Από τη στιγμή που αρχίζουμε ν’ αντιλαμβανόμαστε τις δυνάμεις και τις δυνατότητές μας ως άτομα, καλούμαστε να κάνουμε επιλογές. Στην παιδική ηλικία, διαλέγουμε τα παιχνίδια που μας αρέσουν περισσότερο, τους φίλους με τους οποίους θα καθίσουμε στο ίδιο θρανίο και θα μοιραζόμαστε το κολατσιό μας, ποιους θα καλέσουμε στο παιδικό πάρτι γενεθλίων. Υπάρχουν, βέβαια και ζητήματα που δεν εξαρτώνται από τη δική μας επιλογή, όπως ποια είναι τα αδέρφια κι οι λοιποί συγγενείς μας, οπότε και δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι γι’ αυτό.
Στη μετέπειτα ζωή κι αφού ενηλικιωθούμε, μπαίνουμε σε ευρύτερα πλαίσια κοινωνικοποίησης, όπου η συναναστροφή με τους ανθρώπους είναι πιο απλωμένη και περιλαμβάνει διαφόρων τύπων χαρακτήρες. Εκεί, πλέον, καλούμαστε να προσαρμοστούμε ακόμα και σε περιβάλλοντα -όπως το εργασιακό- τα οποία δε μας αρέσουν, αλλά που και πάλι έχουμε τη δυνατότητα της επιλογής: της επιλογής των ορίων που θα θέσουμε, ώστε να έχουμε την ησυχία μας.
Όταν κάνουμε μια σχέση, μπαίνουμε σ’ αυτήν με θετική διάθεση κι ελπίζουμε για το καλύτερο. Ότι θα είμαστε ευτυχείς, ότι ο άλλος θα μας καταλαβαίνει, ότι θα είναι δίπλα μας σε ό,τι χρειαστούμε. Η πραγματικότητα, όμως, μπορεί να μην ανταποκριθεί στις προσδοκίες αυτές. Μπορεί να προκύψουν ασυμφωνίες, καβγάδες, εντάσεις που καθημερινά, σταδιακά θα βάλλουν την ψυχολογία μας. Και τότε, εύλογα, θα προκύψει το δίλημμα. Να μείνω ή να φύγω; Η κάθε επιλογή θα έχει ένα κόστος. Αν μείνεις, θα έχεις μεν σύντροφο, αλλά θα ταλαιπωρείσαι. Αν φύγεις, θα έχεις την ησυχία σου, αλλά θα είσαι μόνος ή μόνη- έστω για κάποιο διάστημα.
Αντίστοιχα, όταν ξεκινάμε να εργαζόμαστε, ελπίζουμε ότι θα μας αντιμετωπίζουν με σεβασμό, ότι οι προσπάθειές μας θα αναγνωριστούν, ότι οι συνάδελφοί μας θα μάς φέρονται εντάξει. Έλα, όμως, που μπορεί να συμβεί το ακριβώς αντίθετο. Και πάλι θα έρθει η ώρα, λοιπόν, που θα πρέπει να επιλέξεις. Το αν θα κρατήσεις τη δουλειά που μπορεί να σε πληρώνει καλά, ή αν θα βρεις κάποια άλλη στην οποία δε θα έχεις μεν τις ίδιες απολαβές, αλλά θα μπορείς να συνεργάζεσαι ανθρώπινα.
Στο φιλικό περιβάλλον, γνωρίζουμε στη διάρκεια της ζωής μας πολλούς ανθρώπους. Με άλλους δενόμαστε αμέσως, ενώ με άλλους ανακατεύεται το στομάχι μας. Και συνήθως, οι δεύτεροι είναι περισσότεροι. Λογικά, λοιπόν, θα επιλέξουμε να μείνουμε με αυτούς που νιώθουμε άνετα, με όσους μπορούμε να εμπιστευτούμε και μ’ εκείνους που μπορούν ν’ αντιλαμβάνονται τα αισθήματά μας. Ο κύκλος, όμως, έτσι, θα είναι μικρός. Αλλά θα είναι μια ζεστή φωλιά, όχι ένα άγριο κοτέτσι.
Οι προαναφερόμενες περιπτώσεις δεν είναι, σαφώς, οι μόνες τις οποίες καλείται να διαχειριστεί ένας άνθρωπος. Έχουν, όμως, έναν κοινό τόπο. Υποβάλλουν το άτομο στη διαδικασία να επιλέξει. Να επιλέξει, εάν θα συνεχίσει να υπομένει άτομα ή καταστάσεις που το χαλάνε ή θα προτιμήσει να βρει την ησυχία του. Μπορεί κάποιος να πει, βέβαια, στο σημείο αυτό, ότι υπάρχουν και περιπτώσεις που -για διάφορους λόγους- η δυνατότητα επιλογής δεν υπάρχει ως ενδεχόμενο. Μπορεί, λόγου χάρη, να μην είναι εύκολο ν’ αλλάξει δουλειά. Ακόμα και σ’ αυτή την περίπτωση, όμως, μπορεί να θέσει τα όριά του και να μην επιτρέπει να του τα παραβιάζουν. Κι αν αυτό σημαίνει ότι μερικοί συνάδελφοι θα του κόψουν την καλημέρα, δε θα πρέπει αυτό να τον αποθαρρύνει. Γιατί πολύ απλά πρέπει πρώτα να νοιαστεί για το αν είναι καλά μέσα του ο ίδιος και μετά για τον πώς τον αντιμετωπίζουν οι άλλοι.
Μέσα στις ταχύτητες που ζούμε, που ενώ μέσα από τις οθόνες φτάνουμε στα πέρατα του κόσμου η μοναξιά αυξάνεται, οφείλουμε στον εαυτό μας το να τον φροντίσουμε όσο περισσότερο μπορούμε. Μας χρωστάμε το να επιλέγουμε το καλύτερο για την ψυχική μας ηρεμία, για την εσωτερική μας γαλήνη. Άλλωστε, ποιος νιώθει καλά με το να πρέπει μονίμως να κοιτάει πάνω από τον ώμο του για να καλυφθεί από τα πισώπλατα μαχαιρώματα; Ποιος αντέχει να πρέπει να συναναστρέφεται ανθρώπους που νιώθει και ξέρει ότι του χαμογελούν υποκριτικά; Ποια σχέση μπορεί να σταθεί όταν υπάρχει υποτίμηση κι αδιαφορία;
Το να απομακρυνόμαστε συνειδητά από ανθρώπους και καταστάσεις μπορεί, ναι, να μας αφήνει μόνους κάποια βράδια. Μπορεί να περιορίζει τον κοινωνικό μας κύκλο σε ελάχιστα άτομα. Αλλά, ταυτόχρονα, μας κάνει συνεπείς απέναντι στις αρχές και τα ζητούμενά μας κι εξασφαλίζει την ηρεμία μας, κάτι που είναι πολύτιμο για τη δόμηση υγιών σχέσεων.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου