Πόσες ώρες αναλύσεων έχουν καταναλωθεί, είτε με τον εαυτό μας είτε με τους δικούς μας ανθρώπους, ώστε να αποκωδικοποιήσουμε μια πράξη που κάποιος έκανε προς εμάς. Είτε αυτή η πράξη ήταν κάτι μικρό είτε κάτι μεγαλύτερο, ένα από τα αγαπημένα χόμπι σε μια παρέα είναι η αποδόμησή της κι υπερανάλυση του κάθε πιθανού κι απίθανου λόγου που μπορεί να την προκάλεσε. Αλήθεια όμως, η πράξη αυτή καθ’ αυτή έχει άλλη βαρύτητα εάν βάλουμε στην εξίσωση και το άτομο από το οποίο προέρχεται; Η απάντηση είναι «εννοείται πως ναι».
Ας πάρουμε ένα πολύ απλό και συνάμα καθημερινό παράδειγμα: γνωρίζεις ένα νέο πρόσωπο που σου κινεί ερωτικά το ενδιαφέρον σε πολύ μεγάλο βαθμό. Εάν το πρόσωπο αυτό ξεκινήσει με ένα καταιγισμό από μηνύματα και τηλέφωνα, το πιθανότερο είναι κι εσύ από την πλευρά σου να ανταποκριθείς και το αποτέλεσμα θα είναι να είσαστε κι οι δύο με ένα τηλέφωνο στο χέρι. Επιπλέον, εσύ πιθανότατα θα έχεις ένα πολύ λαμπερό χαμόγελο στα χείλη και θα πετάγεσαι σε κάθε «γκλιν» που υποδηλώνει πως έχεις μήνυμα˙ όχι πως δεν το ήξερες δηλαδή πως έχει έρθει αυτό το μήνυμα ήδη. Κι εσύ με τη σειρά σου όμως απαντάς σε νανοδευτερόλεπτα, με ταχύτητα που θα ζήλευε κι ο Γιουσέιν Μπολτ.
Το δεύτερο σενάριο περιλαμβάνει ένα άτομο που δε σου κινεί το ενδιαφέρον και τόσο πολύ ή -ακόμα χειρότερα- δε στο κινεί καθόλου. Σε κάθε μήνυμα ή τηλεφώνημα του ατόμου αυτού η πρώτη σου σκέψη είναι «τι θέλεις πάλι;» ή σε παραλλαγή «πάλι εσύ;», ενώ το πιθανότερο είναι να αφήσεις το κινητό στην άκρη και να ασχοληθείς μαζί του αργότερα ή ακόμα και ποτέ. Να λοιπόν που ακριβώς η ίδια κίνηση δεν επιφέρει και την αντίστοιχη αντιμετώπιση από τη δική σου πλευρά.
Αντίστοιχα, θα μπορούσε να είναι και κάτι που δεν έχει θετική απήχηση προς εμάς. Δεν αντιδρούμε το ίδιο σε έναν κολλητό που μας ακύρωσε την τελευταία στιγμή το ραντεβού, με κάποιον που δεν ψηνόμασταν να βγούμε. Στην πρώτη περίπτωση, ο κολλητός θα ακούσει τα εξ αμάξης, θα του κρατήσουμε μούτρα για μέρες και φυσικά θα του το χτυπάμε σε κάθε ευκαιρία, ενώ στη δεύτερη περίπτωση υπάρχει πιθανότητα μέχρι και να ανακουφιστούμε που γλυτώσαμε τη συνάντηση, απαντώντας «δεν υπάρχει πρόβλημα, κάποια άλλη φορά», ενώ θα κρύψουμε περίτεχνα ένα «ουφ» που πήγε να μας ξεφύγει.
Τα συγκεκριμένα παραδείγματα είναι μια απλοποιημένη απόδειξη πως εάν κάποιος που μας ενδιαφέρει κάνει κάτι προς εμάς, είτε έχει θετικό είτε αρνητικό αντίκτυπο απέναντί μας, εμείς θα αντιδράσουμε εντελώς διαφορετικά και φυσικά θα έχουν εντελώς διαφορετική αντιμετώπιση. Τείνουμε να χαρακτηρίζουμε κάποιο άτομο από τις πράξεις του και να τους δίνουμε την ίδια βαρύτητα που δίνουμε στο ίδιο το άτομο. Σαν να έχουμε διαφορετικές ζυγαριές ανάλογα το ποιον έχουμε απέναντί μας κι όλα όσα μας λέει και κάνει για εμάς να ζυγιάζονται ανάλογα. Για κάποιον που ενδιαφερόμαστε ελάχιστα, η ζυγαριά του είναι πολλή μικρή και συνήθως οι όποιες πράξεις του έχουν τεράστιο βάρος με αποτέλεσμα η ζυγαριά να γέρνει προς την πλευρά που «μας κουράζει», ενώ για κάποιον που μας καεί χρειαζόμαστε πιο -ας πούμε- ηχηρές πράξεις για να φέρουμε σε ισορροπία το ζύγι.
Σύμφωνα με την θεωρία του Άλφρεντ Άντλερ, ο οποίος ασχολήθηκε πολύ με την «Ατομική Ψυχολογία», αυτό που οφείλει να κάνει κάποιος είναι «να βλέπει με τα μάτια του άλλου, να ακούει με τα αυτιά του άλλου, να νιώθει με την καρδιά του άλλου.» Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα μπορέσει να βγει από το προσωπικό του κουκούλι για να μπορέσει να δει την πράξη ξεγυμνωμένη από κάθε προσωπικό του συναίσθημα. Εάν κάποιος σου χαρίσει ένα λουλούδι στο δρόμο, είναι απλά μια πολλή όμορφη πράξη που θα σου φτιάξει την ημέρα. Γιατί θα πρέπει να κρίνουμε εάν το λουλούδι προήλθε από άντρα ή γυναίκα, γνωστό ή άγνωστο, εμφανίσιμο ή αδιάφορο; Το ίδιο ισχύει κι εάν κάποιος σου μιλήσει άσχημα. Πιο εύκολα θα σηκώσεις ανάστημα σε κάποιον ξένο, ενώ σε έναν ανώτερο σου στη δουλειά θα καταπιείς τη γλώσσα σου μη τυχόν και βρεθείς εκτός εταιρίας.
Καλώς ή κακώς, κάθε τι που βιώνουμε και προέρχεται από κάποιον άλλο, έχουμε την τάση να το χρωματίζουμε με το προσωπικό μας χρώμα και να του δίνουμε την ένταση που εμείς κρίνουμε. Και καθώς ποτέ δεν μπορούμε να είμαστε αντικειμενικοί κριτές πράξεων που αφορούν εμάς, μοιραία η πράξη αυτή καθ’ αυτή αποκτά το ίδιος βάρος με το άτομο από το οποίο προέρχεται.
Το καλύτερο θα ήταν, για την ψυχική μας υγεία και τη σωστότερη κοινωνικοποίησή μας, να μπορούσαμε κρίνουμε και να αντιδρούμε με τον ίδιο τρόπο σε μια πράξη που έχει σκοπό να μας ομορφύνει την ημέρα, ή να μας χαλάσει τη διάθεση με τον ίδιο τρόπο, ξεχνώντας το άτομο από το οποίο προέρχεται. Επειδή όμως αυτό ούτε εύκολο είναι ούτε πάντα εφικτό, την επόμενη φορά που κάποιος θα κάνει μια όμορφη πράξη για σένα, αντί να τον χαρακτηρίσεις γραφικό, καλύτερα να του ρίξεις ένα χαμόγελο. Μπορεί να μη σημαίνει τίποτα περισσότερο, αλλά σίγουρα θα του φτιάξεις και τη δική του ημέρα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου