Ξημέρωσε και για άλλη μια φορά δεν έχεις ακόμη κοιμηθεί. Σκεφτόσουν όλα αυτά που σου είπε, αυτά που έκανε, εκείνο το βλέμμα. Ανάβεις κι άλλο τσιγάρο, πίνεις το κρασί σου για να χαλαρώσεις, σκέφτεσαι και ξανά σκέφτεσαι. Παλεύεις με ερωτηματικά από αυτά που δεν μπορείς να απαντήσεις , όχι εσύ κι ο εαυτός σου τουλάχιστον. Ίσως να πρέπει να ρωτήσεις εκείνον τον άνθρωπο. Αλλά όχι.
Κάποια πράγματα πολύ απλά δεν επιδέχονται απάντησης κι ούτε καν ερώτησης, όπως φαίνεται τελικά. Πότε; Όταν ο άλλος δεν είναι ξεκάθαρος μαζί σου. Όσο λιγότερο ξεκάθαρος, τόσο πιο φανερή μπροστά σου η απάντηση που φοβάσαι να ακούσεις, η απάντηση στην ερώτηση που σου βασανίζει το μυαλό. Δεν το δέχεσαι γιατί δε θέλεις να πας παρακάτω. Και δυστυχώς όλοι το παθαίνουν κάποια στιγμή αυτό, το να μην μπορούν να προχωρήσουν, μη νιώθεις μόνος.
Όσο κι αν χτυπιέσαι, όσο και αν τρώγεσαι με τα ρούχα σου, κάποια πράγματα δε λέγονται στα ίσα και δε θα πάρουμε ποτέ επιβεβαίωση γι’ αυτά. Είτε για να προστατέψουμε είτε για να προστατευθούμε. Ο καθένας από εμάς έχει τα φαντάσματά του που τον ακολουθούν, αν αυτό σε παρηγορεί. Κι αυτά είναι ερωτηματικά, μη ξεκάθαρες συμπεριφορές ανθρώπων, που οι ιστορίες μας δε βρήκαν λύση ούτε τώρα κι ίσως ούτε ποτέ. Γιατί όταν στους δύο ο ένας δε θέλει να βρει λύση –για όποιον λόγο– ο άλλος πρέπει αυτόματα να συνειδητοποιεί πως αξίζει κάποιον που να ξέρει τι και πότε το θέλει.
Όσο κι αν δεν τα θέλουμε, υπάρχουν και τα αδιέξοδα. Κάποτε φτάνεις εκεί που δεν έχεις να πας ούτε δεξιά, ούτε αριστερά, αλλά ούτε και μπροστά∙ εκτός αν θέλεις να φας τα μούτρα σο, κυριολεκτικά. Μόνο πίσω μπορείς να πας, να βάλεις την όπισθεν κι όχι από δειλία, απλά και μόνο γιατί δεν έχεις άλλη επιλογή. Η απάντηση που ψάχνεις ή δεν υπάρχει ή δε θέλει να τη μάθεις τώρα.
Ο επιμένων νικά, ναι, αλλά καταλήγει και κουραστικός όταν ψάχνει κι όλο ψάχνει κι επιμένει να μάθει κάτι, που ίσως και να μην είναι η ώρα να το μάθει. Πιο πολύ κουράζει τον εαυτό του. Καταλήγω, λοιπόν, πως δεν πρέπει να επιμένουμε πάντα να μάθουμε κάτι που ίσως δεν έχει έρθει ακόμα η στιγμή του. Δεν είναι όλα τα «γιατί» για να απαντηθούν τη στιγμή που νομίζουμε ότι θέλουμε να απαντηθούν.
Πολλές φορές αντέχουμε πολύ λιγότερα από όσα νομίζουμε ότι θα μπορούσαμε. Εννοείται πως αν δε δοκιμάσεις τα όριά σου, δε θα μάθεις ποτέ πόσο αντέχεις, τι αντέχεις κι ως πού μπορείς να ξεπεράσεις το comfort zone σου. Καλώς ή κακώς, δεν έχουμε όλοι τις ίδιες αντοχές κι ανοχές.
Πες μου, πόσες φορές χολόσκασες κι ήθελες απαντήσεις για κάτι που σε απασχολούσε, σε σημείο να σου καίει τον εγκέφαλο εικοσιτέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο; Για μια καψούρα; Φαντάζομαι πόσες. Αυτά τα άτιμα τα «γιατί», τα «πώς», τα «πότε» δεν κάνουν διάλειμμα ούτε στον ύπνο σου, αφού συνήθως στον κλέβουν.
«Γιατί δε μου έστειλε/απάντησε; Γιατί δεν κάνει επιτέλους το βήμα, αφού φαίνεται ότι με θέλει; Γιατί συμπεριφέρεται έτσι κι όχι αλλιώς; Γιατί με κάνει να νιώθω έτσι; Γιατί δεν προχώρησε μεταξύ μας;» κι άλλα πολλά.
Δε θα τα μάθεις τώρα όλα αυτά που ζητάς. Μπορεί κάποτε, αν είναι μοιραίο να συμβεί, να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα, να κλείσουν επιτέλους οι ανοιχτοί λογαριασμοί. Πολλοί –βαφτισμένοι– έρωτες είναι γεμάτοι ερωτηματικά, που δεν κατάφεραν ποτέ να γίνουν καταφάσεις ή αρνήσεις. Αποδέξου ότι απλά δεν προχώρησε. Δεν ήταν για να γίνει, για κάποιον λόγο που ίσως και ποτέ να μη μάθεις.
Με το να αφήνεις τα ερωτηματικά να σε βασανίζουν δεν καταλήγεις πουθενά. Δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα εδώ και τώρα. Η ζωή ξέρει καλύτερα από εμάς και δίνει σε ανύποπτο χρόνο απαντήσεις σε όλα αυτά τα ερωτηματικά, την κατάλληλη στιγμή. Γιατί δεν παίρνουμε πάντα αυτό που θέλουμε, αλλά αυτό που χρειαζόμαστε.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη