Πριν από τρία χρόνια, ολόκληρη η ανθρωπότητα εισήλθε σε μια φάση άγνωστη, με μια απειλή να περιφέρεται στο μυαλό που πήρε το όνομα Covid-19. Το πρώτο αίσθημα που γεννήθηκε στην πλειοψηφία των ανθρώπων ήταν ο φόβος για έναν εχθρό που δεν ξέραμε πού θα φτάσει. Επιβλήθηκαν περιορισμοί και μέτρα πρωτόγνωρα που, μέχρι τότε, μόνο σε ταινίες και βιβλία επιστημονικής φαντασίας συναντούσαμε. Η μάσκα έγινε μόνιμο αξεσουάρ, για να βγεις από το σπίτι έπρεπε να δώσεις ραπόρτο, ενώ ένας απλός καφές με φίλους έγινε μακρινή (και παράνομη) πραγματικότητα. Από 1 Απριλίου καταργούνται όλοι οι περιορισμοί που μας επέβαλλε η πανδημία, αφήνοντάς μας και πάλι να ζήσουμε όπως παλιά. Ή μήπως όχι;

Κι αν ναι, τελικά, μάς άφησε και τίποτα;

 

1. Κάν’ το τώρα

Η πανδημία προέκυψε ξαφνικά, ανακόπτοντας τα σχέδια πολλών και προκαλώντας την αναβολή δραστηριοτήτων με το σκεπτικό «καλά, θα το δω αργότερα, έχει ο Θεός». Ο απότομος εγκλεισμός, η αναστολή σχεδόν του συνόλου των δραστηριοτήτων μας δίδαξε ότι καλό είναι οτιδήποτε μπορούμε να κάνουμε σήμερα, να μην το αφήνουμε γι’ αύριο. Κι αυτό το «οτιδήποτε» μπορεί να είναι απλό, όπως το να πάρουμε ένα τηλέφωνο κάποιον φίλο, να επιδιώξουμε να τον συναντήσουμε ή κάτι πιο σημαντικό, όπως το να προβούμε σε μια ιατρική εξέταση. Είμαστε άνθρωποι θνητοί κι η ζωή είναι απρόβλεπτη, δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει. Το ακούμε συχνά, αλλά είναι όντως σημαντικό, να ζούμε το σήμερα. Η πανδημία μας επιβεβαίωσε την αξία του να μην αναβάλλουμε πράγματα.

 

2. Η φύση (τελικά) είναι πολύ ωραία

Ξαφνικά, το να βγούμε μια βόλτα, έστω τηρώντας αποστάσεις, αποτέλεσε τη μόνη και πολύτιμη διέξοδο από μια φυλακή στην οποία κλειστήκαμε απότομα. Αρχίσαμε να εκτιμάμε την επαφή με τη φύση, τη γαλήνη που βρίσκουμε δίπλα στη θάλασσα, την ευεξία που προσφέρει μια βόλτα με το ποδήλατο. Γυρίσαμε στις ρίζες μας, αφήσαμε τις οθόνες κι απολαύσαμε το περιβάλλον που μας γέννησε. Μάθαμε να εκτιμάμε τα απλά, που μέχρι τότε περιφρονούσαμε.

 

3. Οι δικοί μας κι η νόσος

Ο φόβος μην τυχόν και νοσήσει κάποιος δικός μας άνθρωπος, ειδικά ηλικιωμένος, μας κατέδειξε ότι όσες διαφορές κι αν μπορεί να έχουμε μεταξύ μας, η αγάπη μας γι’ αυτόν είναι σημαντικότερη. Τα καθημερινά τηλεφωνήματα, η εξυπηρέτηση για τα καθημερινά ψώνια, η βοήθεια στη μετάβαση στις δομές υγείας υπήρξαν δείγματα της αγάπης αυτής.

 

4. Τα είπαμε λιγάκι με τον εαυτό μας

Το γεγονός ότι αναγκαστήκαμε να μείνουμε αποκλεισμένοι για αρκετό διάστημα, αναπόφευκτα, μας οδήγησε σε μια εντονότερη επικοινωνία με τον εσωτερικό εαυτό μας. Είχαμε τον χρόνο να κάνουμε απολογισμούς, να δούμε τι έχουμε καταφέρει μέχρι τώρα, να εντοπίσουμε τις αποτυχίες μας. Κάναμε ένα εσωτερικό ταξίδι που, άσχετα από το τελικό συναίσθημα, μας βοήθησε να μας καταλάβουμε καλύτερα.

 

5. Εκτιμήσαμε τις σχέσεις μας

Το ενδιαφέρον ή η αδιαφορία, αντίστοιχα, των ανθρώπων που μας περιβάλλουν μας βοήθησε να κατανοήσουμε καλύτερα την ουσία και τη φύση των σχέσεών μας μαζί τους. Μπορέσαμε να εκτιμήσουμε στάσεις και συμπεριφορές και ν’ αποφασίσουμε ποιους θέλουμε ή όχι κοντά μας.

 

6. Καταλάβαμε ότι όλοι είμαστε ίσοι

Η απειλή από την πανδημία ήταν ίδια για όλους. Δε γνώριζε φύλα, εθνικότητες και θρησκείες. Όλοι οι λαοί ήρθαν αντιμέτωποι, σε γενικές γραμμές, με τις ίδιες προκλήσεις και όμοιους περιορισμούς. Η πανδημία μάς έκανε να καταλάβουμε ότι όλοι, άνδρες και γυναίκες, πλούσιοι και φτωχοί, λευκοί και μαύροι, είμαστε άνθρωποι με την ίδια μοίρα.

 

7. Καλά είναι τα βιβλία, ε;

Η στροφή στα βιβλία έγινε σαφής με την κάθετη αύξηση των πωλήσεών τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Η κόπωση από την πολύωρη έκθεση στο διαδίκτυο φαίνεται ότι προκάλεσε το ενδιαφέρον αυτό. Σε αυτό συνέβαλλε κι η αδυναμία της προσωπικής επαφής, με αποτέλεσμα όλο και περισσότεροι να βρίσκουν συντροφιά σ’ ένα βιβλίο.

 

Το τι ήταν σημαντικό για τον καθένα κατά τη διάρκεια της πανδημίας, σαφώς, διαφέρει και δεν επιδέχεται κριτικής. Ας ελπίσουμε, όμως, ότι αυτή η ελευθερία που έχουμε πλέον όλοι να έχει διαμορφώσει μέσα μας μια οπτική τέτοια που θα μας βοηθήσει να είμαστε καλύτεροι από αυτό που ήμασταν πριν.

Συντάκτης: Σοφία Γουρνά
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου