«Καληνύχτα, καληνύχτα. Τούτη η πίκρα του χωρισμού έχει μια γλύκα τόση, που καληνύχτα θα σου λέω μέχρι να ξημερώσει» έλεγε η Ιουλιέτα στον Ρωμαίο της, στο ομώνυμο έργο του Σαίξπηρ, και κάθε ερωτευμένη καρδιά ταυτιζόταν. Εκείνη η ώρα του αποχωρισμού έχει πάντα μια γεύση πίκρας, έστω κι αν ξέρεις πως θα συναντηθείτε ξανά σε λίγες μόνο ώρες. Αυτές οι λίγες ώρες εσένα σου φαίνονται βουνό πριν καλά-καλά ξεκινήσει ο χρόνος να τις μετράει.
Όταν είσαι ερωτευμένος, το μόνο πράγμα που θέλεις είναι να ‘σαι με τον σύντροφό σου, να τον αγγίζεις, να μυρίζεις το άρωμά του, να χάνεσαι στην αγκαλιά του, να τον κοιτάζεις στα μάτια και να βλέπεις μέσα τους όλην την ομορφιά του κόσμου, λες και μόνο εκείνες τις ώρες αισθάνεσαι ζωντανός, κι όλες τις υπόλοιπες είσαι απλά ένα ρομπότ που κάνει μηχανικά τα πάντα. Έτσι, δε θέλεις για κανένα λόγο αυτό να τελειώσει, ούτε να διακοπεί έστω και προσωρινά.
Εύχεσαι να είχες ένα μαγικό ραβδί για να μπορούσες να παγώσεις τον χρόνο που είσαστε μαζί και να κάνεις τις στιγμές σας να κρατούν αιώνια. Αλλά αφού μαγικά ραβδιά υπάρχουν μόνο στα παραμύθια, αυτό που μπορείς να κάνεις κι αυτό που τελικά κάνεις ή, καλύτερα, κάνετε κι οι δύο, είναι να παρατείνετε τη στιγμή του αποχωρισμού.
Μία τελευταία αγκαλιά και φεύγεις. Κι ύστερα μία ακόμα. Κι ένα φιλάκι, τι ψυχή έχει ένα φιλί; Μα κι αυτό είναι λίγο, δε φτάνει, δώσε άλλο ένα. Κι όλο να πηγαίνεις να φύγεις, αλλά να ξαναγυρίζεις σαν να σε τραβάει μαγνήτης, γιατί, στο κάτω-κάτω, δε θέλεις να φύγεις. Να μην μπορείτε να αφήσετε ο ένας τα χέρια του άλλου, και πριν το καταλάβεις να ‘χει περάσει η ώρα και πραγματικά να πρέπει να φύγεις, αλλά «έλα, μωρέ, άργησες που άργησες, τι πειράζει να αργήσεις λίγο ακόμα;». Η σχετικότητα του χρόνου στα καλύτερά της, η ώρα πετάει όταν ξοδεύεται ανάμεσα σε δυο ερωτευμένους.
Όταν, λοιπόν, μετά από ώρα που το παλεύετε με νύχια και με δόντια, κλείσει η πόρτα πίσω σας, εκείνη που θα σημάνει τον προσωρινό σας αποχωρισμό, ξεκινά κι ο εφιάλτης. Οι ώρες δεν περνάνε με τίποτα, οι δείκτες του ρολογιού κολλημένοι, λες κι εκείνο το μαγικό ραβδί έκανε, τελικά, το θαύμα του με μια μικρή καθυστέρηση και κυρίως εναντίον σας.
Δεν μπορείτε να συγκεντρωθείτε σε τίποτα. Πού μυαλό να δουλέψει ή να διαβάσει κανείς όταν το μόνο που σκέφτεται είναι πως σε λίγες ώρες θα βρίσκεται στην αγκαλιά του έρωτά του! Το φαγητό σας ανέγγιχτο στο πιάτο και το στομάχι σας ένας γλυκός κόμπος σε μόνιμη βάση. Τα πάντα μυρίζουν προσμονή κι ανυπομονησία και το χαζό χαμόγελο στα πρόσωπα και των δύο προδίδει από χιλιόμετρα μια αμοιβαία καψούρα.
Τα κινητά παίρνουν φωτιά, τα μηνύματα πέφτουν βροχή, τα emojis και τα gif σας κρατάνε συντροφιά τις ώρες που είσαστε χώρια –παρηγοριά στον άρρωστο– κι ανάβετε κεριά στη μνήμη του Γκράχαμ Μπελ που ανακάλυψε το τηλέφωνο και καλύπτεται κάπως έτσι το κενό ανάμεσά σας. Δε σας αρκεί όμως. Το κορμί ζητάει διακαώς την επαφή. Μια επαφή που αργεί να ‘ρθει.
Κι έρχεται επιτέλους εκείνη η ευλογημένη ώρα κι ακούς το κουδούνι που σημαίνει και το τέλος της βασανιστικής αναμονής. Έφτασε η στιγμή που περιμένατε κι οι δύο απ’ την τελευταία φορά που ειδωθήκατε. Χαμόγελα ακτινοβόλα και καρδιές συγχρονισμένες πια στον ίδιο ρυθμό.
Τρέχεις σε ‘κείνη την αγκαλιά και χώνεσαι μέσα της, προσπαθώντας να καλύψεις τον χαμένο χρόνο. Λέξεις, σκέψεις, συναισθήματα χάνουν την πραγματική τους ουσία και το μόνο που μετράει πια είναι η επαφή. Όλος σου ο κόσμος εκείνη η αγκαλιά, κλείνει μέσα της ό,τι ομορφότερο υπάρχει: εσάς τους δύο.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη