Όταν λέμε «γάμος» συνήθως σκεφτόμαστε δυο ανθρώπους πολύ καλοντυμένους και πανευτυχείς να ενώνουν τις ζωές τους σε μια εκκλησία ή ένα δημαρχείο δίνοντας όρκους αιώνιας αγάπης. Φανταζόμαστε χαμόγελα, χαρά, έρωτα, επιθυμία, ευχές για βίο ανθόσπαρτο κι άλλα τέτοια, εκτός κι αν είμαστε από τους κυνικούς που αυτά τα βρίσκουμε αδιάφορα και τετριμμένα. Ωστόσο, αν ορίζαμε τη λέξη «γάμος» θα μιλούσαμε για την αναγνωρισμένη από την κοινωνία (νόμιμη) ένωση δύο ατόμων μέσω της οποίας καθιερώνονται και θεσμοθετούνται δικαιώματα και υποχρεώσεις μεταξύ των ιδίων, μεταξύ αυτών και των παιδιών τους αλλά και μεταξύ αυτών και των εξ αγχιστείας συγγενών. Και κάπως έτσι παύει να είναι και τόσο ρομαντικό έτσι; Ένας πόντος για τους κυνικούς, λοιπόν.
Φυσικά, όλο αυτό είναι απολύτως λογικό αν σκεφτεί κανείς πως ο γάμος δεν ήταν αποτέλεσμα έρωτα μέχρι πρότινος. Και το λέω έτσι γιατί αν σκεφτείς πως απ’ τα σχεδόν 4500 χρόνια καταγεγραμμένης ανθρώπινης ιστορίας το να μιλάμε για κάτι που ξεκίνησε σαν ιδέα τον Μεσαίωνα, το κάνει πρόσφατο αναλογικά. Μέχρι τότε ο γάμος δεν είχε να κάνει με τον έρωτα. Μέχρι ένα σημείο δεν είχε καν σχέση με τη θρησκεία. Ο γάμος ξεκίνησε να υφίσταται σαν τελετή ένωσης ενός άντρα και μιας γυναίκας στη Μεσοποταμία το 2350 π.Χ. και σιγά-σιγά επεκτάθηκε κι «αγκαλιάστηκε» κι από άλλους λαούς και κουλτούρες.
Βέβαια, δεν είχε παντού να κάνει απαραιτήτως με τη συνένωση ενός μόνο άντρα και μιας μόνο γυναίκας για την αναπαραγωγή. Σε κάποιους λαούς συναντούσαμε την πολυγαμία όπως για παράδειγμα σε μια φυλή στα Ιμαλάια όπου μια γυναίκα έπαιρνε ως συζύγους όλους τους αδερφούς μιας οικογένειας, ενώ σε άλλους (όπως στη Μεσοποταμία και την Ελλάδα) ακόμα κι αν επιτρεπόταν η πολυγαμία από τον άντρα δεν ήταν προσιτή σε όλους καθώς προϋπέθετε να έχει στην κατοχή του μεγάλο πλούτο ώστε να συντηρεί τις συζύγους και παλλακίδες του. Επίσης, ο γάμος μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου δεν είναι καν κάτι ρηξικέλευθο κοινωνικά αλλά κάτι που συνέβαινε κανονικότατα στην αρχαία Ρώμη μέχρι το 342 μ.Χ. όπου καταργήθηκε. Κατά κανόνα όμως, ο σκοπός του γάμου –οποιουδήποτε τύπου- τότε ήταν η διασφάλιση ότι τα παιδιά ενός άντρα είναι όντως τα βιολογικά του τέκνα.
Ο λόγος που είχε τέτοια σημασία το «τίνος είναι βρε γυναίκα το παιδί», βασίζεται στην κληροδότηση της περιουσίας καθώς τότε ο βιοπορισμός αλλά και ο πλούτος ήταν άρρηκτα συνδεδεμένος με τη γη. Έτσι, για να είναι διακριτό το ποιος έχει νόμιμο δικαίωμα στην όποια κληρονομιά και ποιος όχι, θεσπίστηκε ο γάμος. Όσο οι κοινωνίες μεγάλωναν και γίνονταν πιο σύνθετες άρχισαν να εμπλέκονται στον θεσμό θρησκευτικές αλλά και κοινωνικές αρχές.
Όμως γιατί αργήσαμε τόσο να εισάγουμε τον έρωτα ως αιτία γάμου; Μα γιατί η συνένωση εξυπηρετούσε κι άλλους σκοπούς πέραν της αναπαραγωγής: την πρακτικότητα για τα χαμηλότερα στρώματα, τη διατήρηση του κύρους ή του τίτλου- ονόματος για τα ανώτερα στρώματα αλλά και τη διασφάλιση της ειρήνης στα ανώτατα στρώματα. Ο γάμος ήταν μια συναλλαγή για πολλούς αιώνες και στην πλειοψηφία των περιπτώσεων οι γυναίκες ήταν το «προϊόν» κι έτσι ακριβώς τους συμπεριφέρονταν.
Αυτό άρχισε να αλλάζει με τον Χριστιανισμό. Η εκκλησία απέτρεπε και τα δύο μέλη από τη μοιχεία και προέτρεπε αμφότερους να σέβονται ο ένας τον άλλον. Εντάξει, αυτονόητα σήμερα αλλά μιλάμε για αιώνες πριν σε μια αυστηρά πατριαρχική κοινωνία όπου ο άντρας είχε στην κατοχή του την γυναίκα ως εργαλείο για να αναπαραχθεί η γενιά του και μάλιστα, αν η γυναίκα αποτύγχανε να του προσφέρει διάδοχο επιστρεφόταν στην οικογένειά της ατιμασμένη.
Η ιδέα του γάμου από έρωτα ξεκίνησε μάλλον από τη Γαλλία τον 11ο με 12ο αιώνα μέσω εξιστορήσεων σπουδαίων αντρών που διεκδίκησαν τη γυναίκα που ποθούσαν. Περίπου τον 13ο αιώνα ο πρακτικός ιατρός του βασιλιά της Γαλλίας εξέδωσε έναν «Οδηγό του Έρωτα» που προέτρεπε τους άντρες να κορτάρουν τις νεαρές που τους έλκυαν επαινώντας τα μαλλιά, τα μάτια ή τα χείλη τους –καταλαβαίνεις τώρα γιατί το κομπλιμέντο «τι ωραία μάτια που έχεις» είναι τόσο ντεμοντέ, έτσι;
Η εισαγωγή κι η ακμή του ρομαντισμού όμως από μόνη της δεν αρκούσε για να αποτινάξει την έννοια του «συμφέροντος» από τον θεσμό του γάμου. Χρειάστηκε να φτάσουμε στη βιομηχανική επανάσταση, την αστικοποίηση, την εμφάνιση της μεσαίας τάξης και ως επέκταση την ανεξαρτησία των ατόμων από τους στενούς οικογενειακούς δεσμούς μιας διευρυμένης οικογένειας. Αυτά, μαζί με τα Αναγεννησιακά ιδεώδη έφεραν αλλαγές στην κουλτούρα γύρω από τον γάμο.
Πλέον ο γάμοι δεν ήταν κατ’ αποκλειστικότητα από προξενιά ή από συμφέρον. Το τοπίο είχε αρχίσει να αλλάζει. Ο έρωτας γινόταν όλο και πιο δημοφιλής, μέχρι που σήμερα είναι ο κυριότερος ίσως λόγος για να παντρευτεί κανείς –αυτός κι η πίεση των γονέων αλλά να μην το κάνουμε θέμα! Βέβαια, αυτό ισχύει στον Δυτικό κόσμο. Στην Κίνα ακόμα και σήμερα ο έρωτας είναι κάτι που αφορά κι επιτρέπεται στους έφηβους. Όσοι είναι «σε ηλικία γάμου» επιβάλλεται να σκεφτούν πιο πρακτικά στην επιλογή συζύγου εστιάζοντας στην εκπαίδευση του άλλου, τη δουλειά του αλλά και το αν έχει ή όχι άλλα περιουσιακά στοιχεία.
Στο μιούζικαλ «Ο βιολιστής στην στέγη» που εκτυλίσσεται περίπου το 1905, υπάρχει μια σκηνή που ο πατέρας, Τέβιε, ρωτά τη γυναίκα του, Γιέτε, αν τον αγαπάει μετά από 25 χρόνια έγγαμου βίου. Η Γιέτε απορεί που τίθεται η ερώτηση μα στο τέλος ανακαλύπτει πως τελικά έμαθε να τον αγαπάει ακόμα κι αν τον είδε πρώτη φορά τη μέρα του γάμου τους κι εκπλήσσεται κι η ίδια. Λίγο νωρίτερα, ο Τέβιε εξηγούσε στη γυναίκα του πως η κόρη τους θα παντρευτεί από έρωτα γιατί είναι το νέο στυλ. Κι έτσι απλά, σε 10 λεπτά βλέπει κανείς την εξέλιξη του γάμου και της κοινωνίας στη μικρή του οθόνη.
Ειλικρινά, δεν ξέρω να σας πω ποιος ήταν ο πρώτος που παντρεύτηκε από έρωτα, δεν ξέρω αν ο γάμος από έρωτα είναι καλό γιατί γίνεται πάντα εκούσια ή κακό γιατί ο έρωτας περνάει και οδηγεί σε διαζύγια, ξέρω όμως πως πολλά έχουν αλλάξει απ’ όταν ιδρύθηκε ο θεσμός και είναι γεγονός πως πολλά θα αλλάξουν και στη συνέχεια. Κάποια πράγματα πρέπει να επιστρέψουν όπως ο γάμος μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών κι άλλα να εξαλειφθούν όπως για παράδειγμα οι γάμοι έφηβων κοριτσιών παρά τη θέλησή τους στον αραβικό κόσμο.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου