Λοιπόν, ας ξεκινήσουμε με μια παραδοχή. Τίποτα δε σου χαρίζεται στη ζωή, ακόμα κι αν είσαι ο Γκαστόνε. Ξέρεις, αυτός ο υπερτυχερός ξάδερφος του δόλιου Ντόναλντ που σκοντάφτει πάνω σε χρυσές λίρες ενόσω ο Ντόναλντ γκρεμοτσακίζεται πατώντας την μπανανόφλουδα. Κατά γενική ομολογία, η πλειοψηφία από εμάς νιώθει λίγο-πολύ Ντόναλντ, πώς αλλιώς θα προέκυπτε κι ο Νόμος του Μέρφυ, όπου ακόμα κι αν οι πιθανότητες είναι 50-50, θα προκύψει εκείνο το 50% που δεν ήθελες; Σαν εκείνη την τελευταία φρυγανιά που άλειψες την αγαπημένη σου μαρμελάδα με τόση όρεξη να την απολαύσεις και προσγειώθηκε στο πάτωμα και μάλιστα απ’ τη μεριά της μαρμελάδας σου.
Κάπως έτσι είναι η ζωή. Γεμάτη αναποδιές κι απογοητεύσεις. Άλλοτε μικρές κι άλλοτε μεγάλες, τις οποίες είτε ξεπερνάς είτε τις κουβαλάς μαζί σου. Και πριν βιαστείς να πεις πως κακώς κάποιος τις κουβαλάει, θέλω να αναλογιστείς πόσες φορές σε πήρε από κάτω εκείνο το μήνυμα που ποτέ δεν έλαβες, εκείνη η «συγγνώμη» που ποτέ δεν άκουσες ή εκείνη η συνέντευξη που δε σου εξασφάλισε τη θέση των ονείρων σου.
Ναι, κάποιες απογοητεύσεις τις κουβαλάς. Ίσως όχι για πάντα, αλλά για ένα διάστημα τις κουβαλάς. Είναι αυτές οι απογοητεύσεις που θα τρυπώσουν το βράδυ στο μυαλό σου και θα σε κάνουν να γυρνάς στο κρεβάτι σου μέχρι τα ξημερώματα ενώ θα πρέπει να ξυπνήσεις την άλλη μέρα νωρίς για να πας στη δουλειά.
Πώς να το κάνουμε; Τυχαίνει. Σε όλους τυχαίνει. Αυτό που διαφέρει είναι πώς το διαχειρίζεται ο καθένας και πόσο δύσκολο είναι να το διαχειριστεί κανείς σύμφωνα με τις δυνατότητές του. Ας μην γελιόμαστε, αν χαλάσει το αυτοκίνητο ενός βιομηχάνου δε θα δυσκολευτεί εξίσου να το επιδιορθώσει με κάποιον άνεργο. Κατά την ίδια λογική, δεν αντιμετώπισες το ίδιο την πρώτη σου ερωτική απογοήτευση με τη δεύτερη. Στη δεύτερη, ή Τρίτη, είχες αντισώματα.
Όσο κι αν διαφέρει η μία απογοήτευση απ’ την άλλη, κάθε μία από αυτές σε εκπαιδεύει. Σε κάνει πιο ικανό να διαχειριστείς την επόμενη που –κι από θέμα πιθανοτήτων να το δεις– ελλοχεύει το δίχως άλλο. Μπορεί να περπατήσεις μίλια, κάποια στιγμή θα παραπατήσεις, αλλά δε χάθηκε κι ο κόσμος.
Δε χάθηκε κι ο κόσμος, αδερφέ. Γιατί δε χάνεις την ικανότητά σου να περπατάς, να πηγαίνεις μπροστά, να συνεχίζεις. Ίσως θες χρόνο να σταθείς. Ίσως θες περισσότερο χρόνο από κάποιον άλλο, αλλά δεν πειράζει. Δεν είμαστε όλοι ίδιοι. Μη σε απασχολεί αν σου πήρε λίγο ή πολύ. Βρες κάπου μέσα σου εκείνη την άκρατη δίψα για ευτυχία. Άσε τις γκρίνιες, μη γίνεις η μιζέρια σου και ζεις απ’ το δράμα που αναμασάς και θα ‘σαι εντάξει.
Όλοι αξίζουν την ευτυχία και –στο λέω με σιγουριά– δεν μπορείς να την αναγνωρίσεις αν πρώτα δε γευτείς την απογοήτευση. Δεν ξέρεις ότι η αγάπη είναι αυτό το βάλσαμο μέχρι να δοκιμάσεις την πικρή γεύση μιας απόρριψης ή ενός χωρισμού. Κι αν θεωρείς πως ο έρωτας κι η αγάπη είναι υπερεκτιμημένα, σε περιμένει μεγάλη έκπληξη, γιατί μπορεί η πίκρα της απογοήτευσης να έχει φωλιάσει στους γευστικούς σου κάλυκες και να είναι συνυφασμένη πια με την ιδέα που έχεις για τις σχέσεις, αλλά δε θα αργήσεις να καταλάβεις πως πλανάσαι πλάνην οικτρά.
Γιατί αν έχεις το κουράγιο να πας παρακάτω, η αγάπη θα εμφανιστεί κι η ευτυχία θ’ ανθίσει μέσα σου μαζί μ’ αυτήν. Ίσως να μην είναι μόνο «λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και το ταίρι σου», παρότι δε σου κρύβω πως για μένα αυτό αρκεί πολύ συχνά, μπορεί να θες μια βόλτα με τους φίλους σου, ή εκείνη τη θέση που κυνήγησες, ή ένα τηλεφώνημα απ’ το κολλητάρι σου να σου λέει καλά νέα για να χαρείς με τη χαρά του.
Δε θέλουμε όλοι τα ίδια, είναι γεγονός, όμως δεν τα θέλουμε κι όλα για να είμαστε εντάξει. Αυτό που χρειαζόμαστε όλοι να παραδεχτούμε πως η ευτυχία δε μας χαρίζεται. Την κατακτούμε βήμα-βήμα. Μέρα με την μέρα, κάθε στιγμή, κάθε σου πράξη μπορεί να σε φέρει πιο κοντά στην ευτυχία σου. Γιατί η ευτυχία δεν είναι η τύχη ή τα λεφτά, αυτά είναι συγκυρίες. Ευτυχία είναι η απόφασή σου να αφήσεις μια απογοήτευση και να πας παρακάτω με το μάθημα στο νου και τη δύναμη στην καρδιά.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη