Ήσουν ποτέ κάτω απ’ την εξάρτηση κάποιας ουσίας; Έχεις νιώσει στο σώμα σου να κυκλοφορεί κάτι που δεν μπορείς να εξηγήσεις; Κάτι που σε κάνει να θες να ουρλιάξεις. Υπάρχει κάτι που γυρνά στο κεφάλι σου ξανά και ξανά; Κάτι που σε κάνει να μην αντέχεις άλλο; Να θες να μπήξεις ένα μαχαίρι μέσα σου για να σταματήσει να κυλά το ναρκωτικό…

Ήσουν ποτέ σε απόγνωση; Κι όσες στροφές και να έπαιρνε το μυαλό σου, δεν μπόρεσες να βγάλεις συμπέρασμα και να βρεις λύση; Θες να ηρεμήσεις από όλο αυτό. Νομίζεις πως θα τρελαθείς. Θες βοήθεια. Μα κανείς δεν μπορεί να σε βοηθήσει. Είσαι εσύ κι ο εαυτός σου. Το πολεμάς, μα ακόμα υπάρχει. Θες αυτό το κάτι να σταματήσει να κυλά στις φλέβες σου. Πονάς. Νομίζεις πως τα χάνεις.

Να μείνεις κοντά του; Να φύγεις μακριά του; Τι σου συμβαίνει; Γιατί; Πόσα «γιατί» τριγυρνάνε στο μυαλό σου. Γιατί έτσι; Γιατί τώρα;

Εκείνος. Ένα πρόσωπο ανάμεσα σε τόσα άλλα. Τον συνάντησες τυχαία στον δρόμο τη στιγμή που δεν το περίμενες. Έτσι δε γίνεται πάντα; Όταν περπατάς ανέμελα κι ανυποψίαστα στο δρόμο, παρουσιάζεται εκείνος.

Το σώμα σου κατακλύζεται από έντονα συναισθήματα. Τα πόδια σου αρχίζουν να τρέμουν κι η καρδιά σου χτυπάει σε τρελούς ρυθμούς. Έχεις καρφώσει το βλέμμα εκεί. Δεν υπάρχει κανείς άλλος γύρω. Όλα είναι θολά. Βλέπεις μονάχα ένα πρόσωπο, το δικό του.

Η μόνη εικόνα που γυρνά στο μυαλό σου είναι να τρέξεις να τον αγκαλιάσεις. Να κολλήσεις πάνω του. Σφίγγεις τις γροθιές σου, θα αντέξεις κι αυτή τη φορά. Έτσι πρέπει. Η στιγμή που περνά από μπροστά σου διαρκεί μόλις μερικά δευτερόλεπτα κι όμως σου φαίνεται αιώνας. Όλα σε slow motion. Νιώθεις να πρωταγωνιστείς σε αμερικάνικη ταινία. Μα κάποια στιγμή τελειώνει αυτή η σκηνή.

Η αυλαία δεν κλείνει ακόμα πριν προχωρήσεις. Μετά από όλο αυτό, μετά από αυτή τη σκηνή που γέμισε το μυαλό σου με θύμισες και την καρδιά σου με συναισθήματα, πρέπει να συνεχίσεις να προχωράς για να φτάσεις στον προορισμό που αρχικά σχεδίαζες να πας.

Τα πόδια σου ξαναρχίζουν το βηματισμό. Αυτά σε οδηγούν. Αυτά οδηγούν το σώμα σου, αυτά οδηγούν την καρδιά σου. Το μυαλό σου σε κατευθύνει. Τα κατάφερες. Έμεινες μακριά του. Ούτε για ένα δευτερόλεπτο δεν πήγες κοντά του. Είναι σκληρός ο δρόμος της απεξάρτησης. Πονάει. Πονάς.

Κι όλο αυτό θα πρέπει να το περάσεις μόνος σου. Τα λόγια που ακούς, «Θα το ξεπεράσεις», «Είσαι δυνατός» είναι μόνο θεωρία. Η πράξη βρίσκεται στο ότι θα πρέπει να ανέβεις ένα τεράστιο βουνό για να φτάσεις στην κορυφή και να μπορέσεις να ξαποστάσεις.

Να σου πω, όμως, κάτι; Στα κομμάτια όλα. Δε θες να το υπομένεις αυτό. Δεν θες να είσαι δυνατός. Βαρέθηκες να κλαις το βράδυ στο μαξιλάρι. Βαρέθηκες να πονάς. Πονάει ο έρωτας όταν πρέπει να μείνεις μακριά του. Είναι σαν σκληρό ναρκωτικό, θέλει δύναμη για να κρατηθείς σε απόσταση. Πόσα συναισθήματα, πόση ντοπαμίνη, αδρεναλίνη νιώθεις ότι κυλάνε μέσα σου. Πόσο σου λείπει!

Ζητάς αυτόν τον άνθρωπο. Να πας στην αγκαλιά του, να τον φιλήσεις, να ηρεμήσεις. Θα ‘χεις πάρει τη δόση σου έτσι. Όμως δεν το κάνεις, δεν πρέπει. Αυτή την απόφαση πήρες. Θα μείνεις μακριά. Και θα παλεύεις με το θηρίο της εξάρτησης του έρωτα.

 

Συντάκτης: Βάγια-Γιούλη Κιτσικούδη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη