Δύσκολη νύχτα και πάλι. Όσο και να στριφογυρνάς στο κρεβάτι, όσους ανθρώπους κι αν συγχωρήσεις, όσες συγγνώμες κι αν ζητήσεις, ο ύπνος σου χαμογελάει ειρωνικά κι απομακρύνεται. Από εκείνα τα βράδια που το σώμα ζητάει απεγνωσμένα να ξεκουραστεί αλλά το μυαλό αρνείται κατηγορηματικά. Οι ανάσες βαριές. Οι αναστεναγμοί ίσως να είναι και περισσότεροι. Το μόνο που διακόπτει τη βραδινή σιγή είναι ο δυνατός χτύπος της καρδιάς.
Η αιτία γνωστή και μη εξαιρετέα. Έρωτας. Το μοναδικό αντίδοτο; Ξενύχτι στην ταράτσα με τους κολλητούς. Εκεί ανάμεσα στη δεύτερη με τρίτη μπύρα και καθώς χάζευα τα αστέρια ακούω το χαρακτηριστικό «Ξέχνα τη φίλε, χαμένη υπόθεση. Μην κυνηγάς το άπιαστο».
Όμως, ποιος ορίζει την έννοια του άπιαστου; Ποιος καθορίζει τι είναι δυνατό και τι αδύνατο; Ποιος ξέρει τις δυνατότητές σου καλύτερα από εσένα;
Η απάντηση είναι μία. Κανένας.
Έχω κουραστεί να βλέπω ανθρώπους συμβιβασμένους. Φοβήθηκαν να διεκδικήσουν κάποτε αυτό που τους άξιζε και αρκέστηκαν στα ψίχουλα που τους προσέφεραν. Έτσι εθίστηκαν στις ψεύτικες ανθρώπινες σχέσεις. Και το χειρότερο απ’ όλα; Τους αρέσει η κάλπικη ζωή τους.
Ύπουλο πράγμα το ψεύτικο. Λειτουργεί σαν υποκατάστατο και σου δίνει την ψευδαίσθηση της πληρότητας. Πιστεύεις ότι έχεις επιτύχει όλους σου τους στόχους. Αλλά έρχεται η στιγμή που γυρνάς πίσω και βλέπεις τις ταφόπλακες των ονείρων σου που ο ίδιος τοποθέτησες. Κάθε χρόνο μαζί με τα κεράκια των γενεθλίων σου έσβηνες και τα όνειρά σου.
Κι όλα αυτά γιατί δίστασες να κυνηγήσεις αυτό που κάποιοι άλλοι χαρακτήρισαν ως άπιαστο. Πείστηκες ότι ήταν πάνω από τις δυνατότητές σου και παρέδωσες τα όπλα. Σήκωσες λευκή σημαία δίχως να το σκεφτείς. Όμως, τώρα αναθεώρησες και συνειδητοποίησες ότι μάλλον υποτίμησες τον εαυτό σου. Θέλεις να διεκδικήσεις αυτά που αξίζεις. Γι’ αυτό σήκω από τον καναπέ σου και πάρε τα όπλα σου, που δεν είναι άλλα από την αποφασιστικότητά και τη θέλησή σου. Το κυνήγι ξεκινάει.
Βέβαια, ύστερα απ’ όλα αυτά αρκετοί θα πουν ότι ζω στον κόσμο μου αλλά σίγουρα, είναι καλύτερος από τον δικό τους. Κάθε φορά που κάποιος μου λέει «Λογικέψου, δε θα τα καταφέρεις.» εγώ ακούω «Μπορείς, προσπάθησέ το».
Καλύτερα ένας ονειροπόλος κυνηγός παρά ένας συμβιβασμένος ανθρωπάκος.
Μπορεί να κυνηγάω χίμαιρες και να τρέχω πίσω από φαντάσματα, αλλά εμένα αυτό το κυνήγι μου δίνει ζωή. Με εξιτάρει το ανέφικτο. Φτιάχνομαι κάθε φορά που έχω μπροστά μου μια νέα πρόκληση. Έμαθα ότι υπάρχει δε θέλω, όχι δεν μπορώ.
Φυσικά η αποτυχία κι ο πόνος που ακολουθεί ύστερα απ’ αυτήν είναι μέσα στο παιχνίδι. Όμως, πώς θα πεις ότι έχεις ζήσει αν δεν πονέσεις; Ο πόνος κι η ζωή είναι έννοιες άμεσα συνυφασμένες. Δεμένες σφιχτά μεταξύ τους. Είναι αδύνατο να διαχωριστούν.
Ο πόνος είναι ένα από τα καλύτερα διεγερτικά. Σε βοηθάει να εκτιμήσεις όλα αυτά που μέχρι τότε θεωρούσες δεδομένα ενώ συγχρόνως σε εφοδιάζει με πείσμα και δύναμη για τη συνέχεια.
Για να φτάσεις να ακουμπήσεις το άπιαστο πρέπει πρώτα να πονέσεις, ίσως και να ματώσεις. Αλλά μη διστάζεις. Όταν θα τα έχεις καταφέρει οι πληγές σου θα έχουν ήδη κλείσει.
Άλλωστε αν ο έρωτας ήταν εύκολη υπόθεση, δε θα ήταν έρωτας. Θα ήταν ακόμη ένα καπρίτσιο. Ένα πείσμα με μοναδική πηγή συναισθημάτων τον εγωισμό.
Έρωτας σημαίνει δύσκολο. Δεν είναι για τους δειλούς και τους βολεμένους. Θέλει κότσια για να τον ζήσεις. Να ξέρεις θα πονέσεις.
Αντέχεις;
Μη το σκέφτεσαι. Η αληθινή απάντηση είναι ναι. Τόσοι τα κατάφεραν. Εσύ γιατί να είσαι η εξαίρεση;
Μην το φοβάσαι το άπιαστο, λοιπόν. Υπάρχει μόνο αν εσύ το πιστέψεις. Οι σκέψεις σου του δίνουν υπόσταση κι ο φόβος σου ζωή.
Αν κάποιος σου πει «Δεν θα τα καταφέρεις.» απάντησέ του «Απλώς, κοίτα με».
Λένε ότι πρέπει να απλώνεις τα χέρια σου μέχρι εκεί που φτάνεις. Εγώ πάλι πιστεύω ότι πρέπει να τα απλώνεις μέχρι εκεί που φτάνει η θέλησή σου. Ίσως και λίγο παραπέρα.
Γι’ αυτό ανέβα κι εσύ στην ταράτσα σου και σήκωσε τα χέρια σου.
Το βλέπεις; Τα αστέρια ήρθαν πιο κοντά.
Και πού ξέρεις; Μπορεί κάποια μέρα να τα ακουμπήσεις.
Τίποτα δεν είναι αδύνατο, αν το θελήσεις.