Για να λέγεται πρώην, κάποιος λόγος υπάρχει. Ας εικάσουμε το ότι χωρίσατε. Μέσα πέσαμε; Κοίτα να δεις κάτι μαντεψιές. Και τι θέλετε τώρα; Να συνυπάρξετε; Πρώην δε σημαίνει block delete report κάψιμο φωτογραφιών κι ευχές για καλοκαιρινό ζώδιο; Στις ταινίες ίσως, στα φιλαράκια σίγουρα και μπορεί και να ισχύει κάτι αντίστοιχο για ηλικίες 13-16.
Κάνουμε fast forward το άβολο κομμάτι της διαχείρισης του χωρισμού γιατί πάνω κάτω όλοι ξέρουμε πόσο καλά πάει αυτό (αμήχανες ματιές δεξιά κι αριστερά) κι ερχόμαστε στο τώρα και στην κανονική ροή. Το να συναντήσεις έναν πρώην και να είσαι κουλ και ήρεμος είναι τεχνική. Θέατρο λέγεται, αν δεν είσαι πραγματικά κουλ και ήρεμος μέσα σου και πολλοί από εμάς έχουμε πάρει ήδη 2-3 όσκαρ ερμηνείας. Ωστόσο, αυτή είναι μια δραματική πραγματικότητα που όσο μεγαλώνουμε τείνει να φθίνει όλο και περισσότερο. Κι αυτό γιατί από ένα σημείο και μετά συνηθίζεις να έρχονται και να φεύγουν άνθρωποι από τη ζωή σου.
Αναπόφευκτα, συναντώντας έναν άνθρωπο με τον οποίο μοιράστηκες χρόνο, χώρο, φαγητό, σκέψεις, κρεβάτι, ρούχα και γενικώς ένα κομμάτι της ζωής σου, θα νιώσεις παράξενα. Και φαίνεται. Πώς χαιρετάς έναν άνθρωπο που μέχρι πριν κάποιο καιρό τον φιλούσες για καλημέρα; Εκεί οι κοινωνικές επιταγές γίνονται ένα κουβάρι. Οι κανόνες κομφορμισμού πετάνε χαρταετό και η μέχρι πρότινος άνεση που υπήρχε μεταξύ σας έχει πάει διακοπές στο χωριό με τον παππού και τη γιαγιά. Το να χαιρετηθείς σαν την κουμπάρα με τον πρώην σου είναι άβολο. Και λυπηρό, αν το καλοσκεφτείς. Τουλάχιστον γι’ αυτόν που δεν έχει προχωρήσει και τόσο. Για τον άλλον μπορεί να είναι απλώς παράξενο στην καλύτερη, αδιάφορο στη χειρότερη.
Ωστόσο η δυσκολία πρώτης επαφής αλλάζει ποιοτικά και ποσοτικά με το είδος, ύφος, χρόνο, ποιότητα της σχέσης. Κι αυτό γιατί άλλο μία σχέση 2 μηνών άλλο μία σχέση 5 ετών. Άλλο ένας γάμος κι ένας χωρισμός κι άλλο ένας γάμος κι ένας χωρισμός με παιδιά. Άλλο χωρίσαμε γιατί βαρεθήκαμε, δεν ταιριάζαμε, κουραστήκαμε κι άλλο χωρίσαμε και μάζευα τα ρούχα μου καλτσάκι προς καλτσάκι από το σπίτι του μέχρι τον κόκκινο κάδο ανακύκλωσης. Αν ήταν να φτιάξουμε δύο διακριτές κατηγορίες για τα παραπάνω, αυτές θα ήταν: από τη μία η κατηγορία της μεγάλης συντροφικής σχέσης κι από την άλλη, η σχεδόν σχέση, το fling, το «δεν πρόλαβα να μάθω το όνομα του κολλητού». Ο βαθμός άνεσης, επομένως, έχει να κάνει με το πόσα έχουμε μοιραστεί με τον άλλο άνθρωπο. Όσο μεγαλύτερος είναι, τόσο μικρότερη η ανάγκη για κοινωνικούς καθωσπρεπισμούς.
Αν νιώθουμε άβολα, το λέμε κιόλας να φεύγει νωρίς νωρίς από τη μέση. Δε θα αρκεστούμε σε μια χειραψία ή ένα σταυρωτό φιλί σαν της θείας της Ελένης κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα. Γιατί αυτές τις τυπικούρες τις έχουμε αφήσει πίσω πολύ παλιά. Από την άλλη, η μικρότερη σχέση, αυτή που δεν πρόλαβε να γίνει σχέση, έχει κι αυτή τις δυσκολίες της στην πρώτη επαφή μετά το χωρισμό. Κι αυτό γιατί έχει το στοιχείο του ανεκπλήρωτου. Γιατί παρ’ όλο που δεν πρόλαβε να υπάρξει η πραγματική τριβή και να επέλθει η ουσιαστική άνεση που είναι πέρα και πάνω από τα τυπικά, είχε αυτή τη σπίθα του «ίσως μάλλον κάποια μέρα να…». Εκεί η τυπικούρα έρχεται αναγκαστικά, για προστασία εαυτού. Περισσότερο, αυτόν που έχει μείνει με τις περισσότερες ανοιχτές υποθέσεις απέναντι στον άλλον. Πράγμα που μας φέρνει στο δεύτερο μέρος του cringefest της πρώτης επαφής. Κι αυτό αφορά το ποιος έριξε τη βόμβα σε ποιον.
Κακά τα ψέματα, αυτός που φεύγει πρώτος είναι και πιο έτοιμος. Έχει κάνει ήδη το ένα μεγάλο βήμα κι οδεύει ήδη προς το επόμενο. Αν αυτή η συνθήκη ήταν απόλυτη και γραμμική, σαν φυσικό επόμενο θα ήταν πως ο άλλος -αυτός που την έφαγε- είναι μονίμως ένα βήμα πίσω σε σχέση με τον πρώτο. Ο ένας ήξερε πως θα ρίξει βόμβα, ο άλλος δεν είχε ιδέα κι απλώς την έφαγε. Αν λοιπόν πρόκειται για μια γραμμική σχέση και συνθήκη, αυτός που έμεινε την πρώτη φορά πίσω, εξακολουθεί να βρίσκεται ένα βήμα μακρύτερα από την άνεση που διακατέχει τον άλλον.
Και γιατί τόσο μπλα μπλα για μια χαιρετούρα; Γιατί η χαιρετούρα κρύβει παγίδες μάι φρεντ. Είναι πολλές βέβαια οι μεταβλητές, αλλά εκεί παίρνονται τα πρώτα μέτρα για το πού βρισκόμαστε συναισθηματικά στο εδώ και στο τώρα. Το βουνό, όσο μακρύτερα είναι τόσο πιο κοντό το βλέπεις. Πλησιάζοντας μόνο, μένεις καθηλωμένος από την επιβλητική του παρουσία. Εξάλλου γι’ αυτό το λένε βουνό και δεν το λένε σαμαράκι στο δρόμο. Κάποιους, αυτή η επιβλητικότητα τούς επηρεάζει με φόβο. Τούς αναγκάζει να προτάξουν το χέρι τυπικά κι από απόσταση, να μη θεριέψει το βουνό. Άλλους πάλι, ίσως πιο φυσιολάτρεις ή πιο μαθημένους σε βουνά, να τούς εξιτάρει, να τούς καλμάρει και να τούς κάνει να νιώθουν οικεία κι άνετα. Όπου η αγκαλιά των δέκα πλας δευτερολέπτων είναι ταυτόχρονα η λήξη του αγώνα και η έναρξη του επόμενου ματς- αλλά με άλλη ομάδα.
Το πόιντ είναι ότι δεν υπάρχει φυσιολογικό ή μη φυσιολογικό. Ορισμένοι άνθρωποι χωρίζουν και διαγράφουν τα πάντα γύρω από τον άλλον, με αποτέλεσμα όταν τον ξανασυναντήσουν κάποια στιγμή στο μέλλον να έχει γίνει και πάλι κάποιος ξένος. Άλλοι κρατάνε τα κακά κι άλλοι τα καλά κυρίως. Και χωρίς να θέλουμε να γίνουμε αυτοί οι τύποι που υπεραναλύουν μέχρι και το βλεφάρισμα, σε επίπεδο προσωπικό υπάρχουν ορισμένες προσδοκίες που αφορούν την τωρινή κατάσταση του καθενός. Κι αυτό είναι και κάπως λογικό δε νομίζεις; Μπορούμε να γυρίσουμε γύρω από την ουρά μας πολλή ώρα βρίσκοντας επιχειρήματα ως προς το γιατί κάποιος να χαιρετήσει έναν πρώην σύντροφο με χειραψία ή σταυρωτό φιλί ή ό,τι άλλο ξενερωτικό. Είτε ήταν ένας μήνας είτε δέκα χρόνια, όταν έχεις μοιραστεί ένα κομμάτι σου με τον άλλον, άρχισε να το παίρνεις σιγά σιγά πίσω με πιο δυνατές κινήσεις από τη χλιαρή χειραψία και το φιλί της θείας Ελένης. Πάρε τον άλλον αγκαλιά, άσε το παρελθόν εκεί που ανήκει -στο παρελθόν- και τίμησε την επιλογή σου με ειλικρίνεια απέναντι στις συνθήκες του τώρα.
Το ότι έχουμε παραδεχτεί ότι άνθρωποι έρχονται και φεύγουν από τη ζωή μας δε σημαίνει ότι πρέπει να παραδεχτούμε πως δεν ξαναέρχονται. Αυτή η άβολη στιγμή λοιπόν μπορεί να είναι τέτοια για χίλιους δυο λόγους. Ο πιο σημαντικός -να αποσαφηνιστεί- είναι το στάτους στο εδώ και τώρα. Οι κύκλοι κλείνουν για να ανοίξουν οι επόμενοι. Ιδανικά, θα είμαστε όλοι φίλοι κι αγαπημένοι, χωρίς αμηχανία κι άβολες ματιές. Θα μπορούμε να πάρουμε έναν άνθρωπο που λέγαμε άνθρωπό μας αγκαλιά χωρίς να ιδρώσει αφτί. Ωστόσο, ακόμη κι αν δεν πρόκειται για μια τέτοια συνθήκη, αν ο κύκλος έχει κλείσει έχει μικρή πρακτική σημασία το πώς θα χαιρετηθεί κανείς με έναν πρώην. Γιατί πέρα από το άβολο κομμάτι εκείνο, σταδιακά έρχονται κι όλα τα γνώριμα τα οποία είναι στο χέρι της άνεσης του καθενός -πρωτίστως με τον εαυτό του- να καπελώσουν μια μικρή αμήχανη στιγμή. Τσίαρς στους λεύτερους κι ωραίους.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου