινή Ανατολή για να μαζέψουμε άνθη κερασιάς και το παγωμένο Νότο όπου τα χνώτα μας θα σχηματίζουν το «σ’ αγαπώ». Κι αν χαλάσει η πυξίδα μας και βγούμε εκτός πορείας, πάλι δε θα φοβηθώ, γιατί όπου κι αν μας βγάλει ο δρόμος κι η θάλασσα, μαζί σου, πάλι όμορφα θα είναι.
Άφησέ με να ‘ρθω μαζί σου. Με το φεγγάρι συντροφιά μας τα βράδια, μπροστά στη φωτιά, να σου λέω ιστορίες και παραμύθια για κόσμους μαγικούς και νεράιδες και δράκους και πριγκίπισσες κι ιππότες. Και να σου εκμυστηρεύομαι τα όνειρα και τις βαθύτερες σκέψεις μου. Και να σχεδιάζω ένα κόσμο που μέσα του είσαι εσύ. Και ύστερα, κουρασμένοι, να κουρνιάζουμε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου μέχρι να μας βρει το ξημέρωμα μιας νέας μέρας, γεμάτης περιπέτειες˙ έτοιμοι να ρουφήξουμε κάθε εμπειρία που θα βρεθεί μπροστά μας.
Μόνο, μη με αφήσεις εδώ, μονάχη μου, να αναρωτιέμαι πως θα ήταν μια ζωή πλάι σου. Μη τραβήξεις το δρόμο σου, μακριά από μένα, ως ένας μοναχικός διαβάτης που ταξιδεύει στο άγνωστο, χωρίς προορισμό, χωρίς ένα φως να τον καθοδηγεί, χωρίς ένα συνοδοιπόρο. Να ξέρεις, αυτός ο δρόμος δεν έχει επιστροφή. Ούτε θα τρέξω ξοπίσω σου, ούτε θα φωνάζω το όνομά σου στην ομίχλη. Δε θα σε προλάβω, δε θα βρω τα σημάδια από το βήματά σου, θα σε χάσω τη διαδρομή, θα χαθώ κι εγώ. Μη με αφήσεις να χαθώ.
Πάρε με από το χέρι, κράτα το σφιχτά, οδήγησέ με εκεί που περπατάς και δείξε μου πως είναι ν’ αγαπάς και ν΄ αγαπιέσαι.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.