Χωρίζουμε, πέφτουμε στα πατώματα, χτυπιόμαστε, κλαίμε, παίρνουμε τους κολλητούς μας τηλέφωνα, τους σέρνουμε στα σπίτια μας, γνωστή πονεμένη ιστορία. Δύσκολη η κατάσταση για σένα που χώρισες και για τους φίλους σου που δεν ξέρουν πώς να σε παρηγορήσουν, τι να πρωτοκάνουν. Να σε πλύνουν, να σε ταΐσουν, να σε ποτίσουν; Να σε πάνε μια βόλτα; Δύσκολα τα πράγματα κι εσύ δεν ακούς κανέναν. Ούτε δαχτυλάκι δε θέλεις να κουνήσεις, μόνο το κρεβάτι σου θέλεις κι ένα πακέτο χαρτομάντιλα.
Όλα αυτά τουλάχιστον τις πρώτες μέρες. Είναι η λεγόμενη φάση της άρνησης. Μέχρι να το ξεπεράσουμε όμως και να έρθουμε στα καλά μας, έχουμε πολλά, πάρα πολλά στάδια μπροστά μας και φάσεις που θα περάσουμε και να αντιμετωπίσουμε. Και με την ψυχολογία μας, αλλά και με το κοινωνικό μας περιβάλλον, που μέχρι πρότινος μας είχε συνδυάσει με το πρώην άλλο μας μισό, κι άντε τώρα να λες ότι χώρισες.
Σε σένα, λοιπόν, έρχεται σιγά-σιγά το επόμενο στάδιο, μετά το σοκ της άρνησης. Κι απ’ το «περαστικό είναι, σίγουρα θα τα ξαναβρούμε, δεν μπορεί να συμβαίνει αυτό» περνάς στον θυμό και το βρίσιμο. Στην ψυχοσυναισθηματική φόρτιση, οπού καλό θα ήταν να αποφύγεις τις συγκρούσεις και κυρίως να λυπηθείς τον άμαχο πληθυσμό. Τι φταίνε οι άλλοι να τους παίρνει η μπάλα; Κρατήσου.
Και συνήθως μετά πέφτεις στη θλίψη ή ακόμα χειρότερα κάποιες φορές σε μορφές κατάθλιψης. «Γιατί μου το έκανε αυτό; Εμένα, που του έδωσα τα καλύτερά μου χρόνια;» ή «Μήπως φταίω εγώ; Μήπως δεν ήμουν αρκετός;». Η αντίδραση εξαρτάται απ’ το άτομο και πώς θα πάρει την απόρριψη του άλλου στη σχέση τους. Σίγουρα πάντως με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο θα ψάξει εξηγήσεις σ’ αυτό το στάδιο.
Και μετά έρχεται η μεγάλη έξοδος. Αποφασίζεις, λοιπόν, μια μέρα να βγεις απ’ το σπίτι, να ξαναχαρείς επιτέλους τη ζωή σου και τσουπ, να σου μπροστά σου ένας γνωστός. Αν είσαι τυχερός και καταφέρεις να κάνεις πως δεν τον είδες και τον αποφύγεις, όλα καλά. Αν, όμως, σε προλάβει; Και σε ρωτήσει τι κάνει ο Τάκης, η Σούλα, ο Μήτσος; Άντε να εξηγείς τώρα ότι χώρισες και τι έγινε. Και μετά να αντιμετωπίσεις το βλέμμα της λύπησης στο πρόσωπο του άλλου. Έχεις εσύ το πένθος σου κι έχεις και τον άλλο να στο υπενθυμίζει με το ύφος του. Και κάπου εκεί καταλαβαίνεις τι σε περιμένει τις επόμενες μέρες.
Εσύ ναι, μεν, το έχεις αποδεχτεί κάπως πλέον, για να βγήκες στον έξω κόσμο -ή κι όχι κι απλά το αντέχεις. Όπως και να έχει, σιγά-σιγά πρέπει να ανακοινωθεί στο φιλικό κι οικογενειακό σου κύκλο γιατί όσο να ‘ναι, θα θέλεις να αποφύγεις συναντήσεις και συζητήσεις του παραπάνω σκηνικού. Και δε φτάνει που έχεις τον πόνο σου, πρέπει να σκέφτεσαι πώς θα το πεις χαλαρά για να μην πέσουν όλοι πάνω απ’ το κεφάλι σου.
Και να σου τα «τι του έκανες, αλήτη», «τι σου έκανε, παιδί μου», τα «μην αγχώνεσαι και μη στεναχωριέσαι», λες κι αν μας πουν να μην αγχωνόμαστε και να μη στεναχωριόμαστε, θα γίνει το μαγικό κλικ και δε θα πονέσουμε ξανά. Κι εσύ τι να πεις τώρα; Ότι όλα καλά; Να το παίξεις ο δυνατός της υπόθεσης, μπας και σταματήσουν τα μοιρολόγια; Ή να απολαύσεις το ρόλο του θύματος κι όλες τις υπερβολές σαν άλλη drama queen για να τα περάσεις όλα σε όλο τους το μεγαλείο;
Πολύ δράμα ένας χωρισμός, αλλά συμβαίνουν κι αυτά. Κι είναι αναπόφευκτο τις περισσότερες φορές, το ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε εκτός απ’ το δικό μας δράμα και το δράμα του κοινωνικού μας περίγυρου. Παστίλιες για τον πόνο του άλλου, παιδιά, θα περάσει.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη