Χωρίζει το φιλαράκι μας και μετατρεπόμαστε από απλός καθημερινός άνθρωπος σε σύμβουλο ψυχικής υγείας σε χρόνο ντετέ. Φοράμε τα ψαρωτικά γυαλιά μας κι αρχίζουμε τον δεκάλογο του πώς να ξεπεράσεις όσο το δυνατόν πιο αναίμακτα το χωρισμό σου βήμα-βήμα ολοκληρώνοντας το μάντρα με ένα «και να ξέρεις, ο χρόνος είναι ο καλύτερος γιατρός». Φυσικά, όταν είσαι από τη μεριά αυτού που χώρισε, όλες αυτές οι συμβουλές σου φαίνονται ανούσιες, πέρα κι έξω από εσένα και οριακά ως textbook οδηγιών που καμία σχέση δεν έχουν με τη δική σου πραγματικότητα.

Η απώλεια μιας συνθήκης, μιας συνήθειας, ενός ανθρώπου και μιας καθημερινότητας -ειδικά όταν δεν αποτελεί δική μας επιλογή- είναι σαν να βιώνουμε έναν θάνατο (φράση κλισέ αλλά τα στερεότυπα αποτελούν μια σκληρή οικουμενική αλήθεια). Οι άνθρωποι είμαστε προγραμματισμένοι να διαχειριστούμε την απώλεια και τον θάνατο, πόσο μάλλον την εκλεπτυσμένη βερσιόν αυτού μέσω του θανάτου μιας σχέσης. Σε κάθε συνθήκη, το ίδιο και σε αυτή, ισχύει πως η επανάληψη είναι η μητέρα της μάθησης. Κι ας μη γελιόμαστε, όλη μας η ζωή είναι συμπεριφορά. Βιώνουμε ορισμένα συναισθήματα κι αυτά αποτυπώνονται σε δράση. Καλώς ή κακώς, όσο λιγότερες επαναλήψεις μιας κατάστασης έχουμε βιώσει, τόσο πιο ευάλωτοι είμαστε σε λάθη και σε αντιφατικές δράσεις που μας μπλέκουν ακόμη περισσότερο. Κι αυτό συνοδεύεται με τη σιγουριά του πρωτάρη που λέει πως ανεξαρτήτως οδηγιών, εμείς θα καταφέρουμε να κάνουμε τα πράγματα με τον δικό μας μοναδικό τρόπο, συντηρώντας ένα παραμύθι στο μυαλό μας. Στην πραγματικότητα όμως υπάρχουν δεδομένα που λένε ότι κάποιος επέλεξε για τους δικούς του λόγους να μας απομακρύνει από τη ζωή του. Είτε έγινε με το γάντι, τύπου «Δε φταις εσύ φταίω εγώ», είτε μετά από στόλισμα κι ευχές για καλοκαιρινό ζώδιο το δεδομένο είναι ότι κάτι έχει τελειώσει.

Τα στάδια του πένθους σύμφωνα με τους ψυχολόγους είναι συγκεκριμένα. Το πρώτο έρχεται μέσω του σοκ της νέας συνθήκης και της άρνησης της κατάστασης. Αυτό που μπορεί να κλαις μέχρι να σε πάρει ο ύπνος και ξυπνώντας να έχεις -από συνήθεια- μείνει σε ένα παρελθόν. Το δεύτερο αφορά τον πόνο (ο οποίος σε ορισμένες περιπτώσεις βιώνεται κι ως πραγματικός φυσικός σωματικός πόνος) της απώλειας αλλά και τα συναισθήματα ενοχής. Το τρίτο έρχεται μέσω του θυμού, το τέταρτο μέσω της θλίψης που αναπόφευκτα συνοδεύει το πέρας του θυμού (ο θυμός εξάλλου είναι ένα ιδιαίτερο συναίσθημα που δε χωράει μέσα μας, σε αντίθεση με τη θλίψη που μπορεί να σπάσει σε κομμάτια και να κατοικοεδρεύσει ευκολότερα στα δωμάτια της ψυχής μας). Το πέμπτο είναι αυτό το στάδιο που νιώθεις ότι παίρνεις λίγο τα πάνω σου, αλλά περισσότερο βιωμένο σαν να κοιμάσαι με το ένα μάτι ανοιχτό, το έκτο αφορά την εσωτερική αναδόμηση κι αναδιοργάνωση (σαν να μαζεύεις τον χαμό από το σπίτι σου μετά από μια μεγάλη μάζωξη) και το έβδομο αφορά τη διάθεση να προχωρήσεις και την ελπίδα ότι θα έρθει κάτι καλύτερο στη ζωή σου.

 

Get Over It! | eBook


€5,00

-----

 

Στη θεωρία λοιπόν, στον φίλο που συμβουλεύει ότι όλα περνούν με το χρόνο, πράγματι θα κουνήσεις το κεφάλι καταφατικά- το λένε και οι επιστήμονες εξάλλου. Ωστόσο, στην πράξη τα πράγματα μπορεί να μην είναι ιδιαίτερα γραμμικά. Είναι όλα πολύ σχετικά στις ανθρώπινες σχέσεις κι ένα μεγάλο κομμάτι της διαχείρισής τους αφορά τη σχέση μας με τον εαυτό μας. Συνήθως το ένα μέρος της εξίσωσης θα μιλήσει για αδυναμία διαχείρισης της απόρριψης. Και κανονικά αυτό είναι κάτι που μας κάνει όλους λίγο πολύ να κουνήσουμε το κεφάλι καταφατικά, γιατί ξέρουμε για τι πράγμα μιλάει αυτή η μεταβλητή x.

Οι πιο άπειροι από εμάς προσπαθούμε να ξεγελάσουμε τη διαδικασία και πάμε να πηδήξουμε βήματα με τεχνητό τρόπο. Στην καλύτερη των περιπτώσεων προσπαθούμε να διατηρήσουμε μια επαφή προκειμένου να μη νιώθουμε τόσο βαθιά στο πετσί μας αυτή την απώλεια. Στη χειρότερη το κάνουμε για να προεξοφλήσουμε στον εαυτό μας την ελπίδα μιας επανασύνδεσης. Κακά τα ψέματα όμως, υπάρχει διαδικασία συγκεκριμένη. Θα χρειαστεί να φάμε τα μούτρα μας σε τοίχο σαγρέ για να το καταλάβουμε. Μάλιστα, οι συμβουλές που καταναλώνουμε σαν φαστ φουντ από τον περίγυρο, προέρχονται σε μεγάλο βαθμό από τις ίδιες εμπειρίες, από καρούμπαλα στο κεφάλι άλλων ανθρώπων οι οποίοι μας νοιάζονται και θέλουν να μην περάσουμε τα ίδια. Θα σου μιλήσουν για αξιοπρέπεια, για εγωισμό, για το να υψώσεις τείχη, να αγαπήσεις τον εαυτό σου, να βγεις έξω να περάσεις καλά ενώ το μόνο που θέλεις είναι να κουλουριαστείς με μια κουβερτούλα πικέ και να ακούσεις όλη τη δισκογραφία των madrugada στο repeat.

Κι εκεί είναι που το «εξαφανίσου από τη ζωή του άλλου» μετατρέπεται στο να στέλνεις 220 μηνύματα σερί, απανωτές κλήσεις με κομμένη την ανάσα ενώ αναρωτιέσαι πώς στο καλό μπορεί κάποιος να σου φέρεται έτσι. Και σε περίπτωση που αναρωτιέσαι αν ενοχλείς, η απάντηση είναι πως ναι. Ενοχλείς. Σε περίπτωση που αναρωτιέσαι επίσης πώς στο καλό κάποιος μπορεί να διαγράψει την ύπαρξή σου τόσο απλά κι αβίαστα, η απάντηση είναι ότι δεν το κάνει. Απλώς δε σε θέλει πια κοντά του. Είναι από αυτές τις περιπτώσεις που σίγουρα θα ερχόταν στην κηδεία σου αλλά όχι στο γάμο σου. Ακόμη κι εάν έχουν σβήσει για εσένα τα συναισθήματα, ακόμη κι αν νοσταλγείς την ανθρώπινη σχέση με αυτόν τον άνθρωπο, που κάτι τέλος πάντων μοιραστήκατε, δεν είναι απαραίτητο να είναι ούτε κι αυτό αμοιβαίο.

Ακόμη και τότε λοιπόν, προσπαθώντας να αναζωπυρώσεις οτιδήποτε υπήρξε πριν τη σχέση σας, υπάρχει η περίπτωση να φας ξανά τα μούτρα σου στον τοίχο (ναι εκείνον, τον σαγρέ). Γιατί το ταγκό είναι χορός για δύο. Αυτός που σε απέρριψε, σε απέρριψε κι ως άνθρωπο κατά πάσα πιθανότητα. Όσο δίκαιη κι αν φαίνεται σε εσένα η διατήρηση της ανθρώπινης σχέσης, μπορεί για τον άλλον να είναι αναφαίρετο δικαίωμα να μπεις στο τσουβάλι με τους πρώην συντρόφους με τους οποίους επ’ ουδενί δεν μπορεί να κρατήσει επαφή. Αυτομάτως λοιπόν ξαναβιώνεις την απόρριψη αλλά αυτή τη φορά σε ανθρώπινο επίπεδο.

Γιατί στο τέλος της ημέρας θέλουμε όλοι να κοιμόμαστε με περισσότερη ησυχία. Ανεξαρτήτως επικοινωνιακών τρικ, ανεξαρτήτως του αν σκεφτόμαστε αν εννοεί αυτό που λέει ο άλλος, υπάρχουν τα γεγονότα και τα δεδομένα. Όσοι νιώθουμε ότι μας έχουν απορρίψει ψάχνουμε για θησαυρό μέσα στα σκουπίδια μέσα από τα λόγια του άλλου.Ενώ στην πραγματικότητα το μήνυμα είναι ξεκάθαρο. Καμία πράξη, καμία κουβέντα κανένα συναίσθημα δεν μπορεί να γυρίσει τους νεκρούς από το θάνατο. Όλα καταλήγουν να γίνονται προσωπική υπόθεση κι όλα καταλήγουν σε επιλογές δράσης. Ο ίδιος ο χωρισμός είναι μια επιλογή, ενώ ο θάνατος όχι. Η σημαντικότερη διαφορά τους. Όσο και αν πονάει ο θάνατος κάποιου αγαπημένου, εξίσου πονάει κι ο θάνατος μιας συνθήκης. Γιατί και στις δύο περιπτώσεις θρηνούμε για το αύριο που κάπως αλλιώς το είχαμε φανταστεί. Στον χωρισμό όμως είμαστε αναγκασμένοι να δούμε το αύριο αυτού του ανθρώπου με τον δικό μας αντικαταστάτη.

Είναι από τις περιπτώσεις λοιπόν που καλό είναι να κλείσουμε τα μάτια σε αυτό. Επίσης καλό είναι να σταματήσουμε να πιστεύουμε σε φαντάσματα, γιατί όσο τα πιστεύουμε τόσο θα τα βλέπουμε. Ας είμαστε ανοιχτοί στη διαδικασία διαχείρισης της απώλειας, με το να είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας και ταυτόχρονα πειθαρχημένοι. Γιατί, όσο και να προσπαθούμε, ο λόγος του χωρισμού θα βρίσκεται πάντα μα πάντα στο χρονοντούλαπο του μυαλού μας σαν το κομματάκι μαρούλι που έχει κολλήσει ανάμεσα στα δόντια.

 

Συντάκτης: Μαρία Χριστίνα Μαγκανάρη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου