Σε ακούω να λες πως κάνεις «ζωάρα», επειδή βγαίνεις και γνωρίζεις κόσμο διαρκώς. Σε ακούω να λες συνεχώς πως ένας άνθρωπος «πρέπει» να κάνει σεξ και πως δεν καταλαβαίνεις πώς γίνεται να μένει κανείς μόνος του για καιρό. Στην αρχή προσπάθησα να σου απαντήσω. Προσπάθησα να σου εξηγήσω ότι δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Δεν είμαστε όλοι οι άνθρωποι φτιαγμένοι για να μεταπηδούμε από σχέση σε σχέση ή από γνωριμία σε γνωριμία και κυρίως, δεν είμαστε όλοι φτιαγμένοι για να πηγαίνουμε από κρεβάτι σε κρεβάτι.
Δε σε κρίνω για το βίο που διάγεις, είναι η ζωή σου κι είναι δική σου επιλογή να τη ζήσεις όπως εσύ θες. Στην τελική, αν εσένα σε ευχαριστούν οι επιλογές σου εμένα δε μου πέφτει λόγος, μήτε και θέλω να σε κρίνω. Αυτό που αδυνατώ να δεχτώ, όμως, είναι να κρίνεις εσύ όλους τους άλλους, λες κι ο δικός σου δρόμος για την ευτυχία είναι ο μοναδικός. Λες κι αν δεν ακολουθήσουμε το παράδειγμά σου τότε είμαστε αυτόματα κομπλεξικοί, μαγκούφηδες και στενόμυαλοι.
Καμιά φορά, μπαίνω στον πειρασμό να σε κρίνω το ίδιο σκληρά. Πόσο εύκολο θα ήταν να σου πω ότι αυτό που κάνεις είναι κενό. Πόσο εύκολο θα ήταν να σου πω πως η δική σου η ζωή είναι μάταιη γιατί επιλέγεις μικρές πρόσκαιρες απολαύσεις και χάνεις την ουσία. Μα δε θα το κάνω. Αν εσύ την ευτυχία την αναζητάς σε ό,τι σου δίνουν όλα αυτά τα πολλά και διαφορετικά χέρια, τότε σου εύχομαι και να τη βρεις.
Δεν είμαστε όλοι ίδιοι και δε χρειάζεται να γίνουμε. Κάποιοι δε θέλουμε να κάνουμε απλά σεξ ούτε να βγαίνουμε με χίλιους δύο αγνώστους γιατί βαριόμαστε στο σπίτι. Κάποιοι απλά θέλουμε δυο χέρια να μας κρατήσουν σφιχτά. Όχι να μας πιάνουν και να μας τσαλακώνουν, να μας κρατήσουν. Να μας αγκαλιάσουν, να μας κρατήσουν απ’ τη μέση ή απ’ το χέρι απαλά καθώς περπατάμε. Μονάχα δυο χέρια μας αρκούν. Κι αν αυτά τα δυο χέρια που ξέρουν να κρατούν χωρίς να κατσιάζουν αργήσουν να φανούν, δε μας πειράζει.
Ξέρεις, κάποιοι σε κάθε επαφή δίνουμε λίγο απ’ την ψυχή τους. Δεν έχουμε διακόπτη για να σταματήσουμε να παράγουμε αισθήματα και δε θέλουμε να αποκτήσουμε, ώστε να ξεγελάσουμε για ένα ή δυο βράδια τη μοναξιά μας. Προτιμούμε να την κάνουμε φίλη. Επιλέγουμε τη μοναξιά και την απομόνωση και της αλλάζουμε μορφή. Την κάνουμε δημιουργικότητα, την κάνουμε αυτοβελτίωση, την κάνουμε ό,τι θέλουμε γιατί πια μπορούμε. Δεν είμαστε «μαγκούφηδες», δεν είμαστε «μίζεροι» κι αυτό που ζούμε δεν είναι κατάντια, όπως διατείνεσαι. Είναι επιλογή. Κι είναι μια επιλογή που δεν είναι τόσο εύκολη όσο ίσως νομίζεις, μα είναι κι η δική μου επιλογή, γι’ αυτό άσε με.
Άσε με να αναζητώ αυτά τα δυο χέρια που θα με κάνουν ευτυχισμένη και μη με κατακρίνεις γι’ αυτό. Άσε με να τυλιχτώ σε ένα ζευγάρι χέρια που δε σκοπεύουν να με γδύσουν μόνο μα και να με ντύσουν ζεστά αργότερα. Άσε με να ονειρεύομαι εκείνα τα χέρια που θα κρατήσουν την ψυχή μου σαν να είναι έργο τέχνης.
Άσε με να θέλω να δοθώ άνευ όρων και μη με λες ούτε «παραδοσιακή» ούτε «ρομαντική» γιατί απ’ τα χείλη σου ηχούν σαν ελαττώματα. Μη δίνεις κανένα χαρακτηρισμό, μπορείς; Δε θέλω να φορέσω καμιά απ’ τις ταμπέλες που έχεις ετοιμάσει. Δεν είμαι τίποτα από όλα αυτά κι ας σε βολεύει να θωρείς τον κόσμο πίσω από έναν τίτλο.
Είμαι μονάχα ένας άνθρωπος που ψάχνει δύο και μόνο χέρια. Κι εσύ δυο χέρια ψάχνεις σε κάθε σου επαφή είτε ανήκουν στον ίδιο άνθρωπο είτε όχι. Δεν απέχουμε και τόσο, έτσι; Δυο χέρια θέλουμε όλοι. Δυο πρόθυμα κι ικανά χέρια για να διώξουν τους φόβους μας και να καλύψουν τις ανάγκες μας.
Ίσως εγώ να έχω μεγαλύτερες συναισθηματικές ανάγκες, ίσως εσύ να έχεις συμβιβαστεί. Ίσως να σου φτάνει να τα έχεις για ένα, δύο ή τρία βράδια, ίσως να είμαι εγώ ο πλεονέκτης. Ίσως να ισχύουν κι όλα γιατί το ένα δεν αναιρεί το άλλο. Ίσως. Μα μην απλώνεις τα δικά σου χέρια στις επιλογές μου όπως δε σου βάζω κι εγώ χέρι για όσα κάνεις. Δυο χέρια θέλω, όχι όμως τα δικά σου στη ζωή μου ν’ ανακατεύονται.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη