Σε όλα τα επίπεδα της ζωής, έτσι και στην άποψη του τι είναι πραγματικότητα, τα κύρια «στρατόπεδα» είναι ο ρεαλισμός και ο σουρεαλισμός. Κι ενώ ο έρωτας μοιάζει να έχει συζητηθεί όσο τίποτα από τόσους και τόσους, εντοπίζεται μια άλυτη και κρυφή διαφορά μεταξύ φανταστικού και ρεαλιστικού. Η φαντασία, αν θα την τοποθετούσαμε σε ένα κάδρο, είναι σαν εκείνους τους ανθρώπους που στέκονται σε μια μισάνοιχτη πόρτα και βλέπουν το πανέμορφο δωμάτιο, όμως επιμένουν να μην ανοίγουν την πόρτα να μπουν μέσα και να ζήσουν στον χώρο, ή και να μπουν ακόμα, δε θα δώσουν τη δέουσα σημασία, αφού έμαθαν να το βλέπουν από μακριά κι από κοντά τους ξενίζει.
Έχουμε αναρωτηθεί ποτέ γιατί γίνεται αυτό; Γιατί επιλέγουμε να ζούμε στη φαντασία μας, ακόμη και τον έρωτα, ίσως κυρίως τον έρωτα; Η απάντηση έρχεται όταν ειπωθεί η λέξη «φόβος». Όταν απλώς φαντάζεσαι, πας το σενάριο εκεί που θες εσύ. Δε φοβάσαι για καμία έκβαση για κανένα σενάριο που δεν προέβλεψες. Τι φοβόμαστε όμως πραγματικά; Φοβόμαστε την απόρριψη, ενώ πάντα μας επισκιάζει ο φόβος της αποτυχίας ή ακόμα κι ότι θα παρεκκλίνει κατά πολύ η ιστορία μας, από αυτό που εικάζουμε ότι θα συμβεί!
Ας σκεφτούμε ότι αν δεν προσπαθήσουμε να τη ζήσουμε, δε θα μάθουμε ποτέ αν καταλήξει όπως το έχουμε στο μυαλό μας. Όσο ζει μέσα σε φαντασιακά επίπεδα, δεν είναι έρωτας, είναι απλή επιθυμία. Κι ίσως να είναι πιο δύσκολο από ό,τι θεωρητικά ακούγεται, ίσως να μοιάζει με την ανοησία του «μην αγχώνεσαι». Το λένε και οι σεφ, όμως, ότι η συνταγή θέλει αγάπη, φαντασία και τα υλικά, τα οποία στην προκειμένη περίπτωση είναι οι σκέψεις σου και το λίγο περίσσιο θάρρος που όλοι αποθηκεύουμε κάπου-κάπου και βγάζουμε σε στιγμές που το συναίσθημα ζητάει να επιβεβαιωθεί, να ζήσει, να υπάρξει και μέσα από ένα άλλο μυαλό εκτός του δικού μας.
Γιατί οι άλλοι να μπορούν να ζουν τον έρωτά τους και μια σκέψη να επιμένει να βρίσκεται σε καταστολή; Δεν είναι λίγες οι φορές που προκαλούμε το αίσθημα της πληρότητας μέσα μας με απλές εικασίες, μα αυτό πρέπει να φοβόμαστε κανονικά κι όχι το να μη βγει το ρίσκο του να εκφραστούμε! Αν το δούμε από άλλη οπτική γωνία, θα αντιληφθούμε ότι αυτός ο φόβος μπορεί να λειτουργήσει ως παρακινητικό στοιχείο που θα μας οδηγήσει στο πρώτο βήμα της ρεαλιστικής εκτόνωσης κι έκφρασης ενός έρωτα που μόνο έτσι μπορεί τελικά να υπάρξει.
Κοίτα δίπλα σου τώρα, βλέπεις το τηλέφωνό σου να φανταστώ, σωστά; Σήκωσέ το και πάρε τον άνθρωπο που έχεις ερωτευτεί. Πες του να βρεθείτε άμεσα, με την απλή και φανταστική επιθυμία προκοπή κανείς δεν έκανε. Μη στέκεσαι στην απόρριψη, όλοι μας τη γευόμαστε καθημερινά, έτσι κι αλλιώς αν δεν απορριφθείς δε θα μάθεις ποτέ αν σε ήθελε ή όχι. Έχουμε ανάγκη να γνωρίζουμε την αλήθεια, υπάρχει η τάση για απαντήσεις στις ερωτήσεις που θέτουμε.
Κι ο έρωτας τελικά δεν είναι ερώτηση, μα η απάντηση, η πιο ξεκάθαρη από όλες. Δεν είναι καρδούλες και λουλούδια, έρωτας είναι να κοιτάς τον άνθρωπο που θες και να σου κόβονται τα πόδια. Να μην μπορείς να ανασάνεις και να να νιώθεις το στομάχι σου να ξεκολλάει, να μιλάς γιατί δεν υπάρχει άλλη επιλογή, γιατί το ζητάει το σώμα σου να εκφραστεί. Το σκαρί σου θα αντέξει, έχεις αντέξει σίγουρα χειρότερη πίεση. Όσο είναι αέρας, μπορεί να μη σε βαραίνει, μα είναι γιατί δεν έχει υπόσταση. Έρωτας είναι μόνο αν το πεις, μόνο αν το δείξεις. Αλλιώς είναι άλλο ένα παραμυθάκι για καληνύχτα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου